ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΤΟΝ ΕΝΑ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΟ ΘΕΟ. ΑΥΤΩ Η ΔΟΞΑ ΚΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΑΙΩΝΑΣ ΤΩΝ ΑΙΩΝΩΝ. ΑΜΗΝ

Πέμπτη 1 Μαΐου 2008

ΠΑΤΕΡΙΚΟΙ ΛΟΓΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ

(1) ΟΣΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ:
ΑΠΑΡΧΗ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΕΙΣ ΤΗΝ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΙΝ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΚΑΙ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Ἐκ τῆς χώρας θέρους χαρμονή, ἐκ τοῦ ἀμπελῶνος καρποὶ ἐδεσμάτων, καὶ ἐκ τῶν Γραφῶν διδαχὴ ζωοποιός. Ἡ χώρα εἰς ἕνα καιρὸν ἔχει τὸ θέρος, καὶ ἡ ἄμπελος εἰς ἕνα καιρὸν ἔχει τὸν τρυγητόν, ἡ Γραφὴ δὲ πάντοτε ἀναγινωσκομένη ἀναβλύζει διδαχὴν ζωοποιόν. Ἡ χώρα, ὅταν θερισθῇ, ἀπέσχε, καὶ ἡ ἄμπελος, ὅταν τρυγηθῇ, ταπεινοῦται, ἡ Γραφὴ δὲ καθ' ἡμέραν θεριζομένη, οἱ στάχυες τῶν ἐρμηνευόντων ἐν αὐτῇ οὐκ ἐκλιμπάνουσι· καὶ καθ' ἡμέραν τρυγεῖται, καὶ οἱ βότρυες τῆς ἐν αὐτῇ ἐλπίδος οὐ δαπανῶνται.

Μεταγραφή:

Από το χωράφι η χαρά του θερισμού, από τον αμπελώνα οι καρποί που τρώμε και από τις Γραφές διδαχή ζωοποιός. Το χωράφι σε ένα μόνο καιρό έχει τον θερισμό και το αμπέλι σε ένα μόνο καιρό έχει τον τρύγο, αλλά η Γραφή πάντοτε όταν διαβάζεται αναβλύζει διδαχή ζωοποιόν. Το χωράφι, όταν θερισθεί, αδειάζει και το αμπέλι, όταν τρυγηθεί, μειώνεται, αλλά η Γραφή, ακόμα και αν θερίζεται καθημερινά, τα στάχυα αυτών που την ερμηνεύουν δεν λείπουν από αυτή, και καθημερινά τρυγείται και τα σταφύλια της ελπίδος από αυτήν δεν δαπανώνται.

ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΓΚΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ.

ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ:
ΑΠΑΡΧΗ ΟΜΙΛΙΑΣ Α' ΣΤΟ ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ

Ἔδει μὲν ἡμᾶς μηδὲ δεῖσθαι τῆς ἀπὸ τῶν γραμμάτων βοηθείας, ἀλλ' οὕτω βίον παρέχεσθαι καθαρὸν, ὡς τοῦ Πνεύματος τὴν χάριν ἀντὶ βιβλίων γίνεσθαι ταῖς ἡμετέραις ψυχαῖς, καὶ καθάπερ ταῦτα διὰ μέλανος, οὕτω τὰς καρδίας τὰς ἡμετέρας διὰ Πνεύματος ἐγγεγράφθαι. Ἐπειδὴ δὲ ταύτην διεκρουσάμεθα τὴν χάριν, φέρε κἂν τὸν δεύτερον ἀσπασώμεθα πλοῦν(*). Ἐπεὶ ὅτι τὸ πρότερον ἄμεινον ἦν, καὶ δι' ὧν εἶπε, καὶ δι' ὧν ἐποίησεν, ἐδήλωσεν ὁ Θεός. Καὶ γὰρ τῷ Νῶε καὶ τῷ Ἀβραὰμ καὶ τοῖς ἐγγόνοις τοῖς ἐκείνου, καὶ τῷ Ἰὼβ καὶ τῷ Μωϋσεῖ δέ, οὐ διὰ γραμμάτων διελέγετο, ἀλλ' αὐτὸς δι' ἑαυτοῦ, καθαρὰν εὐρίσκων αὐτῶν τὴν διάνοιαν. Ἐπειδὴ δὲ εἰς αὐτὸν τῆς κακίας ἐνέπεσε τὸν πυθμένα ἅπας τῶν Ἑβραίων ὁ δῆμος, τότε λοιπὸν γράμματα καὶ πλάκες καὶ ἡ διὰ τούτων ὑπόμνησις. Καὶ τοῦτο οὐκ ἐπὶ τῶν ἐν τῇ Παλαιᾷ ἁγίων, ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τῶν ἐν τῇ Καινῇ συμβὰν ἴδοι τις ἄν. Οὐδὲ γὰρ τοῖς ἀποστόλοις ἔδωκέ τι γραπτὸν ὁ Θεός, ἀλλ' ἀντὶ γραμμάτων τὴν τοῦ Πνεύματος ἐπηγγέλατο δώσειν χάριν. «Ἐκεῖνος γὰρ ὑμᾶς ἀναμνήσει», φησί, «πάντα» (Ἰω, 14, 26). Καὶ ἵνα μάθῃς ὅτι τοῦτο πολὺ ἄμεινον ἦν, ἄκουσον διὰ τοῦ προφήτου τί φησι «Διαθήσομαι ὑμῖν διαθήκην καινήν, διδοὺς νόμους μου εἰς διάνοιαν αὐτῶν, καὶ ἐπὶ καρδίας γράψω αὐτούς, καὶ ἔσονται πάντες διδακτοὶ Θεοῦ» (Ἰερ. 38, 31-33, καὶ Ἑβρ. 8, 10 κ 10, 16). Καὶ ὁ Παῦλος δὲ ταύτην ἐνδεικνύμενος τὴν ὑπεροχήν, ἔλεγεν εἰληφέναι νόμον, «οὐκ ἐν πλαξὶ λιθίναις, ἀλλὰ ἐν πλαξὶ καρδίαις σαρκίναις» (Β' Κορ. 3, 3). Ἐπειδὴ δὲ τοῦ χρόνου προϊόντος ἐξώκειλαν, οἱ μὲν δογμάτων ἕνεκεν, οἱ δὲ βίου καὶ τρόπων, ἐδέησε πάλιν τῆς ἀπὸ τῶν γραμμάτων ὑπομνήσεως. Ἐννόησον οὖν ἡλίκον ἐστὶ κακόν, τοὺς οὕτως ὀφείλοντας ζῆν καθαρῶς, ὡς μηδὲ δεῖσθαι γραμμάτων, ἀλλ' ἀντὶ βιβλίων παρέχειν τὰς καρδίας τῷ Πνεύματι, ἐπειδὴ τὴν τιμὴν ἀπωλέσαμεν ἐκείνην, καὶ κατέστημεν εἰς τὴν τούτων χρείαν, μηδὲ τῷ δευτέρῳ πάλιν κεχρῆσθαι φαρμάκῳ εἰς δέον. Εἰ γὰρ ἔγκλημα τὸ γραμμάτων δεηθῆναι, καὶ μὴ τὴν τοῦ Πνεύματος ἐπισπάσασθαι χάριν, σκόπησον ἡλίκη κατηγορία, τὸ μηδὲ μετὰ τὴν βοήθειαν ταύτην ἠθέλειν κερδαίνειν, ἀλλ' ὡς εἰκῇ καὶ μάτην κείμενα τὰ γράμματα περιορᾶν, καὶ μείζονα ἐπισπᾶσθαι τὴν κόλασιν. Ὅπερ ἵνα μὴ γένηται, προσέχωμεν μετὰ ἀκριβείας τοῖς γεγραμμένοις καὶ μάθωμεν πῶς μὲν ὁ παλαιὸς ἐδόθη νόμος, πῶς δὲ ἡ Καινὴ Διαθήκη.

