ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΤΟΝ ΕΝΑ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΟ ΘΕΟ. ΑΥΤΩ Η ΔΟΞΑ ΚΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΑΙΩΝΑΣ ΤΩΝ ΑΙΩΝΩΝ. ΑΜΗΝ

Πέμπτη 1 Μαΐου 2008

Αρχαίοι και νέοι Συγγραφείς

Πολλοί άνθρωποι στην ιστορία έχοντας συνείδηση τής ιστορικής τους ευθύνης, κατέγραψαν τα γεγονότα τού καιρού τους, ή διέσωσαν αρχαιότερα κείμενα, έτσι ώστε σήμερα να έχουμε τη δυνατότητα να γνωρίζουμε το παρελθόν. Και κάθε αρχαίο σύγγραμμα που έφθασε ως τις ημέρες μας, ανοίγει ένα παράθυρο προς το παρελθόν, ζωντανεύοντας αρχαίες εποχές, σκέψεις, καταστάσεις, και σοφία. Είναι λοιπόν άξιοι τιμής όλοι αυτοί που κοπίασαν να μας διασώσουν αυτή την αρχαία και χρησιμότατη για την εποχή μας γνώση. Γιατί η καλή γνώση τού παρελθόντος, είναι εφόδιο για το παρόν και για το μέλλον. Είναι η μνήμη τής ίδιας τής ανθρωπότητας.

Στη σειρά αυτή των άρθρων, θα παρουσιάζουμε τέτοιους αρχαίους αλλά και νεότερους συγγραφείς, που πλούτισαν την ανθρωπότητα με τα συγγράμματά τους, και στους οποίους οφείλουμε πολλά. Θα αναφερθούμε όμως και σε άλλες προσωπικότητες, που χωρίς να είναι κάτι σπουδαίο, ή χωρίς να είναι συγγραφείς, επηρέασαν την ιστορία θετικά ή αρνητικά.

Άρθρα

Αρχαίες Προσωπικότητες

Ειρηναίος

Η θεολογική σκέψη του Αθανασίου και των άλλων μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας είναι αδιανόητη χωρίς την προσφορά του Ειρηναίου. Η θεολογία του περί ανακεφαλαίωσης της Παραδόσεως και αύξησης έγιναν ζωή, φρόνημα και Παράδοση της Εκκλησίας. Εν τούτοις το συγγραφικό έργο του Ειρηναίου σχεδόν λησμονήθηκε στη Δύση και την Ανατολή. Ίσως διότι έλειψε ο κίνδυνος του γνωστικισμού, με αφορμή του οποίου θεολόγησε ο Ειρηναίος. Ίσως διότι τελείως νέα προβληματολογία κυριάρχησε από τον Δ΄ αιώνα και εξής: Τριαδολογία, Χριστολογία, Πνευματολογία. Και στο χώρο αυτό η Εκκλησία ζητούσε κάτι πέραν της προσφοράς του Ειρηναίου.

ΒΙΟΣ

Ο Ειρηναίος μνημονεύεται από πολλούς μεταγενέστερούς του (Τερτυλλιανός, Κλήμης Αλεξ., Βασίλειος, Γρηγόριος Νύσσης, Γρηγόριος Ναζιανζηνός, Επιφάνιος Κύπρου, Θεοδώρητος, Μάξιμος Ομολογητής, Αυγουστίνος, Φώτιος κ.ά.), αλλά όλοι γνωρίζουν περί του βίου του ό,τι διέσωσε ο Ευσέβιος (Εκκλησ. ιστ. Ε 3-8). Και αυτός όμως κυρία πηγή είχε μόνο τα έργα του Ειρηναίου, που δυστυχώς δεν είναι πλούσια σε αυτοβιογραφικά στοιχεία.

Η γέννηση του Ειρηναίου τοποθετείται μεταξύ 130 και 140. Στην εφηβική του ηλικία γνώρισε και άκουσε τον Πολύκαρπο Σμύρνης. Κοντά του έζησε φαίνεται μερικά χρόνια, όσα ήταν αναγκαία για τη μύησή του στην αποστολική Παράδοση, όπως την παρέδιδε ο ακουστής του Ευαγγελιστού (ή του Πρεσβυτέρου) Ιωάννου Πολύκαρπος, και για τη θεολογική του κατάρτιση που συμπληρώθηκε αλλού και ίσως και στη Ρώμη, όπου ήταν δυνατό να γνωρίσει καλά τα γνωστικά συστήματα.

Ξαφνικά το 177 πληροφορούμαστε ότι βρίσκεται στη Λυών ως πρεσβύτερος. Την εποχή αυτή ήταν πολύ συνηθισμένο το να μεταναστεύουν μικρασιάτες στη Γαλλία. Φαίνεται μάλιστα ότι πολλοί πιστοί της Λυών προέρχονται από την Ανατολή, με αποτέλεσμα ο κοσμοπολιτισμός να χαρακτηρίζει το περιβάλλον, όπου έδρασε ο Ειρηναίος. Από τη Λυών μεταβαίνει το ίδιο έτος στη Ρώμη, απεσταλμένος των χριστιανών της πόλης αυτής. Πολλοί και σημαντικώτεροι των Χριστιανών αυτών, είχαν φυλακιστεί στη διάρκεια του φοβερού διωγμού του Μάρκου Αυρηλίου. Ίσως μάλιστα οι χριστιανοί της Λυών να είχαν ήδη εγκρίνει τον Ειρηναίο ως επικεφαλής και υπεύθυνο της Εκκλησίας τους, αφού ο επίσκοπός τους Ποθεινός και πολύ γέρων και φυλακισμένος ήταν. Αυτό όμως δεν νομίζουμε ότι σημαίνει και την επισκοποποίηση του Ειρηναίου, όπως υπέθεσαν πολλοί.

Στη Ρώμη ήρθε με συστατική επιστολή, εξαιρετικά επαινετική για το πρόσωπό του, και με σκοπό να πείσει τον Ελεύθερο (174-189) περί του ότι δεν πρέπει να εναντιωθεί στον επίσκοπο Εφέσου, ο οποίος αντιμετώπιζε με επιείκεια τους μετανούντας (Nautin).

Όταν επέστρεψε στη Λυών, πολλοί χριστιανοί είχαν μαρτυρήσει και μαζί τους ο επίσκοπος Ποθεινός, τον οποίο διαδέχθηκε αμέσως ο Ειρηναίος το 177 ή 178. Κατά τον Nautin τα γεγονότα αυτά έλαβαν χώρα το 175 και ο Ειρηναίος έγινε επίσκοπος και της Βιέννης. Έτσι εξηγεί και το ότι την περίφημη Επιστολή (=Μαρτύριο) περί των μαρτύρων της Λυών προς τις Εκκλησίες Ασίας και Φρυγίας έγραψε ο ίδιος ο Ειρηναίος εκ μέρους των δύο αυτών Εκκλησιών.

Ως επίσκοπος εργάσθηκε για την καταπολέμηση των γνωστικών και τη διάδοση του χριστιανισμού μεταξύ των Κελτών, χρησιμοποιώντας κατά πάσα πιθανότητα τη γλώσσα τους. Η γνήσια παράδοσή του και η αλήθεια που εξέφραζε του έδωσαν τη δυνατότητα να παίξει ρόλο σημαντικό χάριν της ενότητας της όλης Εκκλησίας. Στη μεγάλη διένεξη των χρόνων του, εξ αφορμής του χρόνου εορτασμού του Πάσχα (η Μικρασία το γιόρταζε τη 14η του μήνα Νισάν, ενώ η Ρώμη την πρώτη Κυριακή μετά την ημερομηνία αυτή), αναμίχθηκε έντονα με αποτέλεσμα να υποχωρήσει ο Ρώμης Βίκτωρ (189-198), που ήθελε να αποσχίσει τις μικρασιατικές Εκκλησίες. Στην Επιστολή του πρός Βίκτωρα συναντάμε για πρώτη φορά τη θεολογία της ενότητας και της ποικιλίας συνηθειών μεταξύ των τοπικών Εκκλησιών. Η επέμβαση αυτή είναι το τελευταίο γνωστό στοιχείο της ζωής του Ειρηναίου και συνέβη μάλλον περί το 192-195.

Ο Γρηγόριος Τουρώνης στο τέλος του ΣΤ΄ αιώνα πληροφορεί ότι ο Ειρηναίος μαρτύρησε το 202 επί Σεπτιμίου Σεβήρου, κάτι που δεν απορρίπτεται, αλλά και δεν επιβεβαιώνεται από τις αρχαίες πηγές. Η Ανατολική Εκκλησία, υιοθετώντας την παράδοση ότι ο Ειρηναίος μαρτύρησε, τιμά τη μνήμη του στις 23 Αυγούστου και η Δυτική στις 28 Ιουνίου.

ΕΡΓΑ

Ο Ειρηναίος υπήρξε πολύγραφος. Δυστυχώς όμως τα περισσότερα έργα του χάθηκαν. Και όσα διασώθηκαν υπάρχουν σε λατινική και αρμενική μετάφραση. Στην ελληνική διασώθηκαν μόνο αποσπάσματα και μάλιστα μέγα τμήμα του Α΄ μέρους του σπουδαιότερου έργου του Έλεγχος. Τα έργα του είναι βασικά πολεμικά και εκκλησιολογικά, σε τύπο διατριβής και επιστολής.

Ο Ειρηναίος δεν είναι ταλαντούχος συγγραφέας, αλλά διαθέτει αξιόλογη κλασσική φιλολογική και φιλοσοφική κατάρτιση και αρκετή γνώση των προ αυτού εκκλησιαστικών και γνωστικών συγγραφέων, τους οποίους και χρησιμοποιεί. Καταφανώς υστερεί στη σύνθεση, στην οικονομία της ύλης του, αλλά έχει συχνές εξάρσεις, οι οποίες εκπλήσσουν τον αναγνώστη, που ενίοτε διαπιστώνει ρυθμικό πεζό λόγο, κάτι που προϋποθέτει αναπτυγμένο γλωσσικό αισθητήριο.

Έλεγχος και ανατροπή της ψευδωνύμου γνώσεως. Γράφτηκε περί το 185 και συνίσταται από πέντε βιβλία, που σώζονται σε μία σχεδόν κατά λέξη λατινική μετάφραση, εκπονημένη πριν από τον Αυγουστίνο. Στο Α΄ βιβλίο παρουσιάζει, περιγράφει και αναλύει κυρίως τα γνωστικά συστήματα του Ουαλεντίνου, των οπαδών του και των αρχαιοτέρων γνωστικών (Σίμωνα Μάγου, Μενάνδρου κλπ). Στο Β΄ βιβλίο αντικρούει και καταπολεμεί κυρίως τα συστήματα αυτά. Συγχρόνως στο Α΄ και περισσότερο στο Β΄ βιβλίο εκθέτει την πίστη και την Παράδοση της Εκκλησίας, αντιπαραθέτοντάς την προς τη διδασκαλία των γνωστικών. Με τα υπόλοιπα τρία βιβλία, που είναι ανεξάρτητα των δύο πρώτων και μεταγενέστερα, προβαίνει σε πληρέστερη έκθεση της διδασκαλίας της Εκκλησίας αναφορικά με τα μεγάλα θέματα της εποχής.