Μεταγραφή:

Έπρεπε εμείς να μην χρειαζόμαστε την βοήθεια από τα γράμματα, αλλά να προσφέρουμε τόσο καθαρό βίο, ώστε η χάρη του (αγίου) Πνεύματος να παίρνει την θέση των βιβλίων στις δικές μας ψυχές και όπως ακριβώς αυτά με το μελάνι, έτσι (και) οι καρδιές οι δικές μας με το (άγιο) Πνεύμα να έχουν γραφτεί εσωτερικά. Επειδή όμως αυτήν αποκρούσαμε την χάρη, ας αγαπήσουμε τουλάχιστον την δεύτερη πλεύση(*). Επειδή ότι το πρώτο ήταν καλύτερο και με όσα είπε και με όσα έκανε το εδήλωσε ο Θεός. Διότι και στον Νώε, και στον Αβραάμ και στους απογόνους εκείνου, και στον Ιώβ, καθώς και στον Μωϋσή, δεν ομιλούσε με γράμματα ο Θεός, αλλά αυτός ο ίδιος (ομιλούσε), επειδή έβρισκε καθαρή την διάνοιά τους. Επειδή όμως έπεσε στον πυθμένα της κακίας όλος ο Εβραϊκός λαός, τότε λοιπόν (χρειάστηκαν) γράμματα και πλάκες και η υπενθύμιση από αυτά. Και αυτό όχι μόνο τους αγίους στην Παλαιά (Διαθήκη), αλλά και (στους αγίους) στην Καινή (Διαθήκη) μπορεί να δει κάποιος να συμβαίνει. Επειδή ούτε στους αποστόλους έδωσε κάποιο γραπτό ο Θεός, αλλά αντί για γράμματα υποσχέθηκε να δώσει την χάρη του (αγίου) Πνεύματος. "Επειδή εκείνος (ο Παράκλητος) θα σας υπενθυμίσει" λέει (ο Κύριος) "τα πάντα". Και για να μάθεις ότι τούτο πολύ καλύτερο ήταν, άκουσε και δια του προφήτη τι λέει: "Θα συνάψω με σας καινούρια διαθήκη και θα δώσω τους νόμους μου στην διάνοιά τους και πάνω στις καρδιές τους θα γράψω και όλοι θα γίνουν θεοδίδακτοι". Και ο Παύλος δείχνοντας αυτή την υπεροχή έλεγε ότι λάβαμε νόμο "όχι σε λίθινες πλάκες, αλλά σε σάρκινες πλάκες της καρδιάς". Επειδή όμως με το πέρασμα του χρόνου παραστράτησαν, άλλοι μεν λόγω γνώμης, άλλοι δε λόγω βίου και τρόπων, χρειάστηκε πάλι η υπενθύμιση από τα γράμματα. Κατανόησε, λοιπόν, πόσο μεγάλο κακό είναι, εμείς που αν και οφείλαμε να ζούμε καθαρά, ώστε να μην χρειαζόμαστε τα γράμματα, αλλά αντί για βιβλία να προσφέρουμε τις καρδιές (μας) στο (άγιο) Πνεύμα, επειδή απωλέσαμε εκείνη την τιμή και καταντήσαμε να χρειαζόμαστε αυτά (τα γράμματα), ούτε το δεύτερο φάρμακο πάλι να μην χρησιμοποιούμε όπως πρέπει. Διότι αν ήταν κατηγορία το ότι χρειαζόμαστε γράμματα και ότι δεν λαμβάνουμε την χάρη του (αγίου) Πνεύματος, σκέψου πόσο μεγάλη κατηγορία (είναι) το ότι δεν θέλουμε να κερδίσουμε ούτε μετά από αυτή την βοήθεια, αλλά περιφρονούμε τα γράμματα σαν να βρίσκονται μάταια και άσκοπα και επισύρουμε μεγαλύτερη τιμωρία. Το οποίο βέβαια για να μην γίνει ας προσέχουμε με ακρίβεια στα γραμμένα και ας μάθουμε πως εδόθη ο παλαιός νόμος και πως η Καινή Διαθήκη.

(*)Σημείωση:
Αρχαία ελληνική παροιμιακή έκφαση. Σημαίνει την δεύτερη προσπάθεια μετά την αποτυχία της πρώτης.

*************************

ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ.

ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ:
ΑΠΑΡΧΗ ΟΜΙΛΙΑΣ ΟΤΕ ΤΗΣ ΕΞΩ ΕΥΡΕΘΕΙΣ ΕΥΤΡΟΠΙΟΣ ΑΠΕΣΠΑΣΘΗ (πρὸς Εὐτρόπιον β)

Ἡδὺς μὲν λειμὼν καὶ παρὰδεισος, πολὺ δὲ ἡδύτερον τῶν θείων Γραφῶν ἡ ἀνάγνωσις. Ἐκεῖ μὲν γάρ ἐστιν ἄνθη μαραινόμενα, ἐνταῦθα δὲ νοήματα ἀκμάζοντα· ἐκεῖ ζέφυρος πνέων, ἐνταῦθα δὲ Πνεύματος αὔρα· ἐκεῖ ἄκανθαι αἱ τειχίζουσαι, ἐνταῦθα δὲ πρόνοια Θεοῦ ἡ ἀσφαλιζομένη· ἐκεῖ τέττιγες ᾄδοντες, ἐνταῦθα δὲ προφῆται κελαδοῦντες· ἐκεῖ τέρψις ἀπὸ τῆς ὄψεως, ἐνταῦθα δὲ ὠφέλεια ἀπὸ τῆς ἀναγνώσεως. Ὁ παράδεισος ἐν ἑνὶ χωρίῳ, αἱ δὲ Γραφαὶ πανταχοῦ τῆς οἰκουμένης· ὁ παράδεισος δουλεύει καιρῶν ἀνάγκαις, αἱ δὲ Γραφαὶ καὶ ἐν χειμῶνι καὶ ἐν θέρει κομῶσι τοῖς φύλλοις, βρίθουσι τοῖς καρποῖς. Προσέχωμεν τοίνυν τῇ τῶν Γραφῶν ἀναγνώσει· ἐὰν γὰρ τῇ Γραφῇ προσέχῃς, ἐκβάλλει σου τὴν ἀθυμίαν, φυτεύει σου τὴν ἡδονὴν, ἀναιρεῖ τὴν κακίαν, ριζοῖ τὴν ἀρετήν, οὐκ ἀφίησιν ἐν θορύβῳ πραγμάτων τὰ τῶν κλυδωνιζομένων πάσχειν. Ἡ θάλασσα μαίνεται, σὺ δὲ μετὰ γαλήνης πλέεις· ἔχεις γὰρ κυβερνήτην τῶν Γραφῶν τὴν ἀνάγνωσιν τοῦτο γὰρ τὸ σχοινίον οὐ διαρρήγνυσι τῶν πραγμάτων ὁ πειρασμός.

Μεταγραφή:

Ευχάριστο είναι το λιβάδι και ο κήπος, αλλά πολύ πιο ευχάριστη είναι η ανάγνωση των θείων Γραφών. Γιατί εκεί υπάρχουν άνθη που μαραίνονται, ενώ εδώ νοήματα που πάντοτε είναι ακμαία. Εκεί ζέφυρος που φυσάει, ενώ εδώ η αύρα του (Αγίου) Πνεύματος. Εκεί τα αγκάθια που περιτειχίζουν, ενώ εδώ η πρόνοια του Θεού που ασφαλίζει. Εκεί τζιτζίκια που τραγουδούν, ενώ εδώ οι προφήτες που κελαηδούν. Εκεί τέρψη από την εμφάνιση, ενώ εδώ ωφέλεια από την ανάγνωση. Ο κήπος (βρίσκεται) σε ένα τόπο, ενώ οι Γραφές σε όλα τα μέρη της οικουμένης. Ο κήπος υποτάσσεται στις ανάγκες των καιρών, ενώ οι Γραφές και μέσα στο χειμώνα και μέσα στο καλοκαίρι έχουν πολλά φύλλα και είναι γεμάτες καρπούς. Ας προσέχουμε λοιπόν στην ανάγνωση των Γραφών, γιατί εάν προσέχεις στην Γραφή σου εκβάλλει την λύπη, σου φυτεύει την ευχαρίστηση, αναιρεί την κακία, ριζώνει την αρετή, δεν αφήνει μέσα στην αναταραχή των πραγμάτων να παθαίνεις όπως οι ναυτικοί στην τρικυμία. Η θάλασσα μαίνεται, αλλά εσύ πλέεις με γαλήνη, γιατί έχεις κυβερνήτη την ανάγνωση των Γραφών, επειδή αυτό το σκοινί δεν το σπάζει η δοκιμασία των περιστάσεων.

***********************

ΠΑΤΕΡΙΚΟΙ ΛΟΓΟΙ

ΓΙΑ ΤΗΝ ΘΕΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ

ΘΕΟΛΟΓΙΚΟΥ ΛΟΓΟΥ ΤΡΙΤΟΥ ΠΕΡΙ ΥΙΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ.

Ἐγεννήθη μέν, ἀλλὰ καὶ ἐγεγέννητο· ἐκ γυναικὸς μέν, ἀλλὰ καὶ παρθένου. τοῦτο ἀνθρώπινον, ἐκεῖνο θεῖον. ἀπάτωρ ἐντεῦθεν, ἀλλὰ καὶ ἀμήτωρ ἐκεῖθεν. ὅλον τοῦτο θεότητος. ἐκυοφορήθη μέν, ἀλλ' ἐγνώσθη προφήτῃ καὶ αὐτῷ κυοφορουμένῳ, καὶ προσκιρτῶντι τοῦ λόγου, δι' ὃν ἐγένετο. ἐσπαργανώθη μέν, ἀλλ' ἀποσπαργανοῦται τὰ τῆς ταφῆς ἀνιστάμενος. ἐν φάτνῃ μὲν ἀνελκίθη, ἀλλ' ὑπ' ἀγγέλων ἐδοξάσθη, καὶ ὑπ' ἀστέρος ἐμηνύθη, καὶ ὑπὸ μάγων προσεκυνήθη. πῶς σὺ προσπταίεις τῷ βλεπομένῳ, μὴ σκοπῶν τὸ νοούμενον; ἐφυγαδεύθη μὲν εἰς Αἴγυπτον, ἀλλὰ φυγαδεύει τὰ Αἰγυπτίων. οὐκ εἶχεν εἶδος οὐδὲ κάλλος (Ησ, νγ', 2) παρὰ Ἰουδαίοις, ἀλλὰ τῷ αβὶδ ὡραῖος ἦν κάλλει παρὰ τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων (Ψ, μδ', 2), ἀλλ' ἐπὶ τοῦ ὄρους ἀστράπτει, καὶ ἡλίου φωτοειδέστερος γίνεται, τὸ μέλλον μυσταγωγῶν. Ἐβαπτίσθη μὲν ὡς ἄνθρωπος, ἀλλ' ἁμαρτίας ἔλυσεν ὡς θεός· οὐ καθαρσίων αὐτὸς δεόμενος, ἀλλ' ἵνα ἁγιάσῃ τὰ ὕδατα. ἐπειράσθη ὡς ἄνθρωπος, ἀλλ' ἐνίκησεν ὡς θεός· ἀλλὰ Θαρρεῖν διακελεύεται, ὡς κόσμον νενικηκώς. ἐπείνησεν, ἀλλ' ἔθρεψε χιλιάδας, ἀλλ' ἄρτος ἐστὶ ζωτικὸς καὶ οὐράνιος. ἐδίψησεν, ἀλλ' ἐβόησεν· Ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με, καὶ πινέτω· ἀλλὰ καὶ πηγάζειν ὑπέσχετο τοὺς πιστεύοντας. ἐκοπίασεν, ἀλλὰ τῶν κοπιώντων καὶ πεφορτισμένων ἐστὶν ἀνάπαυσις. ἐβαρήθη μὲν ὕπνῳ, ἀλλ' ἐπὶ πελάγους κουφίζεται, ἀλλ' ἐπιτιμᾷ πνεύμασιν, ἀλλὰ Πέτρον κουφίζει βαπτιζόμενον. δίδωσι τέλος, ἀλλ' ἐξ ἰχθύος, ἀλλὰ βασιλεύει τῶν ἀπαιτούντων. Σαμαρείτης ἀκούει καὶ δαιμονῶν, πλὴν σώζει τὸν ἀπὸ Ἰερουσαλὴμ καταβαίνοντα καὶ λῃσταῖς περιπεσόντα, πλὴν ὑπὸ δαιμόνων ἑπιγινώσκεται, καὶ ἀπελαύνει δαίμονας, καὶ λεγεῶνα πνευμάτων βυθίζει, καὶ ὡς ἀστραπὴν ὁρᾷ πίπτοντα τὸν ἀρχηγὸν τῶν δαιμόνων. λιθάζεται, ἀλλ' οὐχ ἁλίσκεται. προσεύχεται, ἀλλ' ἐπακούει. δακρύει, ἀλλὰ παύει δάκρυον. ἐρωτᾷ ποῦ τέθειται Λάζαρος, ἄνθρωπος γὰρ ἦν· ἀλλ' ἐγείρει Λάζαρον, θεὸς γὰρ ἦν. πωλεῖται, καὶ λίαν εὐώνως, τριάκοντα γὰρ ἀργυρίων, ἀλλ' ἐξαγοράζει κόσμον, καὶ μεγάλης τιμῆς, τοῦ ἰδίου γὰρ αἵματος. ὡς πρόβατον ἐπὶ σφαγὴν ἄγεται (Ησ, νγ', 7), ἀλλὰ ποιμαίνει τὸν Ἰσραήλ, νῦν δὲ καὶ πᾶσαν τὴν οἰκουμένην. ὡς ἀμνὸς ἄφωνος (Ησ, νγ', 7), ἀλλὰ λόγος ἐστί, φωνῇ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ καταγγελλόμενος. μεμαλάκισται, καὶ τετραυμάτισται, ἀλλὰ θεραπεύει πᾶσαν νόσον, καὶ πᾶσαν μαλακίαν. ἐπὶ τὸ ξύλον ἀνάγεται, προσπήγνυται, ἀλλὰ τῷ ξύλῳ τῆς ζωῆς ἀποκαθίστησιν, ἀλλὰ σώζει καὶ λῃστὴν συσταυρούμενον, ἀλλὰ σκοτίζει πᾶν τὸ ὁρώμενον. ὄξος ποτίζεται, χολὴν βρωματίζεται· τίς; ὁ τὸ ὕδωρ εἰς οἶνον μεταβαλών, ὁ τῆς πικρᾶς γεύσεως καταλυτής, ὁ γλυκασμὸς καὶ ὅλος ἐπιθυμία. παραδίδωσι τὴν ψυχήν, ἀλλ' ἐξουσίαν ἔχει πάλιν λαβεῖν αὐτήν, ἀλλὰ καταπέτασμα ῥήγνυται, τὰ γὰρ ἄνω παραδείκνυται, ἀλλὰ πέτραι σχίζονται, ἀλλὰ νεκροὶ ἐγείρονται. ἀποθνήσκει, ζωο ποιεῖ δέ, καὶ καταλύει τῷ θανάτῳ τὸν θάνατον. θάπτεται, ἀλλ' ἀνίσταται. εἰς ᾅδου κάτεισιν, ἀλλ' ἀνάγει ψυχάς, ἀλλ' εἰς οὐρανοὺς ἄνεισιν, ἀλλ' ἥξει κρῖναι ζῶντας καὶ νεκρούς, καὶ τοὺς τοιούτους βασανίσαι λόγους. εἰ ταῦτα ἐμποιεῖ σοι τῆς πλάνης τὴν ἀφορμήν, ἐκεῖνά σου λύει τὴν πλάνην.