Τα ελληνικά αποσπάσματα αντιπροσωπεύουν μόλις το 20% του όλου κειμένου (το Α΄ βιβλίο σώζεται κατά 90% ελληνικά). Να σημειωθεί ότι ο πάπυρος της Iena του 3/4 αι. περιλαμβάνει τα 14 πρώτα κεφάλαια του Ε΄ βιβλίου, αλλά δυστυχώς βρίσκεται σε κακή κατάσταση. Τα βιβλία Δ΄ και Ε΄ σώζονται και σε αρμενική μετάφραση, ενώ τμήμα του έργου σώζεται συριακά. Η προσπάθεια του A. Rousseau να επαναφέρει το έργο στα ελληνικά με πρότυπο τα σωθέντα αποσπάσματα και με τη βοήθεια της λατινικής μετάφρασης είναι πράγματι αξιοθαύμαστη, αλλά όχι πάντοτε επιτυχής.

Επίδειξη του αποστολικού κηρύγματος. Γράφτηκε μετά το 190, διαιρείται σε 100 παραγράφους και είναι προτρεπτικό και κατηχητικό εγχειρίδιο. Αποτελεί σύντομη κι ευκρινή περίληψη όσων έγραψε στο προηγούμενο μεγάλο έργο του. Αρχίζει με την ανάλυση του κανόνα της πίστεως που λαμβάνουμε στο βάπτισμα, αλλά βασικά εμμένει στην προβληματολογία του Ελέγχου του: στην ενότητα μεταξύ Θεού Πατρός και δημιουργού, στο έργο και την ενότητα του προσώπου του Χριστού, στα στάδια της θείας οικονομίας και στις «αποδείξεις» των παραπάνω με προφητικές ρήσεις. Το έργο τούτο βρέθηκε μόλις το 1904 σε μετάφραση αρμενική και δημοσιεύθηκε το 1907. Ο Ι. Καραβιδόπουλος μετέφερε το κείμενο στη νεοελληνική βάσει γαλλικής και αγγλικής μετάφρασης.

Επιστολές. Έγραψε πολλές, αλλά σώζονται μόνο αποσπάσματα απο τις Πρός Βίκτωρα (Α και Β) και Πρός Φλωρίνον (Ευσεβίου, Εκκλησ. ιστ. Ε 24, 12-17 και 20, 4-8). Η πρώτη αναφέρεται στο θέμα του εορτασμού του Πάσχα και η δεύτερη στην προσχώρηση στο γνωστικισμό του Φλωρίνου (βλ. λήμμα), παλαιού συμμαθητή του Ειρηναίου πλησίον του Πολυκάρπου.

Αποσπάσματα. Σώζεται και αποδίδεται στον Ειρηναίο μεγάλος αριθμός αποσπασμάτων από άδηλα συνήθως έργα του.

Απολεσθέντα. α) Λόγος προς έλληνας περί επιστήμης, β) Περί μοναρχίας, γ) περί ογδοάδος (τα δύο τελευταία έγραψε για το Φλωρίνο), δ) Βιβλίον διαλέξεων διαφόρων (ασχολείται με την προς Εβραίους και τη Σοφία Σολομώντος ή τις μνημονεύει), ε) Περί σχίσματος πρός Βλάστον (επιστολή), στ) Επιστολή προς Βίκτωρα σχετική με το Φλωρίνο, ζ) Διάφορες άλλες Επιστολές, η) Στο έργο του Έλεγχος (Α 27) υπόσχεται να γράψει κατά Μαρκίωνος, αλλά δεν γνωρίζουμε αν τελικά έγραψε. Και για τα έργα αυτά πηγή μας είναι ο Ευσέβιος (Εκκλησ. ιστ. Ε 20, 1-2∙ 23, 3∙ 24, 11-17∙ 26, 1).

Αμφιβαλλόμενα. Μαρτύριον (επιστολή) περί των μαρτυρησάντων στη Λυών το 177 (υπάρχει αυτοτελές σχετικό λήμμα).

Ο Βίκτωρ Ρώμης (189-198). Συνεργάσθηκε με τον Ειρηναίο και συνέταξε Επιστολές, σχετικές με το θέμα του Πάσχα, και «άλλα έργα» κατά τον Ιερώνυμο. Δυστυχώς δε σώζεται τίποτε από αυτά. Το ίδιο ισχύει και για τον προκάτοχό του Ελεύθερο (174-189), που ίσως έγραψε κατά του μοναχισμού.

Ηγήσιππος

Σπουδαίος εκκλησιαστικός άνδρας και γνήσιος φορέας της Παραδόσεως. Έδρασε στο β΄ ήμισυ του Β΄ αιώνα, κι έργο του έκανε την κατάδειξη και υποστήριξη της ορθοδόξου Παραδόσεως. Συνειδητοποίησε τον κίνδυνο που διέτρεχε η Εκκλησία από τη σύγχυση, την οποία δημιούργησαν οι αιρέσεις και προπαντός ο γνωστικισμός εκείνος, που εμφανιζόταν ως ανώτερος χριστιανισμός. Αναζήτησε στα μεγάλα εκκλησιαστικά κέντρα της εποχής του, Κόρινθο και Ρώμη, την αληθινή Παράδοση, ξεκινώντας από τα Ιεροσόλυμα. Χωρίς να είναι μεγάλος θεολόγος, διέκρινε ότι ένας τρόπος καταπολέμησης του χριστιανίζοντος γνωστικισμού ήταν η διατήρηση τού κριτηρίου της συνεχούς αποστολικής διαδοχής, η οποία υπήρχε στις τοπικές Εκκλησίες κι έλειπε από το γνωστικισμό. Παρουσιάζοντας δηλαδή ιστορικά τη διαδοχή επισκόπων στις Εκκλησίες, διατήρησε το σημαντικό για την εποχή του επιχείρημα, ότι σε όποια Εκκλησία διαπιστώνεται διαδοχή έχουμε και «απλανή», αδιάφθορη, την αποστολική Παράδοση.

Ήταν φορέας παραδόσεων περί της ζωής της πρώτης Εκκλησίας των Ιεροσολύμων, την οποία φαίνεται θεωρούσε είδος μητέρας των Εκκλησιών, γι’ αυτό κι έδωσε πολλά στοιχεία του βίου της και μάλιστα περί του πρώτου επισκόπου της Ιακώβου του αδελφοθέου.

Ο Ευσέβιος ορθά αναφέρει τον Ηγήσιππο ιουδαϊκής (Παλαιστίνη) καταγωγής, κρίνοντας από το ότι χρησιμοποιούσε το καθ’ Εβραίους Ευαγγέλιον, γνώριζε την αραμαϊκή και λεπτομέρειες από την Εκκλησία Ιεροσολύμων. Προς διαπίστωση της αποστολικής Παραδόσεως και διαδοχής επισκέφθηκε την Κόρινθο, όπου έμεινε πολλές ημέρες, και τη Ρώμη, όπου έμεινε επί Ανικήτου (155-166). Επέστρεψε στην Ανατολή, όπου έγραψε περί το 180 τα περίφημα πέντε Υπομνήματα (Ευσέβιος, Εκκλησ. ιστ. Δ 8, 1-2), δηλαδή τα συμπεράσματά του σχετικά με την Παράδοση, που βρήκε σε όσες Εκκλησίες επισκέφθηκε. Ο θάνατός του τοποθετείται στους χρόνους του Κομμόδου (180-192) (Πασχάλιον χρονικόν 1).

Τα Υπομνήματα έχουν χαθεί αλλά ο Ευσέβιος, που είναι και η κυρία πηγή του Ηγισίππου, διέσωσε μερικά αποσπάσματα, που δίνουν μόνο αμυδρή εικόνα του έργου. Επρόκειτο για συναγωγή ιστορικού υλικού προς απόδειξη της γνησιότητας της εκκλησιαστικής Παραδόσεως και κατάδειξη της ψευδοχριστιανικότητας των γνωστικών παραδόσεων. Έτσι η ιδιαίτερη συμβολή και σημασία του Ηγησίππου βρίσκεται στην προβολή της ιστορικής παραδόσεως ως επιχειρήματος κατά των αιρετικών και γνωστικών. Στο επιχείρημα τούτο δίνει ο Ειρηναίος θαυμαστό θεολογικό βάθος.

Αποσπάσματα βρίσκονται στην Εκκλησ. ιστ. του Ευσεβίου Β 23, 4-18 (Περί του Ιακώβου), Γ 20, 1-8 (Περί των Ιεροσολύμων), Γ 32 (Περί Εκκλησ. Ιεροσ.), Δ 22, 2-3 (περι της παραμονής του Ηγησίππου στην Κόρινθο και τη Ρώμη - μνεία επισκόπου Ρώμης), Δ 22, 4-6 (Περί Ιακώβου, Συμεών, των πρώτων αιρέσεων και των γνωστικών), Δ 22, 7 (ιουδαϊκές αιρέσεις κακοδοξίες), Δ 8, 2 (περί ναού και αγώνων πρός τιμή ειδωλολατρική Αντινόου), και στο Μυριόβιβλον του Φωτίου 232. Φαίνεται ότι ο Ειρηναίος λιγότερο και ο Ευσέβιος πολύ περισσότερο χρησιμοποίησαν στα έργα τους το ιστορικό υλικό των Υπομνημάτων.

Ο Ιουδαίος Ιστορικός Ιώσηπος

Ο Ιωσήφ μπεν Ματθίας, ή Ιώσηπος (Josephus Flavius 37 ως μετά το 100 μ.Χ.), γεννήθηκε λίγο μετά το θάνατο του Χριστού, τον πρώτο χρόνο της βασιλείας του Ρωμαίου αυτοκράτορα Καλιγούλα. Γι’ αυτόν διαθέτουμε πολλές πληροφορίες, αφού φρόντισε ο ίδιος να γράψει την αυτοβιογραφία του. Ο πατέρας του Ιώσηπου ανήκε σε ιερατική οικογένεια. Η μητέρα του, ήταν απόγονος του Ασμοναίου αρχιερέα Ιωνάθαν. Ο Ιώσηπος υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας και αφηγητής της εκπλήρωσης της προφητείας του Χριστού για την πτώση της Ιερουσαλήμ το 70 μ.Χ. Υπήρξε στρατιωτικός διοικητής, διπλωμάτης, Φαρισαίος και λόγιος.

Στη διάρκεια της εφηβείας του, ο Ιώσηπος ήταν ένθερμος μελετητής του Μωσαϊκού Νόμου. Ανέλυσε τρεις αιρέσεις του Ιουδαϊσμού, τους Φαρισαίους, τους Σαδδουκαίους και τους Εσσαίους. Αποφάσισε να ζήσει τρία χρόνια κοντά σε έναν ερημίτη που ονομαζόταν Βάννος, ο οποίος κατά πάσα πιθανότητα ήταν Εσσαίος. Όμως σε ηλικία 19 χρονών, ο Ιώσηπος επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ και προσχώρησε στους Φαρισαίους.