Μεταγραφή:

Γεννήθηκε μεν (σαν άνθρωπος), αλλά και έχει γεννηθεί (από τον Θεό Πατέρα). Από γυναίκα μεν, αλλά και Παρθένο. Τούτο ανθρώπινο, εκείνο θείο. Απάτωρ εδώ (στην κατά σάρκα γέννηση), αλλά και αμήτωρ εκεί (στην άχρονη γέννηση από τον Θεό Πατέρα). Όλο αυτό θεότητος (γνώρισμα). Κυοφορήθηκε μεν, αλλά αναγνωρίσθηκε από Προφήτη (τον Πρόδρομο) που κι αυτός ήταν κυοφορούμενος και χοροπηδούσε για τον λόγο για τον οποίο έγινε. Σπαργανώθηκε μεν (σαν βρέφος), αλλά βγάζει τα εντάφια σπάργανα όταν αναστήθηκε. Στην φάτνη μεν ανακλίθηκε, αλλά δοξάστηκε από Αγγέλους και από Αστέρι κηρύχθηκε και από Μάγους προσκυνήθηκε. Πως λοιπόν προσκρούεις στα ορατά (ανθρώπινα) και δεν βλέπεις τα νοητά; Φυγαδεύτηκε μεν στην Αίγυπτο, αλλά φυγαδεύει τα (είδωλα) των Αιγυπτίων. Δεν είχε εμφάνιση ούτε κάλλος (κατά το πάθος) από τους Ιουδαίους, αλλά κατά τον Δαβίδ ήταν ο πιο ωραίος από τους ανθρώπους, αλλά πάνω στο όρος (Θαβώρ) αστράφτει, και ηλίου φωτεινότερος γίνεται, τα μυστήρια του μέλλοντος αιώνος διδάσκοντας. Βαπτίστηκε μεν σαν άνθρωπος, αλλά αμαρτίες έλυσε σαν Θεός. Όχι επειδή είχε ανάγκη από καθαρισμό, αλλά για να αγιάσει τα ύδατα. Επειράσθη σαν άνθρωπος, αλλά νίκησε σαν Θεός, αλλά να έχετε θάρρος προστάζει, επειδή νίκησε τον κόσμο. Πείνασε, αλλά έθρεψε χιλιάδες, αλλά άρτος είναι ζωοποιός και ουράνιος. Δίψασε, αλλά είπε: «Όποιος διψά, να έρθει προς εμένα και να πιει», αλλά και υποσχέθηκε ότι οι πιστεύοντες θα πηγάσουν. Κουράστηκε, αλλά των κουρασμένων και των φορτωμένων είναι η ανάπαυση. Βάρυνε από τον ύπνο, αλλά επί του πελάγους (περπατώντας) είναι ελαφρύς, αλλά προστάζει τους ανέμους, αλλά τον Πέτρο που βυθίζεται ελαφρώνει (σηκώνει). Πληρώνει φόρο, αλλά από το ψάρι (πήρε το νόμισμα), αλλά βασιλεύει πάνω σε αυτούς που απαιτούν (τον φόρο). Σαμαρείτης ακούει (να λένε ότι είναι) και δαιμονισμένος, αλλά σώζει (σαν καλός Σαμαρείτης) αυτόν που ερχόταν από την Ιερουσαλήμ κι έπεσε σε ληστές, αλλά από τους δαίμονες αναγνωρίζεται, και εκβάλλει δαίμονες, και λεγεώνα δαιμόνων βυθίζει, και σαν αστραπή βλέπει τον αρχηγό των δαιμόνων να πέφτει. Λιθοβολείται, αλλά δεν βλάπτεται. Προσεύχεται, αλλά εισακούει (ικεσίες και προσευχές). Δακρύζει, αλλά τα δάκρυα σταματά. Ρωτά που θάφτηκε ο Λάζαρος, επειδή ήταν άνθρωπος, αλλά ανασταίνει τον Λάζαρο, επειδή ήταν Θεός. Πωλείται, και πολύ φτηνά, δηλαδή για τριάκοντα αργύρια, αλλά εξαγοράζει τον κόσμο, και με μεγάλο τίμημα, δηλαδή το ίδιο του το αίμα. Σαν πρόβατο στην σφαγή οδηγείται, αλλά ποιμαίνει τον Ισραήλ, τώρα όμως και όλη την οικουμένη. Σαν αμνός άφωνος, αλλά είναι (ο Θεός) Λόγος, και κηρύσσεται από την φωνή του (Προδρόμου) που ομιλεί την έρημο. Έπαθε και τραυματίστηκε, αλλά θεραπεύει κάθε ασθένεια και κάθε αδυναμία. Στο ξύλο (του Σταυρού) ανέβηκε και καρφώθηκε, αλλά το ξύλο της ζωής αποκαθιστά, αλλά σώζει τον συσταυρωμένο ληστή, αλλά ρίχνει σκοτάδι σε όλα όσα φαίνονται (όταν σκοτίστηκε ο ήλιος). Ξύδι ποτίζεται, χολή ταΐζεται. Ποιος; Αυτός που μετέβαλε το νερό σε κρασί, αυτός που κατέλυσε την πικρή γεύση (του νερού στην έρημο), (αυτός που είναι) ο γλυκύτητα και ολόκληρος επιθυμητός. Παραδίδει την ψυχή του, αλλά έχει εξουσία πάλι να την πάρει, αλλά το καταπέτασμα (του ναού) σκίζεται, επειδή τα άνω αποδεικνύονται, αλλά πέτρες σκίζονται, αλλά νεκροί ανασταίνονται. Πεθαίνει, αλλά ζωοποιεί, και καταλύει με τον θάνατό (του) τον θάνατο. Θάβεται, αλλά ανασταίνεται. Στον άδη κατεβαίνει, αλλά ανεβάζει ψυχές, αλλά στους ουρανούς ανέρχεται, αλλά θα έρθει να κρίνει ζωντανούς και νεκρούς, και να ελέγξει αυτούς τους λόγους (πλάνης και σκανδαλισμού στο πρόσωπό του). Αν αυτά σου προκαλούν αφορμή πλάνης, εκείνα σου διαλύουν την πλάνη.

*****************************

ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ:
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΛΟΓΟΥ ΛΗ'

ΓΙΑ ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ

Χριστὸς γεννᾶται, δοξάσατε· Χριστὸς ἐξ οὐρανῶν, ἀπαντήσατε· Χριστὸς ἐπὶ γῆς, ὑψώθητε. ᾌσατε τῷ Κυρίῳ πᾶσα ἡ γῆ καί, ἵν' ἀμφότερα συνελὼν εἴπω, Εὐφραινέσθωσαν οἱ οὐρανοί, καὶ ἀγαλλιάσθω ἡ γῆ, διὰ τὸν ἐπουράνιον, εἶτα ἐπίγειον.

Κἀγὼ βοήσομαι τῆς ἡμέρας τὴν δύναμιν: Ὁ ἄσαρκος σαρκοῦται. Ὁ Λόγος παχύνεται. Ὁ ἀόρατος ὁρᾶται. Ὁ ἀναφὴς ψηλαφᾶται. Ὁ ἄχρονος ἄρχεται. Ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ Υἱὸς ἀνθρώπου γίνεται, «Ἰησοῦς Χριστὸς χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας» (Ἐβρ. 13, 8)

Ἓν ἐκ δύο τῶν ἐναντίων, σαρκὸς καὶ Πνεύματος· ὧν τὸ μὲν ἐθέωσε, τὸ δὲ ἐθεώθη. Ὢ τῆς καινῆς μίξεως! ὢ τῆς παραδόξου κράσεως! ὁ ὢν γίνεται καὶ ὁ ἄκτιστος κτίζεται καὶ ὁ ἀχώρητος χωρεῖται, διὰ μέσης ψυχῆς νοερᾶς μεσιτευούσης Θεότητι καὶ σαρκὸς παχύτητι. Καὶ ὁ πλουτίζων πτωχεύει· πτωχεύει γὰρ τὴν ἐμὴν σάρκαν, ἵν' ἐγὼ πλουτήσω τὴν αὐτοῦ Θεότητα. Καὶ ὁ πλήρης κενοῦται· κενοῦται γὰρ τῆς ἑαυτοῦ δόξης ἐπὶ μικρόν, ἵν' ἐγὼ τῆς ἐκείνου μεταλάβω πληρώσεως. Τίς ὁ πλοῦτος τῆς ἀγαθότητος; Τί τὸ περὶ ἐμὲ τοῦτο μυστήριον; Μετέλαβον τῆς εἰκόνος καὶ οὐκ ἐφύλαξα· μεταλαμβάνει τῆς ἐμῆς σαρκός, ἵνα καὶ τὴν εἰκόνα σώσῃ καὶ τὴν σάρκα ἀθανατίσῃ. Δευτέραν κοινωνεῖ κοινωνίαν, πολὺ τῆς προτέρας παραδοξοτέραν· τότε μὲν τοῦ κρείττονος μετέδωκε, νῦν δὲ μεταλαμβάνει τοῦ χείρονος. Τοῦτο τοῦ προτέρου θεοειδέστερον· τοῦτο τοῖς νοῦν ἔχουσιν ὑψηλότερον.

Μεταγραφή:

Ο Χριστός γεννιέται, δοξάσατε. O Χριστός από τον ουρανό συναντήστε (τον). O Χριστός επάνω στην γη υψωθείτε. Τραγουδήστε για τον Κύριο όλη η γη και για να ενώσω και να πω και τα δύο μαζί: Να ευφρανθούν οι ουρανοί και να αγαλλιάσει η γη για τον επουράνιο, έπειτα επίγειο.

Και εγώ θα φωνάξω την δύναμη (σημασία) της ημέρας: Ο άσαρκος σαρκώνεται. Ο Λόγος γίνεται υλικός. Ο αόρατος οράται. Ο αναφής ψηλαφιέται. Ο άχρονος αρχίζει, "Ιησούς Χριστός χθες και σήμερα ο ίδιος και στους αιώνες".

Ένα (πρόσωπο) από δύο αντίθετα (φύσεις), σάρκα (ανθρώπινη φύση) και Πνεύμα (Θεία φύση). Από τις οποίες η μια (η Θεία) εθέωσε, και η άλλη (η ανθρώπινη) εθεώθηκε. Ω της καινούριας μίξεως! Ω της παραδόξου συνθέσεως! Ο Ων δημιουργείται και ο άκτιστος κτίζεται και ο αχώρητος χωρείται δια μέσου νοερής ψυχής που μεσιτεύει στην Θεότητα και (δια μέσου) της υλικότητας της σάρκας. Και ο πλουτίζων πτωχεύει. Επειδή πτωχεύει (λαμβάνοντας) την δική μου σάρκα, για να πλουτήσω εγώ από την δική του Θεότητα. Και ο πλήρης αδειάζει, επειδή αδειάζει από την δόξα του για λίγο, για να μεταλάβω εγώ από την πληρότητά του. Ποιός ο πλούτος της αγαθότητας; Τι είναι αυτό το μυστήριο (που έγινε) για μένα; Μετάλαβα την εικόνα (του) και δεν την εφύλαξα. Μεταλαμβάνει την δική μου σάρκα, και για να σώσει την εικόνα και για να αθανατήσει την σάρκα. Δεύτερη πραγματοποιεί κοινωνία, πολύ παραδοξότερη της πρώτης (της δημιουργίας). Τότε μετέδωσε το καλύτερο (την εικόνα του), ενώ τώρα μεταλαμβάνει το χειρότερο (την σάρκα μου). Αυτό είναι από το προηγούμενο θεοπρεπέστερο. Αυτό είναι σε όσους έχουν νου υψηλότερο.

***********************

ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ:
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΛΟΓΟΥ ΕΙΣ ΤΟ ΓΕΝΕΘΛΙΟΝ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Μυστήριον ξένον καὶ παράδοξον βλέπω· ποιμένες μου περιηχοῦσι τὰ ὦτα, οὐκ ἔρημον συρίζοντες μέλος, ἀλλ' οὐράνιον ᾄδοντες ὕμνον. Ἄγγελοι ᾄδουσιν, ἀρχάγγελοι μέλπουσιν, ὑμνεῖ τὰ Χερουβὶμ, δοξολογεῖ τὰ Σεραφὶμ, πάντες ἑορτάζουσι Θεὸν ἐπὶ γῆς ὁρῶντες, καὶ ἄνθρωπον ἐν οὐρανοῖς· τὸν ἄνω κάτω δι' οἰκονομίαν, καὶ τὸν κάτω ἄνω διὰ φιλανθρωπίαν. Σήμερον Βηθλεὲμ τὸν οὐρανὸν ἐμιμήσατο· ἀντὶ μὲν ἀστέρων ἀγγέλους ὑμνοῦντας δεξαμένη, ἀντὶ δὲ ἡλίου τὸν τῆς δικαιοσύνης ἀπεριγράπτως χωρήσασα. Καὶ μὴ ζήτει πῶς· ὅπου γὰρ βούλεται Θεὸς, νικᾶται φύσεως τάξις. Ἠβουλήθη γὰρ, ἠδυνήθη, κατῆλθεν, ἔσωσε· σύνδρομα τὰ πάντα τῷ Θεῷ. Σήμερον ὁ ὢν τίκτεται, καὶ ὁ ὢν γίνεται ὅπερ οὐκ ἦν· ὢν γὰρ Θεὸς, γίνεται ἄνθρωπος, οὐκ ἐκστὰς τοῦ εἶναι Θεός. Οὐδὲ γὰρ κατ' ἔκστασιν θεότητος γέγονεν ἄνθρωπος, οὐδὲ πάλιν κατὰ προκοπὴν ἐξ ἀνθρώπου γέγονε Θεός· ἀλλὰ Λόγος ὢν, διὰ τὸ ἀπαθὲς σὰρξ ἐγένετο, ἀμεταβλήτου μενούσης τῆς φύσεως.