Ο Ιώσηπος στη Ρώμη και στον πόλεμο

Ο Ιώσηπος πήγε στη Ρώμη το 64 μ.Χ. προκει­μένου να μεσολαβήσει για μερικούς Ιουδαίους ιερείς τους οποίους ο ανθύπατος Φήλιξ της Ιουδαίας είχε στείλει στον Αυτοκράτορα Νέρωνα για να τους δικάσει. Ο Ιώσηπος ναυάγησε στη διάρκεια του ταξιδιού και μόλις και μετά βίας γλίτωσε το θάνατο. Διασώθηκαν μόνο 80 από τους 600 επιβάτες που ήταν στο πλοίο.

Στη διάρκεια της επίσκεψης του Ιώσηπου στη Ρώμη, ένας Ιουδαίος ηθοποιός τον σύστησε στη σύζυγο του Νέρωνα, την αυτοκράτειρα Ποππαία. Εκείνη έπαιξε βασικό ρόλο στην επιτυχία της αποστολής του. Το μεγαλείο της τον εντυπωσίασε.

Όταν ο Ιώσηπος επέστρεψε στην Ιουδαία, η ιδέα της εξέγερσης εναντίον της Ρώμης είχε ριζώσει στο μυαλό των Ιουδαίων. Αυτός προσπάθησε να καταδείξει στους συμπατριώτες του τη ματαιότητα του πολέμου εναντίον της Ρώμης. Καθώς δεν μπόρεσε να τους συγκρατήσει και πιθανώς επειδή φοβόταν ότι θα τον θεωρούσαν προδότη, δέχτηκε τη θέση του διοικητή των ιουδαϊκών στρατευμάτων στη Γαλιλαία. Ο Ιώσηπος συγκέντρωσε και εκπαίδευσε τους άντρες του και εξασφάλισε προμήθειες προετοιμαζόμενος για τη μάχη εναντίον των ρωμαϊκών δυνάμεων, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Η Γαλιλαία έπεσε από το στρατό του Βεσπασιανού. Μετά την πολιορκία που διήρκεσε 47 μέρες, το φρούριο του Ιώσηπου στα Ιωτάπατα καταλήφτηκε.

Όταν ο Ιώσηπος παραδόθηκε, με διορατικότητα πρόβλεψε ότι ο Βεσπασιανός σύντομα θα γινόταν αυτοκράτορας. Φυλακίστηκε αλλά γλίτωσε την τιμωρία λόγω της πρόβλεψης του, και αφέθηκε ελεύθερος όταν αυτή επαληθεύτηκε. Αυτό αποτέλεσεε σημείο στροφής στη ζωή του. Για το υπόλοιπo του πολέμου, υπηρέτησε τους Ρωμαίους ως διερμηνέας και μεσολαβητής. Σε ένδειξη της προ­στασίας που του παρείχαν ο Βεσπασιανός και οι γιοι του, Τίτος και Δομιτιανός, ο Ιώσηπος πρό­σθεσε το οικογενειακό όνομα Φλάβιος στο δικό του.

Μετά τον πόλεμο, ο Ιώσηπος πήγε στη Ρώμη. Απολαμβάνοντας την εύνοια των Φλαβίων, έζησε ως Ρωμαίος πολίτης στο πρώην αρχοντικό του Βεσπασιανού και έλαβε μια αυτοκρατορική σύνταξη μαζί με δώρα από τον Τίτο. Ο Ιώσηπος στη συνέχεια ακολούθησε συγγραφική σταδιοδρομία.

Ο Τίτος του επέτρεψε να πάρει ότι ήθελε απ' την πατρίδα του. Ο Ιώσηπος ζήτησε να πάρει μόνο κάποια βιβλία, και ζήτησε την απελευθέρωση κάποιων αιχμαλώτων μεταξύ των οποίων ήταν και αδελφός του. Πήγε στη Ρώμη μαζί με τον Τίτο, όπου έτυχε μεγάλων περιποιήσεων από τον αυτοκράτορα. Του παραχώρησαν μάλιστα κατοικία να μένει μέσα στα ανάκτορα, το δικαίωμα του Ρωμαίου πολίτη, καθώς και σύνταξη, και του χάρισαν αρκετή γη στην Ιουδαία για ιδιοκτησία του. Να λοιπόν γιατί δεν έγραψε πολλά για τον Μέγα Ναζωραίο και τους Ναζωραίους που συντάραξαν τον κόσμο. Βέβαια κάτι έγραψε για το Χριστό, σχετικά όμως πολύ λίγα, έγραψε επίσης πολύ θετικά και για τον Ιωάννη το Βαφτιστή, και ίσως να τα έγραψε κοντά στο τέλος της ζωής του για να εξιλεωθεί.

Έργα του

Τα βιβλία του Ιώσηπου, πέρα από τις ιστορικές πληροφορίες τους, είναι χρήσιμα και για την τοπογραφία και τη γεωγραφία της Παλαιστίνης. Το αρχαιότερο από τα συγγράμματά του φέρει τον τίτλο Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος. Είναι μία επτάτομη αφήγηση, την οποία έγραψε πιθανόν για να δώσει στους Ιουδαίους μια παραστατική περιγραφή της ανώτερης δύναμης της Ρώμης αποτρέποντας έτσι μελλοντικές επαναστάσεις. Αυτά τα συγγράμματα διερευνούν την ιουδαϊκή ιστορία από την κατάληψη της Ιερουσαλήμ από τον Αντίοχο τον Επιφανή (το δεύτερο αιώνα π.Χ.) μέχρι τον πόλεμο του 66 μ.Χ. Ως αυτόπτης μάρτυρας, ο Ιώσηπος κατόπιν εξετάζει τον πόλεμο ως το τέλος του με την πτώση της Μασάδα το 73 μ.Χ.

Ένα άλλο έργο του Ιώσηπου ήταν η Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, η ιστορία των Ιουδαίων σε 20 τόμους. Αρχίζοντας από τη Γένεση και τη δημιουργία, προχωρεί και φτάνει ως τον πόλεμο με τη Ρώμη. Ακολουθεί πιστά τη σειρά της Αγιογραφικής αφήγησης, προσθέτοντας παραδοσιακές εξηγήσεις και εξωτερικές παρατηρήσεις.

Ο Ιώσηπος έγραψε μια προσωπική αφήγηση με τίτλο "Βίος". Σε αυτό το έργο επιζητεί να δικαιολογήσει τη στάση του κατά τη διάρκεια του πολέμου και προσπαθεί να μετριάσει τις κατηγορίες που του επέρριψε ο Ιούστος από την Τιβεριάδα. Ένα τέταρτο έργο του, είναι μια δίτομη απολογία με τίτλο "Κατ' Απίωνος" που υπερασπίζεται τους Ιουδαίους από παραποιημένες πληροφορίες.

Υπάρχουν όμως και χαμένα έργα τού Ιώσηπου. Ο Ευσέβιος (όπως παλαιότερα και ο Ωριγένης), μας διασώζει απόσπασμα από χαμένο κείμενο τού Ιώσηπου περί τού Ιακώβου, επισκόπου Ιεροσολύμων, που λέει τα εξής: «ταύτα δε συμβέβηκεν Ιουδαίοις κατ’ εκδίκησιν Ιακώβου του δικαίου, ος ην αδελφός Ιησού του λεγομένου Χριστού, επειδήπερ δικαιότατον αυτόν όντα οι Ιουδαίοι απέκτειναν» (Εκκλ. Ιστ. ΙΙ 23, 20).

Εβραϊκός Κανόνας και Ιουδαϊκή παράδοση

Στο έργο του «Κατ’ Απίωνος», αναφέρει πληροφορίες για τον Εβραϊκό κανόνα, που έχει λιγότερα βιβλία από τον Χριστιανικό και των Γνωστικών. Προσπαθώντας να δικαιολογήσει τη διαφορά αυτή, ο Ιώσηπος λέει: «Εμείς δεν έχουμε αναρίθμητο πλήθος βιβλίων ανάμεσα μας, ασύμφωνων και αντιφατικών μεταξύ τους... αλλά μονάχα είκοσι δύο βιβλία (τα ίδια με τον Προτεσταντικό κανόνα με διαφορετικό διαχωρισμό), που περιέχουν τα υπομνήματα όλων των περασμένων εποχών τα οποία δίκαια πιστεύεται ότι είναι θεϊκά».

Στην Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ο Ιώσηπος προσθέτει κάποιες λεπτομέρειες στην αφήγηση της Αγίας Γραφής, από την προφορική Ιουδαϊκή παράδοση. Λέει ότι «ο Ισαάκ ήταν είκοσι πέντε χρονών» όταν ο Αβραάμ τον έδεσε χειροπόδαρα για να τον θυσιάσει. Σύμφωνα με τον Ιώσηπο, αφού βοήθησε στην οικοδόμηση του θυσιαστηρίου, ο Ισαάκ είπε ότι «δεν θα ήταν άξιος να είχε γεννηθεί από την αρχή, αν αρνιόταν την απόφαση του Θεού και του πατέρα του, γι' αυτό, πήγε αμέσως στο θυσιαστήριο για να θυσιαστεί».

Στη Γραφική αφήγηση για την αναχώρηση του Ισραήλ από την αρχαία Αίγυπτο, ο Ιώσηπος προσθέτει τις εξής λεπτομέρειες: «Ο αριθμός εκείνων που τους καταδίωκαν ήταν εξακόσια άρματα, με πενήντα χιλιάδες ιππείς και διακόσιες χιλιάδες στρατιώτες, όλοι οπλισμένοι». Λέει επίσης, ότι «όταν ο Σαμουήλ ήταν δώδεκα χρονών, άρχισε να προφητεύει· και κάποτε ενώ κοιμόταν, ο Θεός τον κάλεσε με το όνομα του».

Άλλα συγγράμματα του Ιώσηπου δίνουν πληροφορίες για τους φόρους, τους νόμους και διάφορα γεγονότα. Κατονομάζει τη Σαλώμη ως τη γυναίκα που χόρεψε στη γιορτή του Ηρώδη και η οποία ζήτησε το κεφάλι του Ιωάννη του Βαφτιστή. (Μάρκος 6: 17-26) Το μεγαλύτερο μέρος των όσων γνωρίζουμε για τη δυναστεία του Ηρώδη έχει καταγραφτεί από τον Ιώσηπο. Ο ίδιος λέει ακόμα ότι, «προκειμένου να κρύβει τη μεγάλη ηλικία του, [ο Ηρώδης] έβαφε τα μαλλιά του μαύρα».

Είναι ενδιαφέρον να αναφέρουμε ότι μάλλον ο Ιώσηπος ήταν εκείνος που επινόησε τον όρο «Θεοκρατία». Σε σχέση με το ιουδαϊκό έθνος, έγραψε: «Η κυβέρνηση μας . . . μπορεί να ονομαστεί Θεοκρατία, καθώς αποδίδει την εξουσία και τη δύναμη στον Θεό».

Γαληνός: Ο Χριστιανός διάδοχος τού Ιπποκράτη

Οι Νεοπαγανιστές κατηγορούν ψευδώς και ασύστολα τη Χριστιανική πίστη, ότι δήθεν "έθαψε" την ιατρική, και την αντικατέστησε με δεισιδαιμονίες. Όμως τα ιστορικά στοιχεία ΚΑΙ ΕΔΩ ΤΟΥΣ ΔΙΑΨΕΥΔΟΥΝ. Γιατί όχι μόνο ο ίδιος ο Ευαγγελιστής Λουκάς ήταν ιατρός, αλλά ακόμα και αυτός που διέσωσε την ιατρική τού Ιπποκράτη για τα μετέπειτα χρόνια, και την εξέλιξε, (ο Γαληνός), ΗΤΑΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ! Και μάλιστα πολεμήθηκε από τους "φωτισμένους" ειδωλολάτρες ομότεχνούς του!

Ένας από τους μεγαλύτερους μύστες της Ιατρικής, ο Γαληνός, γεννήθηκε στην Πέργαμο το 2ο μ.Χ. αιώνα (129 μ.Χ.).

Σε παλαιότερα βιβλία αναφερόταν ως Κλαύδιος Γαληνός από παρανόηση του συντμημένου Cl (στα λατινικά επιθέτου Clarissimus = ενδοξότατος) που προτάσσεται συχνά στο όνομά του.

Γιος του αστρονόμου και μαθηματικού Νίκωνα, διδάχθηκε από τον πατέρα του όχι μόνο τις πιό πάνω επιστήμες, αλλά τον μύησε και στη φιλοσοφία (Πλάτωνα, Αριστοτέλη, Επίκουρο) μέχρι την ηλικία των 17 χρόνων, οπότε με την πατρική προτροπή άρχισε την σπουδή της Ιατρικής στο εκεί φημισμένο Ασκληπιείο.

Στην ανατομική είχε δάσκαλο τον φημισμένο Σάτυρο. Την ιπποκρατική Ιατρική διδάχθηκε από τον Στρατόνικο, την εμπειρική από τον Αισχρίωνα και τη διαγνωστική από τον διάσημο Φικιανό που είχε στεφανωθεί (βραβείο) στους τελούμενους εκεί, όπως και στην Έφεσο και αλλού, ιατρικούς αγώνες.

Αφού τελείωσε τις εκεί σπουδές του, ανήσυχο κι ερευνητικό πνεύμα όπως ήταν, ταξίδεψε στη Σμύρνη όπου συνέχισε τις ανατομικές σπουδές του στον Πέλοπα, που ήταν μαθητής του διάσημου Αλεξανδρινού ανατόμου Κόιντου. Στη συνέχεια, ταξιδεύοντας πάντα πεζή και δια πλοίων, όπως ο ίδιος αναφέρει «Ουκ ώκνησα να περιηγούμαι πορευόμενος πεζή και δια πλοίων», φθάνει στην Κόρινθο, όπου ο επίσης μαθητής του Κόιντου Νουμισιανός, είχε ιδρύσει ανατομική σχολή, στην οποία συνέρεεαν μαθητές απ’ όλες τις περιοχές της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Τότε οι ανατομές ανθρώπων είχαν απογορευτεί στην Αλεξάνδρεια. Κατά τα φαινόμενα στη σχολή του Νουμισιανού στην Κόρινθο γίνονταν ανατομές πτωμάτων των εχθρών πολέμου, ληστών και νεκρών εμβρύων (Γαλ. ΙΙ 221, ΧΙΙΙ 604), καθώς επίσης και σε τραυματισμένα και νεκρωμένα μέλη σώματος.

Από την Κόρινθο ο Γαληνός πηγαίνει στην Αλεξάνδρεια για να συμπληρώσει τις σπουδές του κοντά στον Ηρακλείδη.

Από την εποχή αυτή αρχίζει η συγγραφή των έργων του. Το πρώτο σύγγραμά του ήταν «Περί τής Τάξεως των ιδίων βιβλίων» (Kuhn XIX, 49-61) και «Περί των ιδίων βιβλίων» (Kuhn XIX, 8-48).

Αφού συμπλήρωσε τις σπουδές του στην Αλεξάνδρεια επιστρέφει στην Πέργαμο σε ηλικία 28 ετών.

Εκεί ο αρχιερέας του Ασκληπιείου τον εκλέγει γιατρό της σχολής μονομάχων, θέση που κράτησε τέσσερα χρόνια, αποκομίζοντας πλούσια εμπειρία σε χειρουργικές γνώσεις και δεξιότητες.

Το 162 μ.Χ. ταξιδεύει στη Ρώμη όπου σε ελάχιστο χρόνο διακρίθηκε για τις γνώσεις, τις ικανότητές του τις ιατρικές και τις δημόσιες διαλέξεις του σε θέματα ανατομίας και φυσιολογίας, τις οποίες συχνά παρακολουθούσαν επίσημοι (μέλη της Συγκλήτου και ύπατοι).

Οι μεγάλες του επιτυχίες προκάλεσαν το φθόνο τον ομοτέχνων του κυρίως των μεθοδιστών οι οποίοι με συκοφαντίες τους τον ανάγκασαν να εγκαταλείψει τη Ρώμη.

Είχε προλάβει και είχε γράψει τα βιβλία «Αι ανατομικαί εγχειρήσεις» και το α΄ βιβλίο «Περί χρείας μορίων».

Αφήνοντας τη Ρώμη ταξίδεψε σε Συρία, Παλαιστίνη, Φοινίκη και Κύπρο, απ’ όπου επέστρεψε στη Πέργαμο.

Στην Πέργαμο εξακολούθησε τις συγγραφές και τις μελέτες του και κυρίως επιδόθηκε στη σύνθεση φαρμάκων, ιδίως δε της θηριακής.

Σε μικρό χρονικό διάστημα μετακαλείται στη Ρώμη από το νέο αυτοκράτορα Μάρκο Αυρήλιο.

Αναχωρώντας απ’ τη Πέργαμο έφθασε στη Λήμνο, από κει στη Θράκη, στη Μακεδονία, από όπου πεζή έφθασε στη Ακηλυία, όπου έμεινε αρκετό καιρό ως γιατρός του διαδόχου Λούκιου Βέρου του Κομμόδου, συνεχίζοντας τις μελέτες του και τη συγγραφή βιβλίων όχι μόνο ιατρικών, αλλά και φιλοσοφικών και φιλολογικών.

Υπολογίζεται ότι έγραψε περίπου 500 βιβλία. Τα περισσότερα κάηκαν στην πυρκαγιά του ναού της Ειρήνης, στη Ρώμη. Τα διασωθέντα, περίπου 150, δεν θεωρούνται από τους μελετητές του έργου του όλα γνήσια. Πολλά απ’ αυτά διασώθηκαν σε λατινικές, αραβικές και εβραϊκές μεταφράσεις.

Τα σπουδαιότερα από τα συγγράμματά του θεωρούνται:

Ανατομικαί εγχειρήσεις, περί μήτρας ανατομικής, περί της του εμβρύου ανατομής, περί φλεβών και αρτηριών ανατομής, περί νεύρων ανατομής, περί χροίας αναπνοής κ.ά.

Ο Γαληνός θεωρείται δικαίως ο ιδρυτής της ανατομικής επιστήμης ξεπερνώντας το δάσκαλό του, τον Νουμισιανό. Στο έργο του περί της του εμβρύου ανατομής, αναφέρει επί λέξει: «οι γεγυμνασμένοι, παιδία τών εκτεθειμένων νεκρά πολλάκις ανατέμνοντες, επείσθησαν ωσαύτως έχειν την κατασκευήν άνθρωπον πιθήκω». Δηλαδή οι εξασκημένοι (στην ανατομή) ανατέμνοντας νεκρά έμβρυα (από αποβολές) επείσθησαν ότι η κατασκευή τους μοιάζει με την των πιθήκων. Είναι λοιπόν, ο Γαληνός ο θεμελιωτής της Συγκριτικής Ανατομίας.

Ο ιατρός Κ. Λαμέρας, μελετητής του έργου του Γαληνού, συμπεραίνει ότι εκτελούσε νεκροτομές ανθρώπων, όχι όμως δημόσια. Άλλωστε έχουμε τη μαρτυρία του ίδιου Γαληνού ότι ήταν χριστιανός. Η χριστιανική θρησκεία τους πρώτους αιώνες απαγόρευε τη νεκροτομή και την ανατομή του ανθρώπινου σώματος.

Όπως είναι γνωστό, στην Πέργαμο κήρυξε τη νέα θρησκεία ο Απ. Παύλος και υπήρξε εκεί εκκλησία ήδη από τον 1ο αι. μ.Χ. Η μαρτυρία του Γαληνού έχει διατυπωθεί ως εξής: «Δει δε ημάς τούς Χριστιανούς επί τα καθ’ ημάς μέγιστα και μυστηριώδη χωρείν. Τούτους γαρ εγώ πιστεύω και ομολογώ μη μόνον τα σωματικά πάθη φυγαδεύεσθαι, αλλά και τα ψυχικά τελείως αφανίζεσθαι» (XIX, 679).

Αυτή σε αδρές γραμμές είναι η φιλοσοφία της χριστιανικής Ιατρικής. Να παραχωρεί πέραν του σωματικού, στον ψυχικό κόσμο του ασθενούς και να θεραπεύει την πάσχουσα προσωπικότητα. Η θεωρία αυτή ξεκίνησε από τον Ιπποκράτη, συντηρήθηκε από τον Γαληνό, για να ξεχαστεί αργότερα και μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αι. οπότε επανήλθε ως ολιστική θεωρία με το νεοϊπποκρατικό κίνημα.

Η Ιατρική κατά τον Γαληνό είναι τέχνη, δηλαδή σύστημα γνώσεων, που μοναδικό σκοπό έχει «σώζειν και υγιάζειν τον άνθρωπον, ούτω δε πράττων ο ιατρός της φύσεως υπηρέτης και μιμητής» (V, 353 XI 823, XVI 35).

Κατά τον Γαληνό οφείλει ο ιατρός «μή παραβιάζεσθαι την φύσιν ακαίρως, αλλ’ υπηρετείν ευκαίρως» (XII ß, 177). Δηλαδή να υπηρετεί ο γιατρός την φύσιν (άνθρωπον) και τα πάθη του όταν χρειάζεται και να μην ενεργεί άνευ ενδείξεως, προκαλώντας πολλές φορές βλάβη στον ασθενή. Γι’ αυτούς τους πολυπράγμονες γιατρούς γράφει: «οποσάκις αν εισέλθωσι εις τον νοσούντα τοσαυτάκις αμαρτάνουσιν» (I, X 822).

Η διδασκαλία του Γαληνού βασίζεται στο έργο του Ιπποκράτη και όπως αναφέρει «ορθή δε οδώ προς την αλήθειαν πρώτος απάντων εχρήσατο ο Ιπποκράτης» (X 117).

Ο Γαληνός παραδέχεται τα τέσσερα στοιχεία όπως και ο Ιπποκράτης (γη, αήρ, ύδωρ, πυρ) και τις τέσσερις ιδιότητές τους (θερμόν, ψυχρόν, ξηρόν, υγρόν). Οι φιλοσοφικές του απόψεις είναι τελολογικές: «Στον οργανισμό μαρτυρείται το έργο του δημιουργού. Το σώμα πλάστηκε για τις ανάγκες της ψυχής. Η ψυχή ενεργεί δια του πνεύματος το οποίο ανανεώνεται με την αναπνοή. Το πνεύμα διακρίνεται εις ψυχικόν εδραζόμενον στον εγκέφαλο και σ’ αυτό οφείλεται η αίσθηση και η κίνηση, εις ζωτικόν που εδράζεται στην καρδιά και στις αρτηρίες, εξασφαλίζοντας τη ροή του αίματος και τη θερμοκρασία του σώματος και τέλος το φυσικόν με έδρα το ήπαρ, όπου γεννάται το αίμα και εξασφαλίζεται η θρέψη και συντήρηση του σώματος».

Ο Γαληνός στα συγγράμματά του περιγράφει θαυμάσια την αναπνοή, την κυκλοφορία, την πέψη, τους νεφρούς, την απέκκριση των ούρων και δίκαια θεωρείται ο ιδρυτής της Πειραματικής Φυσιολογίας.

Άξιο αναφοράς είναι ότι ο Γαληνός περιέγραψε την κυκλοφορία του αίματος σχεδόν 15 αιώνες πριν τον Χάρβεϊ το 17ο αι. την «ανακαλύψει», όπως διεθνώς πιστεύεται σήμερα.

Στο βιβλίο του «Ει κατά φύσιν εν αρτηρίαις αίμα περιέχεται» (τόμος VI) υποστηρίζεται ότι οι αρτηρίες περιέχουν αίμα και όχι αέρα ή αέρα με αίμα, όπως οι σύγχρονοί του πίστευαν.

«Εκ του εισπνεομένου αέρος το αίμα παραλαμβάνει ουχί την ουσίαν αυτού (δηλαδή τον ίδιο τον αέρα), αλλά την οικείαν και φίλην ποιότητα, το ζωτικόν πνεύμα» (V 281, X 809). Το ζωτικό πνεύμα δεν βρίσκεται ελεύθερο στο αίμα αλλά «εμπεριλαμβάνεται και συνοικεί αμάχως τω αίματι» (IV 722).

Εδώ συμπερασματικά νοείται το χημικώς ενωμένο με το αίμα «ζωτικό πνεύμα», το οποίο είναι το οξυγόνο. Ακόμη ο Γαληνός κάνει τη διάκριση μεταξύ φλεβικού και αρτηριακού αίματος. Στο βιβλίο VII 566, λέει: «καθαρού αίματος ουδέποτε εν τη φλεβί περιεχομένου». Επίσης το διοξείδιον του άνθρακος του είναι γνωστό και το περιγράφει ως «προϊόν συγκαύσεως εάν αθροισθή ως επί πυρετών και δύσπνοιαν επιφέρει» (VII 720).

Αλλού δε το αναφέρει «ως λιγνώδες ή αιμώδες, ή καπνώδες περίττωμα». Γνωρίζει την ύπαρξη τριχοειδών αγγείων και αρτηριοφλεβωδών αναστομώσεων (III 455). Έχει μελετήσει το νευρικό σύστημα όσο κανένας μέχρι την εποχή του. Περιγράφει τον εγκέφαλο βοός. Διακρίνει επτά (7) εγκεφαλικές συζυγίες, περιγράφει το συμπαθητικό ως ιδιαίτερα ευαίσθητον και αναφέρει ότι τα κινητικά νεύρα του σώματος εκφύονται από τον νωτιαίο μυελό. Κλασικές έμειναν οι γνώσεις του γύρω από τη συμπτωματολογία της διατομής του νωτιαίου, όπου σαφώς περιγράφει ότι τα συμπτώματα είναι ανάλογα με το ύψος της διατομής.

Περιγράφει τον οφθαλμό και διακρίνει πέντε χιτώνες (επιπεφυκότα, υδατοειδές υγρό, φακό, υαλοειδές σώμα και το σκληρό περίβλημα).

Κλινικώς εξετάζει τον ασθενή χρησιμοποιώντας την ακρόαση, μετρώντας τις σφύξεις και αξιοποιώντας στοιχεία από τη μακροσκοπική εξέταση των ούρων.

Η αρχή της θεραπείας της πνευμονικής φυματίωσης με πνευμοθώρακα βρίσκεται στα βιβλία του Γαληνού.

Θεραπεία. Το κεφάλαιο χωρίζεται σε δύο μέρη, στην προφύλαξη και την ίαση.

Ταυτίζεται με τον Αριστοτέλη στο ότι: η προσπάθεια ιατρών και φιλοσόφων είναι σύνορος. Είχεν ενστερνισθεί το αριστοτελικό «Η φύσις ουδέν ποιεί μάτην ουδέν περίεργον».

Πίστευε στη φυσική αντίσταση του οργανισμού. «Η θεραπεία επέρχεται ως τα πολλά δι’ αυτής της φύσεως ης ο ιατρός διατελεί υπηρέτης» (XVII 35).

Όμως χρησιμοποιούσε συχνότατα φάρμακα, τα οποία ο ίδιος παρασκεύαζε με τρόπους που πρώτος αυτός συνέθεσε: τα λεγόμενα «γαληνικά σκευάσματα» που χρησιμοποιούσε η επιστημονική ιατρική σχεδόν μέχρι τα τέλη του 19ου αι. και τα οποία περιλαμβάνονταν στα συγγράμματά του. Όπου τόνιζε ότι ο ιατρός δεν πρέπει να ασκεί το λειτουργικό του «ως φαρμακοπώλης τριόδων», αλλά οφείλει να κατέχει την ανατομική και φυσιολογία των οργάνων.

Η πρώτη έκδοση συγγραμάτων του Γαληνού έγινε το 1523 από τον Άλδο Μανούτιο στη Βενετία, σε πέντε τόμους. Το 1538 εκδίδονται στη Βασιλεία της Ελβετίας επίσης σε πέντε τόμους, ακολούθησε η έκδοση του Παρισιού το 1638 και τέλος η συνήθως χρησιμοποιούμενη από τους μελετητές του Γαληνού, η έκδοση της Λειψίας του 1621, από τον Car. Gotr. Kuhn σε 20 τόμους.

Εκτός από τη φυσιολογία, φαρμακοτεχνική, χειρουργική που διδασκόταν για πολλούς αιώνες στα πανεπιστήμια της Ευρώπης και η ανατομική του διδασκόταν μέχρι το 17ο αι. Θεωρούνταν τέτοια αυθεντία, ώστε και όταν ακόμη με τη χρήση του ήδη ανακαλυφθέντος μικροσκοπίου διαπιστώνονταν διαφορές στην υφή ιστών και οργάνων, οι ερευνητές δεν τολμούσαν να διαφωνήσουν με τα συγγράμματα του Γαληνού, τα οποία είχαν σχεδόν δογματικό χαρακτήρα.

Ο Γαληνός έφτασε την αρχαία ελληνική Ιατρική στον κολοφώνα της δόξας της και το σύστημα της Ιατρικής που βασίστηκε στα βιβλία του Γαληνού ονομάστηκε Γαληνισμός (Galinism). Την Ιατρική ο Γαληνός θεωρούσε τέχνη, δηλαδή σύστημα γνώσεων προσαρμοσμένων «κατά ποιόν και ποσόν» στο σκοπό του «υγιάζειν και σώζειν άνθρωπον». Κατά τον ίδιο είναι τέχνη άκρως δυσχερής και απαιτεί αγχίνοια, μνήμη και φιλοπονία.

Και, όπως αναφέρθηκε, δέσποζε στην Ευρώπη για σχεδόν 15 αιώνες και είχε μεταφραστεί στα λατινικά, αραβική, εβραϊκά. Οι γνώσεις του και η εργατικότητά του τον βοήθησαν να εκτιμηθεί όσο κανένας ως τότε γιατρός, αλλά και να προκαλέσει το φθόνο των ομοτέχνων του, συχνά δικαιολογημένα, γιατί όπως αναφέρουν μελετητές του «ήταν υπερόπτης κι αλαζών», γράφοντας για τον εαυτό του «μεγάλος εθαυμάσθην» ή «ουδείς έγνω προ ημών» ή «ου πρώτον εις ιατρόν φοιτάν ηρξάμην, αλλ’ εις φιλοσόφους» κ.ά.

Αυτά όμως, ανθρώπινα και κατανοητά, δεν μπορούν να μειώσουν ή να ακυρώσουν τη μεγάλη προσφορά του στην επιστήμη και στον άνθρωπο.

Ο Γαληνός, όντας αυτοκρατορικός γιατρός του Ρωμαίου αυτοκράτορα Μάρκου Αυρηλίου, αρνήθηκε να τον ακολουθήσει σε εκστρατεία, δηλώνοντας σωματική αδυναμία.

Επέστρεψε πεζή μέσω Θράκης στην πατρίδα του στην Πέργαμο, όπου συνέχισε τις μελέτες και τις συγγραφές του μέχρι το θάνατό του, στις αρχές του 3ου αι., το 200 ή κατ’ άλλους το 201 μ.Χ.

Αρχαίες πηγές Πατρολογίας και ιστορίας

α. Πρώτος πατρολόγος είναι ο ιστορικός της Εκκλησίας Ευσέβιος (339), μολονότι δεν θεωρείται συστηματικός. Έχει όμως συνείδηση ακριβή ότι επεξεργάζεται πατρολογικό υλικό, που αφορά στα πρόσωπα και τα έργα εκκλησιαστικών συγγραφέων. Το υλικό αυτό καταγράφεται σε ειδικά κεφάλαια στα βιβλία Γ΄ - Ζ΄ της Εκκλησιαστικής ιστορίας του. Ο Ευσέβιος φροντίζει να συνδέει τα έργα με τις αιτίες ή τις κακοδοξίες που τα προκάλεσαν.

β. Ακολουθεί ο πρώτος συστηματικός πατρολόγος της αρχαίας Εκκλησίας, ο Ιερώνυμος (420), που έγραψε το έργο De viris illustribus (=Περί επιφανών ανδρών) στη Βηθλεέμ το 392. Σ’ αυτό περιλαμβάνονται 135 συγγραφείς, μεταξύ των οποίων αιρετικοί, οι ιουδαίοι Φίλων και Ιώσηπος, ο εθνικός Σενέκας και ο ίδιος ο Ιερώνυμος, που είχε ως πρότυπο το ομώνυμο έργο του εθνικού Σουετωνίου (β΄ αι.) και κυρία πηγή τον ιστορικό Ευσέβιο. Σκοπός του λατίνου Ιερωνύμου ήταν να δείξει ότι και στους κόλπους της Εκκλησίας έζησαν σοφοί άνδρες. Το έργο έχει μεγάλη αξία, μολονότι ο Ιερώνυμος κρίνει συχνά συγγραφείς της εποχής του ανάλογα με τη προσωπική του στάση απέναντι σε πρόσωπα και έργα.

γ. Το έργο του Ιερωνύμου συνέχισαν συμπληρώνοντάς το οι εξής δυτικοί συγγραφείς: ο πρεσβύτερος Γεννάδιος στη Μασσαλία (480), ο Ισίδωρος Σεβίλλης (615/8), που ασχολείται μόνο με τους ισπανούς θεολόγους, και ο Ιλδεφόνσος Τολέδου (667), που βιογραφεί 14 πρόσωπα, εκ των οποίων μόνο τα 8 είναι συγγραφείς.

δ. Σταθμό στην ιστορία της Πατρολογίας αποτελεί το έργο Μυριόβιβλον ή Βιβλιοθήκη του Μεγάλου Φωτίου, που το έγραψε χάριν του αδελφού του Ταρασίου, προτού να γίνει πατριάρχης (857). Περιλαμβάνει 281 εκκλησιαστικούς και θύραθεν συγγραφείς. Παρέχει πληροφορίες για τα πρόσωπα των συγγραφέων, δίνει σύντομες περιλήψεις και κάποτε αποσπάσματα των έργων και προβαίνει σε αξιολογώτατες κρίσεις. Η προσφορά του Μυριοβίβλου είναι σπουδαία και διότι αναφέρει σε περίληψη έργα, τα οποία δε γνωρίζουμε από άλλες πηγές.

Σύγχρονες Προσωπικότητες

Γέροντας Ιωήλ Γιαννακόπουλος

Ο ασθενής ζηλωτής και σοφός ερμηνευτής

ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑ

Α΄. Γέννηση - ανατροφή

Στο χωριό Μαθία, κοντά στο Πεταλίδι Μεσσηνίας γεννήθηκε το 1901 μία πολύ ξεχωριστή προσωπικότητα της Ελλαδικής Εκκλησίας, ο π. Ιωήλ Γιαννακόπουλος. Θήτευσε με άσκηση, μελέτη και ταπείνωση τόσο στο Άγιο Θυσιαστήριο, όσο και στην ανθρώπινη Γνώση. Ο πατέρας του Νικόλαος Γιαννακόπουλος και η μητέρα του Αναστασία ήσαν απλοί χωρικοί, αλλά πολύ πλούσιοι στην ψυχική δύναμη, την Ορθόδοξη πίστη και ευσέβεια. Απέκτησαν μαζί τέσσερα αγόρια και πέντε κορίτσια! Ένα απ’ αυτά ήταν ο Φώτιος. Γρήγορα όμως οι οικογενειακές ανάγκες τους έφεραν στην Καλαμάτα.

Β΄. Σπουδές

Ο μικρός Φώτιος τέλειωσε έτσι και το Δημοτικό, αλλά και το Γυμνάσιο-Λύκειο στην Καλαμάτα. Σαν μαθητής του Δημοτικού παρουσίαζε μια παράξενη δυσμάθεια. Δυσκολευόταν να απομνημονεύει τα μαθήματα!!! Επειδή είχε και βραδυγλωσσία, το πρόβλημα γινόταν πιο έκδηλο, οπότε έδινε την εντύπωση, ότι δεν «σκάμπαζε» τίποτα! Όλοι ήταν απογοητευμένοι και όλοι τον καταφρονούσαν σαν μαθητή…

Ο Φώτης όμως δεν ήταν κουτός, όπως όλα τα παιδιά. Το πρόβλημά του εξισορροπούταν από την τεραστίων διαστάσεων ορθή σκέψη! Αυτό το κατάλαβε και ο ίδιος. Μάλιστα διαπίστωσε πως οι συμμαθητές του γρήγορα ξεχνούσαν αυτά που απομνημόνευαν, χωρίς βαθιά κατανόηση, ενώ αυτός όχι μόνο τα θυμόταν, αλλά ο ίδιος οδηγήθηκε σε μια διεισδυτικότητα στις γνώσει, που άρχισε να καταπλήττει τους σοφούς… Τότε κατάλαβε ότι όταν ο κάθε άνθρωπος αξιοποιεί τις προσωπικές του δυνατότητες ξεπερνάει τον… φαινομενικό εαυτό του.

Γ΄. Κοντά στο ασκητή π. Ηλία Παναγουλάκη

Σε μια σπηλιά, έξω απ’ την Καλαμάτα ασκήτευε ένας πρώην καταφρονητής της Ορθόδοξης πνευματικής ζωής, ο π. Ηλίας Παναγουλάκης. Το 1902, σε ηλικία 30 ετών, αυτός ο μεγάλος ασκητής της Καλαμάτας, παρακολουθώντας μια κηδεία, «ήλθε εις εαυτόν» και ασκήτευε έως το θάνατό του -17/01/1917- στην σπηλιά, μακριά απ’ τον κόσμο. Δεν ήταν όμως μακριά απ’ τους ανθρώπους, γιατί πολλοί τον επισκεπτόντουσαν, τον ζούσαν και άκουγαν το... κήρυγμά του, και ήταν μέρος της καθημερινής τους κουβέντας!!! Ανάμεσα σ’ αυτούς, βρέθηκε «τυχαία» και ο Φώτης.

Μια μέρα του 1913, όταν ο Φώτης ήταν κοντά στα 12, ενώ έπαιζε ξυπόλητος στο δρόμο, μια γιαγιά, φτωχή και τυφλή, του ζήτησε να την οδηγήσει στην, άγνωστη μέχρι τότε σπηλιά του ασκητή. Ο καλοσυνάτος Φώτης άφησε το παιχνίδι και έτσι αφέθηκε στο Άγιο Πνεύμα να τον οδηγήσει όπου το στόμα της τυφλής γιαγιάς έλεγε!!! Από τότε ο Φώτης απέκτησε Δάσκαλο…

Μια άλλη φορά βρέθηκε μπροστά σ’ ένα θαυμαστό σημείο, που όχι μόνο τον σαγήνευσε, αλλά για το φιλοσοφικό του μυαλό, τον σιγούρεψε για την αλήθεια και δύναμη της Ορθόδοξης Πίστης. Ο π. Ηλίας μιλούσε σε μια ομάδα νεαρών και αρκετούς μεγάλους γι’ αυτή την Πίστη. Τότε ένας χρυσοκάνθαρος πετούσε συνεχώς πάνω απ’ τα κεφάλια τους και όλοι στράφηκαν σ’ αυτόν, χωρίς να προσέχουν τον ασκητή. Τότε ο π. Ηλίας σχηματίζοντας με το χέρι του το σημείο του Σταυρού, επιτίμησε το… διάβολο, οπότε το ζωύφιο έπεσε κάτω νεκρό… Ο σοφός Φώτης τότε κατάλαβε!!!

Άρχισε ο Φώτης να μοιάζει στον π. Ηλία και άρχισε να νηστεύει με τεράστιο ζήλο, σχεδόν χωρίς μέτρο. Έγινε έτσι πασίγνωστος, για κάτι που τα άλλα παιδιά ήταν αδύνατο να κατανοήσουν… Όταν αργότερα ήταν φοιτητής Θεολογίας, κάποια φορά δεν μπορούσε από την νηστεία ν’ ανεβεί στο τραμ και γέλαγαν όλοι σε βάρος του… Το ίδιο έκανε και στο στρατό, παρ’ όλες τις δυσκολίες που συνάντησε εκεί.

Δ΄. Αφιέρωση Ορθόδοξη στο Χριστό

Στη σπηλιά-ασκητήριο του π. Ηλία Παναγουλάκη ο Φώτης γνωρίστηκε και με τον Χρήστο, μετέπειτα π. Χρυσόστομο Παπασαραντόπουλο, τον μεγάλο Έλληνα Ορθόδοξο Ιεραπόστολο της Αφρικής του 20ου αιώνα!!! Συνδέθηκαν πολύ, γιατί κατάλαβαν ότι ταίριαζαν. Ο Φώτης πάντα θαύμαζε τον Χρήστο, που παρ’ όλο που λόγω φτώχιας δεν μπόρεσε να τελειώσει το... Δημοτικό.

Το 1916 (15 ετών), ο μικρός Φώτης το σκάει απ’ τους γονείς του και πάει σε… μοναστήρι. Όμως ο πατέρας του τον βρήκε και με το ζόρι τον πήρε πίσω, αφού ήθελε ακόμη 5 χρόνια για ενηλικίωση. Ο Φώτης περίμενε να τελειώσει η «Βαβυλώνια» αιχμαλωσία του, όπως και ο στρατός - που ήταν τότε υποχρεωτικός - και νάσου δόκιμος στην σεβάσμια Ι. Μονή Βελανιδιάς, έξω απ’ την Καλαμάτα. Ηγούμενος ήταν τότε ο Αρχιμ. Ιεζεκιήλ Βελανιδιώτης, νομικός-θεολόγος, μετέπειτα μητροπολίτης Θεσσαλιώτιδος. Την εποχή εκείνη ο μοναχισμός περνούσε τεράστια κρίση. Η συντριπτική κυριαρχία των αρνητικών πλευρών του Δυτικού διαφωτισμού είχε περάσει απ’ την κοινωνία και στους χριστιανούς, κληρικούς και λαϊκούς σε μεγάλο βαθμό. Ήταν οι εποχή που «αναπτύχθηκαν» οι λεγόμενες «χριστιανικές οργανώσεις», οι οποίες και νομιμοποιούσαν θεολογικά τον δυτικό τρόπο σκέψης στην «θεολογία τους» και εκκοσμίκευαν την Ορθόδοξη Εκκλησιολογία και οδήγησαν στην σημερινή θεολογική «σύγχυση των γλωσσών»…

Ο Φώτης όμως είδε σωστά τον μοναχισμό! Στις 23 Ιουλίου 1924, ημέρα Τετάρτη, (23 ετών), μνήμη του αγίου Προφήτη Ιεζεκιήλ, ξυπόλυτος, ενδύεται το μοναχικό αρραβώνα του μικρού αγγελικού σχήματος, με το νέο όνομα του άλλου αγίου προφήτη Ιωήλ… Στις 23 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτος ο τότε μητροπολίτης Μεσσηνίας Μελέτιος (Σακελλαρόπουλος) τον χειροτόνησε διάκονο. Και μετά τέσσερα χρόνια στις 6 Ιανουαρίου του 1929, σε ηλικία 28 ετών τον χειροτόνησε πρεσβύτερο, όπως πρόβλεπαν τότε οι αποφάσεις της Ι. Συνόδου.

Ε΄. Η μεγάλη δοκιμασία του

Λίγο μετά την χειροτονία του σε διάκονο διορίζεται και αποδέχεται τον διορισμό του σαν καθηγητή θεολόγου στο Σχολαρχείο (Γυμνάσιο) Μεθώνης. Εκεί αναδεικνύεται το πνεύμα συγκατάβασης στους μαθητές, όπου περνάει μεγάλα νοήματα με απλοποιημένο τρόπο. Τον ελεύθερο χρόνο του τον περνούσε στα ερημικά μοναστήρια και ξωκκλήσια, για περισυλλογή και προσευχή. Παρ’ όλη την κούρασή του αναδεικνύεται και σε μεγάλο νηστευτή. Δεν καταλύει ούτε λάδι. Όμως ήταν πάνω απ’ τις δυνάμεις του. Εξ άλλου μη ξεχνάμε πως ακόμη δεν είχε έμπειρο γέροντα, ώστε να αποφύγει τις νεανικές του ακρότητες! Σαν παρακαταθήκη είχε τον τρόπο ζωής του π. Ηλία.

Η υγεία του όμως κάμφθηκε! Έκανε υπερβολές στον αγώνα του να μην υποδουλωθεί στα πάθη. Και η μεγάλη μάστιγα εκείνης της εποχής, η φυματίωση τον κτύπησε πολύ δυνατά!!! Και όταν «ο κόμπος έφτασε στο κτένι», μέσα στην τάξη το κόκκινο αίμα ξαφνικά βγήκε απ’ το… στόμα του! Ξαπλωμένος στο ασκητικό κρεβάτι ικέτευε τον Κύριο ζωής και θανάτου να τον ελεήσει. Ο αδελφός του Αθανάσιος (στρατιωτικός) επιτακτικά τον σήκωσε στους ώμους του και τον πήγε μέσα στο σπίτι του, ανάμεσα στους δικούς του! Έτυχε ιατρικής παρακολούθησης, ενώ ο Κύριος της αγάπης τον κράτησε στη ζωή και αυτόν και όλη την οικογένεια του αδελφού του…, παρ’ ότι οι γιατροί τον είχαν ξεγράψει κι αυτόν!

Όταν επέστρεψε στο σχολείο η κοινωνική κατακραυγή για τον «φυματικό καθηγητή» έφτασε μέχρι το Υπουργείο Παιδείας… Και όπως γράφει ο μαθητής του Σεβ. Μητροπολίτης Νικοπόλεως Μελέτιος (Καλαμαράς): «Και ο Ιωήλ; Δεν θέλει να προκαλεί σκάνδαλο. Και παίρνει με ταπείνωση το βάρος επάνω του. Και φεύγει!…»

ΣΤ΄. Στην Καλαμάτα μέσω… Καβάλας

Διωγμένος λόγω της αρρώστιας του καταλήγει στην άλλη άκρη της Ελλαδικής χερσονήσου, την Καβάλα. Δεν το θεωρεί εξορία, μα πλήρωμα του Κυρίου. Και εκεί θεραπεύθηκε τελείως από την φυματίωση!!! Έμεινε όμως η ανάγκη προστασίας της υγείας του, οπότε δεν μπορούσε πια να νηστεύει όσο θα ήθελε. Η αληθινή του όμως ταπείνωση το άντεξε κι αυτό…

Το 1938, ο νέος Αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος Φιλιππίδης (1938-1941), πρώην Τραπεζούντας, που εκλέχτηκε με τον αναγκαστικό νόμο 1493/03-12-1938,τον κάλεσε κοντά του στην Αθήνα. Ο Ιωήλ όμως χωρίς συμβιβασμούς κήρυττε τον Λόγο του Κυρίου στο μέσο της Αθήνας. Δεν είχε καμιά αγωνία για πράγματα που είχε ήδη απορρίψει: εντυπώσεις, προβολές, προωθήσεις, εκμεταλλεύσεις ανωμάλων καταστάσεων (δικτατορία Ι. Μεταξά)… Η κατάσταση βέβαια αυτή σταμάτησε τον Μάιο του 1941, οπότε απελευθερώθηκε και ανατοποθετήθηκε αρχιεπίσκοπος Αθηνών ο Δαμασκηνός Παπανδρέου (1938, 1941-1949), που είχε ήδη εκλεγεί το… 1938, αλλά δεν ήταν αρεστός στην Δικτατορική κυβέρνηση Ι. Μεταξά και στον χαμένο Χρύσανθο…. Το περιβάλλον του αρχιεπισκόπου, παρ’ όλο που του φερόταν άψογα τον οδήγησε σε παραίτηση. Και ο όσιος γέροντας, που με αγαθές προθέσεις είχε βρεθεί στην Αθήνα, άδειασε ευχάριστα την γωνιά… Αυτός που ξέρει να παραιτείται τις κατάλληλες στιγμές, όπως ο Άγιος Γρηγόριος, ο Θεολόγος, ξέρει να επιδιώκει και την αφάνεια.

Έφυγε το 1942 (41 ετών) για την Καλαμάτα και τοποθετήθηκε στην καλύτερη, τότε, ενορία της πόλης, στον Άγιο Νικόλαο, από τον τότε μητροπολίτη Πολύκαρπο (Συνοδινό). Οι ενορίτες ήσαν μορφωμένοι και ο ρόλος του φαινόταν πολύ σημαντικός. Όμως ο ιερέας που εφημέρευε, για τους γνωστούς και ευνόητους λόγους, δεν είδε με καλό μάτι το έργο του π. Ιωήλ. Γι’ αυτό υπέβαλε παραίτηση και ζήτησε να περιοριστεί στο άσημο και φτωχό παρεκκλήσι των Αγίων Ταξιαρχών, Ι. Μετόχι της Ι. Μονής βελανιδιάς, και φυσικά όχι στον μεγάλο ομώνυμο ναό στο… κέντρο της πόλης…

Ζ΄. Η μεγάλη του Θεολογική και Εκκλησιολογική του δράση

Τον π. Ιωήλ δεν τον απασχολούσε αυτό το… «επαγγελματικό ναυάγιο»… Από ευνοούμενος ενός αρχιεπισκόπου σε μια από τις πιο αριστοκρατικές ενορίες της Αθήνας, στον Ι. ναό Αγίου Νικολάου Πευκακίων, στο… άσημο παρεκκλήσι της Καλαμάτας! Τι ζητούσε όμως απ’ αυτόν ο Κύριος; Με προσευχή και νήψη, με ταπείνωση και όχι πια τις παράτολμες νηστευτικές υπερβάσεις, κατάλαβε σύντομα πως θα γινόταν ο πόλος σ’ ένα εργαστήρι αγιασμού ψυχών και σωμάτων…

Ο π. Ιωήλ λειτουργούσε κάθε Κυριακή και κήρυττε επί μισή τουλάχιστον ώρα, χωρίς να κουράζει! Κάθε απόγευμα της εβδομάδας περίμενε ήρεμος και γεμάτος καλοσύνη τα πνευματικά του τέκνα για συζήτηση ή εξομολόγηση. Ποτέ δεν πέρασε άνθρωπος από εκεί χωρίς κάτι να πάρει με την ευχή του, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Σεβ. Νικοπόλεως Μελέτιος. Ήταν η περίοδος της Κατοχής, που οι άνθρωποι αντιμετώπιζαν τον θάνατο με… «συνοπτικές διαδικασίες»! Ο π. Ιωήλ ενδυνάμωνε το λαό του Θεού, με παρρησία και θάρρος. Οι θιγόμενοι μαθαίνουν και τρίζουν τα δόντια τους. Μερικοί τον συμβουλεύουν να σιωπήσει, αλλά αυτός απαντά πως αν σιωπήσει τώρα, πότε θα μιλήσει; Κάποτε εκ του ασφαλούς; Τότε λέει δεν σε ακούει κανένας!!! Πολλοί έτρεμαν πως θα «χάσουν» τον Ιωήλ… Που να ήξεραν πως αν τους άκουγε, τότε θα τον έχαναν…

Το κήρυγμά του ήταν στην αρχή αυστηρό, γεμάτο πνευματικούς προβληματισμούς, νευρίαζε τους βολεμένους στην τυπική ευσέβεια της… Κυριακής και με καμιά συνέπεια στη ζωή. Σιγά-σιγά τον κατάλαβαν κι αυτοί. Και έμπαιναν στο νόημα αργά και σταθερά. Βλέπετε το κήρυγμά του δεν ήταν ούτε ρητορίστικο ούτε ηθικίστικο. Ήταν δομημένο, τεκμηριωμένο και στόχευε στην θεολογική και Εκκλησιολογική συγκρότηση των πιστών!

Το κύριο βέβαια έργο του αναδείχτηκε η εξομολόγηση. Πάντως για τον π. Ιωήλ εξομολόγηση χωρίς αληθινή αυτομεμψία ήταν κάτι το τερατώδες! Στην περίοδο του εμφυλίου πήγε ένας νεαρός άνδρας με όλη του την πολεμική εξάρτηση να… εξομολογηθεί

Να πώς διασώζει τον διάλογο ο Σεβ. Νικοπόλεως Μελέτιος:

«-Τι θέλεις εδώ;

-Εξομολόγηση!

-Να με εξομολογήσεις ή να εξομολογηθείς;

-Να εξομολογηθώ!

-Και αυτά τι τα θέλεις μαζί σου; Για απειλή;

- Όχι πάτερ! Δεν το σκέφτηκα να τα άφηνα κάπου.

-Καλά. Ειπέ τότε μέσα σου, πως δεν τα έχεις και κάθισε! Ταπεινωμένος ο αντάρτης έκατσε. Και τα είπαν θαυμάσια.»

Στις διαλέξεις του είχε πάντα στόχο να «ψαρέψει» τους πιο απομακρυσμένους από τη ζωή της εκκλησίας. Αυτούς που φαντάζονταν, πως η εποχή της πίστης έχει περάσει… Οι διαλέξεις αυτές έκαναν κρότο. Κυριολεκτικά καθήλωναν τους ακροατές. Έτσι επιβλήθηκε ο π. Ιωήλ στην πόλη σαν ο πιο σοφός και μορφωμένος άνθρωπος.

Η΄. Η προσωπική του ζωή

Ο π. Ιωήλ είχε βαθιά συνειδητοποιήσει πως με νήψη και προσευχή οδηγείται κανείς στα μονοπάτια της διάκρισης, της ταπείνωσης, της αγάπης και της δυναμικής παρουσίας στη γη. Για την προσευχή έλεγε συχνά, πως έχουμε τα εξής είδη:

Α). Την ενδιάστακτη. Που γίνεται στην Εκκλησία με τις ιερές ακολουθίες, αλλά και στο σπίτι με ευλάβεια μπροστά από τα εικονίσματα.

Β). Την νοερά. Που γίνεται, ενώ ο άνθρωπος περιπατεί, εργάζεται, κλπ, με την επίκληση του ελέους του Χριστού.

Γ). Την πνευματική μελέτη, για υποβοήθηση του έσω ανθρώπου να έχει μνήμη Θεού.

Δ). Τον αγιασμό του χρόνου. Τον επιτυγχάνουμε με την μελέτη βιβλίων και με την απασχόληση, όταν δεν μας αποπροσανατολίζουν εκ των έξω καταστάσεις. Το τελευταίο αυτό είδος είναι για τον άνθρωπο, που δεν έχει ακόμη φθάσει στα μέτρα των πατέρων, έλεγε, μια βιολογική ανάγκη!

Ο π. Ιωήλ ολόκληρη την ημέρα του την είχε κατανείμει στους τέσσερις αυτούς τρόπους προσευχής…

Σηκωνόταν πριν από τις 5.00 π.μ. και μετά από σύντομη εωθινή προσευχή, επί πέντε ώρες μελετούσε την Αγία Γραφή. Στις 10.30 π.μ. έβγαινε να ξεκουραστεί. Περπατούσε στο εκκλησάκι του. Επικοινωνούσε με όποιον συναντούσε. Έτρωγε λιτό φαγητό, που του είχαν ετοιμάσει οι μαθητές, ώστε να είναι αμέριμνος. Γύρω στις 1.30 μ.μ. ξαναγύριζε στο σπίτι του. Εκεί (2.00 μ.μ.) διάβαζε για αγιασμό του χρόνου και φρόντιζε να ξεκουραστεί σωματικά. Κατά τις 5.00 μ.μ. ξεκινούσε πάλι για το εκκλησάκι, τελούσε Εσπερινό και είχε συνομιλία με τα πνευματικά του παιδιά μέχρι τις 9.00 μ.μ. ή και αργότερα. Γύριζε πάλι στο κατάλυμά του για λιτό δείπνο και ύπνο. Παραλλαγές υπήρχαν στο πρόγραμμα, όταν γίνονταν πρωινές Θ. Λειτουργίες και απογευματινές διαλέξεις στην αίθουσα του μορφωτικού ιδρύματος «Λαϊκή Σχολή», σε αίθουσες κινηματογράφων ή αλλού…

Θ΄. Συγγραφική δουλειά

Ο γέροντας, με τιτάνιο αγώνα, ακατάβλητη θέληση και θείο φωτισμό, κατάφερε να υπομνηματίσει όλα τα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, σε 26 τόμους, αρχίζοντας από την Γένεση ( Α΄ τόμος) και καταλήγοντας στην Σοφία Σειράχ (ΚΣΤ΄ τόμος).

Έκανε αναλύσεις κειμένων στην καινή Διαθήκη:

1.Η Ζωή του Χριστού (τεύχη 10).

2. Πράξεις των Αποστόλων (τεύχη 2).

3. Ερμηνεία της Αποκαλύψεως.

4. Το πρόβλημα του Ιούδα.

Έγραψε πολλά απολογητικά έργα και διαλέξεις:

1. Χριστιανισμός-Λογική (τ. Α΄ Θεός-Χριστός, τ. Β΄ Άνθρωπος-Ζώον).

2. Υπάρχει ψυχή;

3. Διάλογος Ορθοδόξου και Ευαγγελικών.

4. Η Δίκη του Χριστού (νομικώς).

5. Όνειρα και θαύματα του λαού.

6. Ο Χριστός εις τον Άδην (Υπάρχει Κόλασις;)

7. Σταύρωσις και Ανάστασις του Χριστού.

8. Η εξομολόγηση.

9. Παλαιόν και Νέον Ημερολόγιον.

Σε όλα τα έργα του το πρίσμα ήταν εκκλησιολογικό και απέβλεπε στη οικοδομή του λαού του Θεού, πως τονίζει ο Σεβ. Νικοπόλεως Μελέτιος.

Για την συγγραφική του αυτή δουλειά, ιδιαίτερα για τον υπομνηματισμό της Παλαιάς Διαθήκης προτάθηκε από τον Ειδικό καθηγητή της Θεολογικής Σχολής Αθηνών και βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών. Στην βράβευση (31 Δεκεμβρίου 1965), δεν ήθελε να πάει για να αποφύγει την ματαιοδοξία, αλλά το επιχείρημα του μαθητή του Αρχιμ. τότε Μελέτιου Καλαμαρά, ότι θα πολεμηθεί από το πάθος της κενοδοξίας αν δεν πάει, αποφάσισε να… ταπεινωθεί και να πάει!!! Όμως ουδέποτε ενδιαφέρθηκε για την προβολή και κυκλοφορία των βιβλίων του. Τα άφηνε στα χέρια του Θεού, προς δόξα του οποίου τα έγραφε, και αύξηση της Εκκλησίας Του!!!

Ι΄. Το Ησυχαστήριό του «Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΙΩΗΛ»

Κοντά στο 1960, μια μερίδα πνευματικών του παιδιών ζήτησαν να μονάσουν μαζί. Αποφάσισαν λοιπόν να ιδρύσουν ένα ησυχαστήριο, σύμφωνα με την μακραίωνη παράδοση του Ορθόδοξου Μοναχισμού. Χρήματα δεν υπήρχαν. Ούτε θεώρησε σωστό να διακοπεί η έκδοση των υπομνηματισμών στη Παλαιά Διαθήκη. Έτσι το 1962 με χρήματα των ενδιαφερομένων υποψηφίων μοναχών αγοράστηκε ένα κτήμα έξω από την Καλαμάτα, κοντά στην κοινότητα φαρών (Γιαννιτσάνικα). Στις 24 Ιουλίου 1962 με ευλογία του Τοποτηρητή της μητρόπολης, Μητροπολίτη Γόρτυνος και Μεγαλουπόλεως Ευσταθίου, τέθηκε ο θεμέλιος λίθος. Στα λίγα κελιά που δημιουργήθηκαν, στις 20 Οκτωβρίου 1962 έγινε πανηγυρική εγκατάσταση των πρώτων αδελφών. Ήσαν οι οσιότατες Μοναχές Πελαγία (έκανε χρέη ηγουμένης) και Χριστονύμφη.

Ο κτίτωρας π. Ιωήλ βασανίστηκε να δώσει όνομα στο ησυχαστήριο. Του πρότειναν να βάλει το όνομα του προφήτη Ιωήλ, στο οποίο διαφωνούσε, αλλά πείστηκε τελικά στο επιχείρημα ότι το όνομα του Προφήτη θα επισκιάσει το δικό του!!! Τα επίσημα εγκαίνια έγιναν στις 31 Μαίου 1964, ανάμεσα σε κοσμοσυρροή, από τον Μητροπολίτη Γόρτυνος Ευστάθιο.

Σήμερα το Ησυχαστήριο αριθμεί περί τις 14 μοναχές, όπου προΐσταται η γερόντισσα Πελαγία. Μετά τους σεισμούς του 1984, χάρις στην αμέριστη συμπαράσταση απ’ όλη την Ελλάδα ανακαινίστηκε σε αληθινό στόλισμα της περιοχής.

ΙΑ΄. Το τέλος του

Ο π. Ιωήλ φτάνει στα 65 χρόνια ζωής, το 1965, ασθενής κατά το σώμα από την εποχή της φυματίωσης, αλλά δυνατός κατά το πνεύμα. Και ενώ είχε τάξει στον εαυτό του, να πει τελειώνοντας την «Παλαιά διαθήκη», «νυν απολύεις τον δούλον σου Δέσποτα», τελειώνοντας του ήλθε ο λογισμός να γράψει για τον… Πασκάλ! Την ίδια όμως εποχή σ’ έναν Εσπερινό μια γυναίκα είδε τον Ταξιάρχη Μιχαήλ να περπατάει στον ναό και είπαν όλοι: «Θα μας τον πάρει ο Ταξιάρχης»!!!

Ο γέροντας όμως αισθανόταν καλά. Φεύγει λοιπόν για το Άγιο Όρος, όπου το γύρισε όλο και βρήκε απ’ όλα τα... λουλούδια. «Από το άριστα μέχρι το μηδέν», όπως έλεγε. Μίλαγε όμως μόνο για το άριστα! Συνάντησε και τον π. Θεόκλητο Διονυσιάτη, με δυνατή συζήτηση, συμφωνίες και διαφωνίες,… περί προσευχής….

Επιστρέφοντας στην Καλαμάτα, ξημερώνοντας 16 Δεκεμβρίου παθαίνει «οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου»! Η είδηση περιφέρεται σ’ όλη την χώρα. Δεν μπορούν να το πιστέψουν οι… μαθητές του. Αυτός στο κρεβάτι του πόνου, αναφωνεί την πιο γλυκιά προσευχή του: «Δόξα Σοι, Κύριε δόξα Σοι» και τα σχετικά. Στις 22/12/1966 αναστέναξε και είπε: «Εγώ παιδιά μου έχω πεθάνει πια». Στις 23/12/1966, ημέρα Παρασκευή ξύπνησε και ζήτησε να… τακτοποιηθεί. Διάβασε την Ι. Ακολουθία της Μεταλήψεως και Κοινώνησε. Ευχαρίστησε τον Κύριο, ρώτησε τι φαγητό θάχουν την Κυριακή (Χριστούγεννα) και στις 15.45 ψιθύρισε το «Δόξα Σοι Κύριε, δόξα Σοι» και η ψυχή του άφησε το σώμα…

Το λείψανο του αοίδιμου π. Ιωήλ μετακομίστηκε στον Ι. ναό του αγίου Νικολάου, όπου πέρασε όλη η Καλαμάτα και όχι μόνο… Στις 24 Δεκεμβρίου, 4.30 μ.μ. έγινε η νεκρώσιμος ακολουθία, λίγο πριν τον εσπερινό των Χριστουγέννων… Ενταφιάστηκε στο ησυχαστήριό του. Μια πρόρρηση του φίλου του π. Φιλόθεου Ζερβάκου, ότι την Καλαμάτα θα την σκέπαζε σύντομα ένα πηχτό σκοτάδι είχε πια εκπληρωθεί…

Αξίζει να σημειωθεί πως ο Σεβ. Νικοπόλεως αναφέρει πολλά σημεία αγιότητας για τον π. Ιωήλ, αλλά τα αφήνει στα «χέρια» του Κυρίου (σελ. 126-130).

ΙΒ΄. Αποσπάσματα από τα συγγράμματά του

1. Γενική παρατήρηση επί της εξαημέρου «Ένα βλέμμα επί της βιβλικής εξαημέρου μας πείθει, ότι δεν πρόκειται περί μεγάλων χρονικών περιόδων, ως ενόμισαν τινές, διότι η φράσις «εγένετο εσπέρα, εγένετο πρωί ημέρα μία» φανερώνει ότι αποκλείει την εκδοχήν ταύτην. Ούτε πρόκειται περί εικοσιτετραώρων ημερονυκτίων, διότι ο ήλιος έγινε την τετάρτην ημέραν. Πρόκειται λοιπόν περί έξι οραμάτων, εγκλειομένων εις εικοσιτετράωρα χρονικά διαστήματα, δι ων (δεν λέγω πως έγινε, αλλά πώς) ο Αδάμ είδε εν χρόνω ενέργειαν του Θεού.

Τα έξι οράματα διαιρούνται εις δύο αντιστοίχους τριάδας ημερών, ώστε η πρώτη τριάς στιχ. 3-13 έχει τα χωρίσματα, η δε δευτέρα στιχ. 14-25 τα συμπληρώματα. Και συγκεκριμένως: Η πρώτη τριάς: Κατά την πρώτην ημέραν χωρίζεται το φως από το σκότος, την δευτέραν χωρίζεται ο ουρανός από την θάλασσαν, την τρίτην χωρίζεται η θάλασσα από την ξηράν. Εις την δευτέραν τριάδαν έχομεν τα εξής συμπληρώματα: Κατά την τετάρτην ημέραν έχομεν τον ήλιον προς συμπλήρωσιν του φωτός της πρώτης ημέρας. Κατά την πέμπτην