Πάντων οὖν σκιρτώντων, σκιρτῆσαι θέλω κἀγὼ, χορεῦσαι βούλομαι, πανηγυρίσαι θέλω· χορεύω δὲ, οὐ κιθάραν πλήττων, οὐ θυρσὸν κινῶν, οὐκ αὐλοὺς ἔχων, οὐ δᾷδας ἅπτων, ἀλλ' ἀντὶ μουσικῶν ὀργάνων τὰ τοῦ Χριστοῦ σπάργανα φέρων. Αὐτὰ γάρ μοι ἐλπὶς, αὐτά μοι ζωὴ, αὐτά μοι σωτηρία, αὐτά μοι αὐλὸς, αὐτά μοι κιθάρα. ιὸ καὶ αὐτὰ ἔρχομαι φέρων, ἵνα τῇ αὐτῶν δυνάμει ἰσχὺν λόγων λαβὼν μετ' ἀγγέλων εἴπω· όξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ· μετὰ δὲ ποιμένων, Καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία. Σήμερον ὁ γεννηθεὶς ἀῤῥήτως ἐκ Πατρὸς, ἐκ παρθένου τίκτεται, ἀφράστως δι' ἐμέ. Ἀλλὰ τότε μὲν κατὰ φύσιν ἐκ τοῦ Πατρὸς πρὸ αἰώνων ἐγεννήθη, ὡς ὁ γεννήσας οἶδε· σήμερον δὲ πάλιν παρὰ φύσιν ἐτέχθη, ὡς ἡ τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἐπίσταται χάρις. Καὶ ἡ ἄνω αὐτοῦ γέννησις ἀληθὴς, καὶ ἡ κάτω γέννησις ἀψευδὴς, καὶ ἀληθῶς Θεὸς ἐκ Θεοῦ ἐγεννήθη, καὶ ἀληθῶς ἄνθρωπος ὁ αὐτὸς ἐκ παρθένου ἐτέχθη. Ἄνω μόνος ἐκ μόνου Μονογενὴς, κάτω μόνος ἐκ παρθένου μόνης Μονογενὴς ὁ αὐτός. Ὥσπερ γὰρ ἐπὶ τῆς ἄνω γεννήσεως ἀσεβὲς ἐννοῆσαι μητέρα· οὕτω βλάσφημόν ἐστιν ὑπολαβεῖν καὶ ἐπὶ τῆς κάτω γεννήσεως πατέρα. Ὁ Πατὴρ ἀῤῥεύστως ἐγέννησε, καὶ ἡ παρθένος ἀφθόρως ἔτεκεν· οὔτε γὰρ ὁ Θεὸς ῥεῦσιν ὑπέμεινε γεννήσας· θεοπρεπῶς γὰρ ἐγέννησεν· οὔτε ἡ παρθένος φθορὰν ὑπέμεινε τεκοῦσα· πνευματικῶς γὰρ ἔτεκεν.

Ὥσπερ τεχνίτης εὑρὼν ὕλην χρησιμωτάτην, κάλλιστον ἀπεργάζεται σκεῦος· οὕτω καὶ ὁ Χριστὸς εὑρὼν τῆς παρθένου ἅγιον καὶ τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχὴν, ἔμψυχον ἑαυτῷ κατεκόσμησε ναὸν, ὃν ἐβουλήθη τρόπον πλάσας τὸν ἄνθρωπον ἐν τῇ παρθένῳ, καὶ ἐνδυσάμενος αὐτὸν, σήμερον προῆλθεν, οὐκ αἰδεσθεὶς τὸ δυσειδὲς τῆς φύσεως. Οὐδὲ γὰρ ὕβριν ἔφερεν αὐτῷ, φορέσαι τὸ ἴδιον ἔργον· καὶ τὸ πλάσμα δὲ μεγίστην ἐκαρποῦτο δόξαν, ἔνδυμα τοῦ τεχνίτου γινόμενον. Ὥσπερ γὰρ παρὰ τὴν πρώτην πλάσιν ἀδύνατον ἦν συνεστάναι τὸν ἄνθρωπον, πρὶν ἢ τὸν πηλὸν εἰς τὰς χεῖρας αὐτοῦ ἐλθεῖν· οὕτω καὶ τὸ φθαρὲν σκεῦος ἀδύνατον μεταποιηθῆναι, εἰ μὴ γέγονεν ἔνδυμα τοῦ ποιήσαντος. Ἀλλὰ τί εἴπω, ἢ τί λαλήσω; Ἐκπλήττει γάρ με τὸ θαῦμα. Ὁ Παλαιὸς ἡμερῶν παιδίον γέγονεν, ὁ ἐπὶ θρόνου ὑψηλοῦ καὶ ἐπηρμένου καθήμενος ἐν φάτνῃ τίθεται, ὁ ἀναφὴς, καὶ ἁπλοῦς, καὶ ἀσύνθετος, καὶ ἀσώματος χερσὶν ἀνθρωπίναις ἑλίσσεται, ὁ τὰ τῆς ἁμαρτίας διασπῶν δεσμὰ σπαργάνοις ἐμπλέκεται, ἐπειδὴ τοῦτο θέλει. Θέλει γὰρ τὴν ἀτιμίαν ποιῆσαι τιμὴν, τὴν ἀδοξίαν ἐνδῦσαι δόξαν, τὸν τῆς ὕβρεως ὅρον, ἀρετῆς δεῖξαι τρόπον. Ὅθεν ὑπέρχεται τὸ ἐμὸν σῶμα, ἵνα ἐγὼ χωρήσω τὸν αὐτοῦ Λόγον· καὶ λαβὼν τὴν ἐμὴν σάρκα, δίδωσί μοι τὸ ἑαυτοῦ Πνεῦμα, ἵνα διδοὺς καὶ λαμβάνων θησαυρόν μοι ζωῆς ἐμπορεύσηται. Λαμβάνει μου τὴν σάρκα, ἵνα με ἁγιάσῃ· δίδωσί μοι τὸ Πνεῦμα αὐτοῦ, ἵνα με διασώσῃ. Ἀλλὰ τί εἴπω, καὶ τί λαλήσω; Ἰδοὺ ἡ παρθένος ἐν γαστρὶ ἕξει. Οὐκέτι λέγεται ὡς γενησόμενον, ἀλλὰ θαυμάζεται ὡς πεπραγμένον.

Μεταγραφή:

Μυστήριο παράξενο και παράδοξο βλέπω. Ποιμένες ακούγονται στα αυτιά μου, όχι επειδή παίζουν ένα υπαίθριο σκοπό, αλλά επειδή τραγουδούν ουράνιο ύμνο. Aγγελοι τραγουδούν, Αρχάγγελοι μέλπουν, υμνούν τα Χερουβίμ, δοξολογούν τα Σεραφίμ, οι πάντες γιορτάζουν επειδή βλέπουν τον Θεό πάνω στην γή και τον άνθρωπο στους ουρανούς. Τον (Θεό πού είναι) άνω (τώρα να είναι) κάτω από οικονομία και τον (άνθρωπο που είναι) κάτω (τώρα να είναι) άνω από φιλανθρωπία. Σήμερα η Βηθλεέμ τον ουρανό εμιμήθηκε. Επειδή αντί για αστέρια αγγέλους που υμνούν δέχθηκε και αντί για τον ήλιο τον Ήλιο της Δικαιοσύνης απεριγράπτως εχώρεσε. Και μην αναζητάς πως. Επειδή όπου θέλει ο Θεός νικιέται η τάξη της φύσεως. Επειδή θέλησε, το κατόρθωσε, κατήλθε, έσωσε. Όλα (τα κτίσματα) συντρέχουν με τον Θεό (τον Κτίστη). Σήμερα ο Ων τίκτεται και ο Ων γίνεται αυτό που δεν ήταν. Γιατί ενώ είναι Θεός, γίνεται άνθρωπος, χωρίς να πάψει να είναι Θεός. Επειδή δεν έγινε άνθρωπος με το να πάψει να είναι Θεός, αλλά ούτε πάλι με το να προκόψει από άνθρωπος έγινε Θεός. Αλλά ενώ είναι ο (Θεός) Λόγος, έγινε σαρξ (δηλαδή και άνθρωπος) με απάθεια, χωρίς να μεταβληθεί η φύση Του (σημ: στο Ένα πρόσωπο του Χριστού αποδίδονται η Θεία και η ανθρώπινη φύση).

Επειδή λοιπόν όλοι σκιρτούν από χαρά, να σκιρτήσω θέλω κι εγώ, να χορεύσω επιθυμώ, να πανηγυρίσω θέλω. Αλλά χορεύω χωρίς να παίζω κιθάρα, χωρίς να κινώ κλαδιά κισσού, χωρίς να κρατώ αυλούς, χωρίς να ανάβω λαμπάδες, αλλά αντί για μουσικά όργανα κρατώντας τα σπάργανα του Χριστού. Γιατί αυτά είναι η ελπίδα μου, αυτά η ζωή μου, αυτά η σωτηρία μου, αυτά ο αυλός μου, αυτά η κιθάρα μου. Γι' αυτό κι έρχομαι κρατώντας αυτά, για να λάβω με την δύναμή τους ισχύ λόγων και να πω μαζί με τους Αγγέλους "Δόξα εν υψίστοις Θεώ" και μαζί με τους ποιμένες "κι επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία". Σήμερα αυτός, που γεννήθηκε αρρήτως εκ του Πατρός, αφράστως τίκτεται από Παρθένο για μένα. Αλλά τότε γεννήθηκε κατά φύσιν από τον Πατέρα πριν τους αιώνες, καθώς ο Πατέρας γνωρίζει. Ενώ πάλι σήμερα παρά φύσιν ετέχθη καθώς γνωρίζει η Χάρη του Αγίου Πνεύματος. Και η άνω γέννησή του αληθής και η κάτω γέννηση αψευδής, Και αληθινά Θεός εκ Θεού εγεννήθη και αληθινά άνθρωπος ο Ίδιος εκ Παρθένου ετέχθη. ’νω μόνος εκ μόνου Μονογενής, κάτω μόνος εκ Παρθένου μόνης Μονογενής ο Ίδιος. Επειδή όπως ακριβώς (είναι) ασeβές να εννοήσουμε μητέρα για την άνω γέννηση έτσι (είναι) βλάσφημο να υπονοήσομε πατέρα για την κάτω γέννηση. Ο Πατέρας γέννησε απαθώς χωρίς να μειωθεί η Θεία Του φύση και η Παρθένος αφθόρως έτεκε. Επειδή ούτε ο Πατέρας έπαθε κάποια μείωση όταν γέννησε, επειδή θεοπρεπως εγέννησε. Όυτε η Παρθένος έπαθε φθορά όταν έτεκε, επειδή πνευματικώς έτεκε.

Όπως ακριβώς ο τενχίτης όταν βρει χρησιμότατο υλικό κατασκευάζει ωραιότατο σκεύος έτσι κι ο Χριστός όταν βρήκε της Παρθένου άγιο το σώμα και την ψυχή, κατεκόσμησε για τον εαυτόν Του έμψυχο ναό, με τρόπο που θέλησε έπλασε άνθρωπο μέσα στην Παρθένο και αφού ντύθηκε αυτόν (σημ: από την σύλληψή Του ήταν τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος), σήμερα έρχεται, χωρίς να ντραπεί την ασχήμια της (ανθρώπινης) φύσεως. Επειδή δεν θεωρούσε ύβρη για τον εαυτόν Τον να φορέσει το δικό του έργο. Και το πλάσμα απέκτησε μεγίστη δόξα επειδή έγινε ένδυμα του Τεχνίτη. Επειδή όπως ακριβώς κατά την πρώτη δημιουργία ήταν αδύνατον να κατασκευάσει τον άνθρωπο πριν έλθει ο πηλός στα χέρια Του, έτσι και το φθαρμένο σκεύος ήταν αδύνατον να μεταποιηθεί εάν δεν γινόταν ένδυμα του Δημιουργού. Αλλά τι να πω και τι να λαλήσω; Επειδή το θαύμα με εκπλήττει. Ο Παλαιός των ημερών Παιδί έγινε, Αυτός που κάθεται σε θρόνο υψηλό και ανυψωμένο τοποθετείται σε φάτνη, ο ανέγγιχτος, ο απλός κι ασύνθετος κι ασώματος με ανθρώπινα χέρια τυλίγεται, Αυτός που σπάει τα δεσμά της αμαρτίας με σπάργανα εμπλέκεται, επειδή αυτό θέλει. Επειδή θέλει την ατιμία να την κάνει τιμή, την αδοξία να την ντύσει με δόξα, την ύβρη να κάνει αρετή. Γι' αυτό και λαμβάνει το δικό μου σώμα για να χωρέσω εγώ τον δικό του Λόγο (σημ: με την Θεία Μετάληψη ο πιστός γίνεται ναός του Χριστού). Και επειδή έλαβε την δική μου σάρκα μου δίνει το δικό Του Πνεύμα. Έτσι ώστε δίνοντας και λαμβάνοντας να μου εμπορευθεί τον θησαυρό της ζωής. Μου λαμβάνει την σάρκα για να με αγιάσει. Μου δίνει το Πνεύμα για να με διασώσει. Αλλά τι να πω και τι να λαλήσω; "Να, η Παρθένος θα συλλάβει". Δεν λέγεται πια σαν κάτι που θα γίνει, αλλά θαυμάζεται σαν πεπραγμένο.

*************************

ΑΓΙΟΥ ΕΠΙΦΑΝΙΟΥ ΚΥΠΡΟΥ:
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΛΟΓΟ ΕΙΣ ΤΗΝ ΘΕΟΣΩΜΟΝ ΤΑΦΗΝ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ

Ἐν τῇ πρώτῃ γεννήσει Χριστὸς μετὰ τεσσαράκοντα ἡμέρας εἰσῆλθεν εἰς τὴν ἐπίγειον Ἱερουσαλὴμ, εἰς τὸν ναὸν, καὶ προσήγαγεν ὡς πρωτότοκος ζεῦγος τρυγόνων Θεῷ· ἀλλὰ καὶ ἐν τῇ ἐκ νεκρῶν ἀναστάσει Χριστὸς μετὰ τεσσαράκοντα ἡμέρας ἀνῆλθεν εἰς τὴν ἄνω Ἱερουσαλὴμ, ὅθεν οὐκ ἐχωρίζετο, καὶ εἰς τὰ ὄντως Ἅγια τῶν ἁγίων ὡς πρωτότοκος ἄφθαρτος ἐκ νεκρῶν, καὶ προσήγαγε τῷ Θεῷ καὶ Πατρὶ ὡς δύο ἀμώμους τρυγόνας, τὴν ψυχὴν καὶ τὴν σάρκα τὴν ἡμετέραν· ὃν καὶ ὑπεδέξατο, ὡς Συμεών τις, ὁ Παλαιὸς τῶν ἡμερῶν Θεὸς καὶ Πατὴρ, ὡς ἐν ἀγκάλαις ἐν ἰδίοις κόλποις ἀπεριγράπτως.

Μεταγραφή:

Στην κατά σάρκα γέννηση ο Χριστός μετά από σαράντα ημέρες μπήκε στην επίγεια Ιερουσαλήμ, στον ναό, και πρόσφερε ως πρωτότοκος στον Θεό ένα ζευγάρι τρυγόνια, αλλά και στην Ανάσταση από τους νεκρούς ο Χριστός, μετά από σαράντα ημέρες, ανέβηκε στην ουράνια Ιερουσαλήμ, από όπου δεν είχε αποχωρισθεί ως Θεός, στα πραγματικά άγια των αγίων ως άφθαρτος πρωτότοκος από τους νεκρούς και πρόσφερε στον Θεό και Πατέρα σαν δυό πάναγνα τρυγόνια την ψυχή και την σάρκα την δική μας. Και εκεί τον υποδέχτηκε σαν άλλος Συμεών, ο Παλαιός των Ημερών Θεός και Πατέρας στους κόλπους του, σαν σε αγκάλες, με τρόπο απερίγραπτο.

***********************

ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ.

ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ:
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΟΜΙΛΙΑΣ ΟΤΕ ΤΗΣ ΕΞΩ ΕΥΡΕΘΕΙΣ ΕΥΤΡΟΠΙΟΣ ΑΠΕΣΠΑΣΘΗ (πρὸς Εὐτρόπιον β)

Ἀλλ' ὅπερ ἔλεγον, ὁ τοσοῦτος καὶ τηλικοῦτος ἐπεθύμησε πόρνης. Πόρνης ἐπεθύμει ὁ Θεός; Ναί, πόρνης· τῆς φύσεως τῆς ἡμετέρας λέγω. Πόρνης ἐπεθύμει ὁ Θεός; Καὶ ἄνθρωπος μέν, ἐὰν ἐπιθυμήσῃ πόρνης καταδικάζεται, Θεός δὲ πόρνης ἐπιθυμεῖ; Καὶ πάνυ. Πάλιν ἄνθρωπος ἐπιθυμεῖ πόρνης, ἵνα γένηται πόρνος· Θεὸς δὲ ἐπιθυμεῖ πόρνης, ἵνα τὴν πόρνην παρθένον ἐργάσηται· ὥστε ἡ ἐπιθυμία τοῦ ἀνθρώπου, απώλεια τῆς ἐπιθυμουμένης· ἡ δὲ ἐπιθυμία τοῦ Θεοῦ, σωτηρία τῇ ἐπιθυμουμένῃ. Ὁ τοσοῦτος καὶ τηλικοῦτος ἐπεθύμησε πόρνης; Καὶ τί; Ἵνα γένηται νυμφίος. Τί ποεῖ; Οὐ πέμπει πρὸς αὐτὴν οὐδένα τῶν δούλων, οὐ πέμπει ἀρχάγγελον, οὐ πέμπει τὰ Χερουβίμ, οὐ πέμπει τὰ Σεραφίμ· ἀλλ' αὐτὸς παραγίνεται ὁ ἐρῶν. Πάλιν ἔρωτα ἀκούσας, μὴ αἰσθητὸν νόμιζε. Ἔκλεγε τὰ νοήματα ἀπὸ τῶν λέξεων, καθάπερ ἀρίστη μέλιττα ἐφιπταμένη τοῖς ἄνθεσι, καὶ τὸ κηρίον λαμβάνουσα, τὰς δὲ βοτάνας ἐῶσα.
Ἐπεθύνησε πόρνης· καὶ τί ποεῖ; Οὐκ ἀνάγει αὐτὴν ἄνω· οὐ γὰρ ἐβούλετο πόρνην εἰς τὸν οὐρανὸν ἀναγαγεῖν, ἀλλὰ καταβαίνει αὐτὸς κάτω. Ἐπειδὴ αὐτὴ οὐκ ἠδύνατο ἀναβῆναι ἄνω, αὐτὸς κατέβη κάτω. Πρὸς τὴν πόρνην ἔρχεται καὶ οὐκ αἰσχύνεται· ἔρχεται εἰς τὴν καλύβην αὐτῆς. Ὁρᾷ αὐτὴν μεθύουσαν. Καὶ πῶς ἔρχεται; Οὐ γυμνῇ τῇ οὐσίᾳ, ἀλλὰ γίνεται, ὅπερ ἦν ἡ πόρνη, οὐ τῇ γνώμῃ, ἀλλὰ τῇ φύσει γίνεται τοῦτο ἵνα μὴ ἰδοῦσα αὐτὸν πτοηθῇ, ἵνα μὴ ἀποπηδήσῃ, ἵνα μὴ φύγῃ. Ἔρχεται πρὸς τὴν πόρνην καὶ γίνεται ἄνθρωπος. Καὶ πῶς γίνεται; Εἰς μήτραν κυοφορεῖται, αὔξεται κατὰ μικρὸν καὶ ἔρχεται τὴν ὁδὸν τῆς ἡλικίας τῆς ἐμῆς. Τίς; Ἡ οἰκονομία, οὐχ ἡ θεότης· ἡ τοῦ δούλου μορφή, οὐχ ἡ τοῦ Δεσπότου· ἡ σὰρξ ἡ ἐμὴ, οὐχ ἡ οὐσία ἐκείνου· αὔξεται κατὰ μικρόν, καὶ μίγνυται ἀνθρώποις· καίτοι εὑρίσκει αὐτὴν ἐλκῶν γέμουσαν, ἐκτεθηριωμένην, ὑπὸ δαιμόνων πεφορτισμένην· καὶ τί ποιεῖ; Προσέρχεται αὐτῇ. Εἶδεν ἐκείνη καὶ ἔφυγε.
Καλεῖ μάγους. Τί φοβεῖσθε; Οὔκ εἰμι κριτής, ἀλλ' ἰατρός· «οὐκ ἦλθον ἵνα κρίνω τὸν κόσμον, ἀλλ
ἵνα σώσω τὸν κόσμον» (Ιω 12, 47). Καλεῖ εὐθέως μάγους. Ὠ καινῶν καὶ παραδόξων πραγμάτων. Αἱ ἀπαρχαὶ εὐθέως μάγοι. Κεῖται ἐν φάτνῃ ὁ τὴν οἰκουμένην βαστάζων, καὶ ἐσπαργάνωται ὁ πάντα περιέπων. Κεῖται ὁ ναός καὶ ἐνοκεῖ ὁ Θεός. Καὶ ἔρχονται μάγοι, καὶ προσκυνοῦσιν εὐθέως· ἔρχεται τελώνης καὶ γίνεται εὐαγγελιστής· ἔρχεται πόρνη καὶ γίνεται παρθένος· ἔρχεται Χαναναία καὶ ἀπολαύει φιλανθρωπίας. Τοῦτο ἐρῶντος, τὸ μὴ ἀπαιτῆσαι εὐθύνας ἁμαρτημάτων, ἀλλὰ συγχωρῆσαι παρανομήματα πλημμελημάτων. Καὶ τί ποιεῖ; Λαμβάνει αὐτήν, ἀρμόζεται αὐτήν. Καὶ τί αὐτῇ δίδωσι; Δακτύλιον. Ποῖον; Τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον. Λέγει Παῦλος· «ὁ δὲ βεβαιῶν ἡμᾶς σὺν ὑμῖν Θεός, ὁ σφραγισάμενος ἡμᾶς, καὶ δοὺς τὸν ἀρραβῶνα τοῦ Πνεύματος» (Β Κορ. 1, 21-22). Πνεῦμα αὐτῇ δίδωσιν.
Εῖτα φησίν· οὐκ εἰς παράδεισόν σε ἐφύτευσα; Λέγει, ναί. Καὶ πῶς ἐξέπεσες ἐκεῖθεν; Ἦλθεν ὁ διάβολος καὶ ἔλαβέ με ἀπὸ τοῦ παραδείσου. Ἐφυτεύθης ἐν τῷ παραδείσῳ καὶ ἔβαλέ σε ἔξω· ἰδοὺ φυτεύω σε ἐν ἐμαυτῷ, ἐγὼ σε βαστάζω. Πῶς; Οὐ τολμᾷ ἐμοὶ προσελθεῖν. Οὐδὲ εἰς τὸν οὐρανόν σε ἀνάγω· ἀλλὰ μεῖζον ἐνταῦθα τοῦ οὐρανοῦ· ἐν ἐμαυτῷ τῷ Δεσπότῃ τοῦ οὐρανοῦ βαστάζω σε. Ποιμὴν βαστάζει καὶ ὁ λύκος οὐκέτι ἔρχεται· μᾶλλον δὲ ἀφῶ αὐτὸν καὶ προσελθεῖν. Καὶ βαστάζει τὴν ἡμετέραν φύσιν· καὶ προσέρχεται ὁ διάβολος καὶ ἡττᾶται. Ἐφύτευσά σε ἐν ἐμαυτῷ. Διὰ τοῦτο λέγει «ἐγὼ ἡ ρίζα καὶ ἡμεῖς τὰ κλήματα»· καὶ ἐφύτευσεν αὐτὴν ἐν ἑαυτῷ. Καὶ τὶ λοιπόν; Ἀλλὰ ἁμαρτωλός εἰμι καὶ ἀκάθαρτος. Μὴ σοι μελέτω, ἰατρός εἰμι. Οἶδα τὸ σκεῦος τὸ ἐμὸν, οἶδα πῶς διεστράφη. Πήλινον ἦν πρὸ τούτου καὶ διεστράφη. Ἀναπλάττω αὐτὸ διὰ λουτροῦ παλιγγενεσίας καὶ παραδίδωμι τῷ πυρί.

******************************


Δεν υπάρχουν σχόλια: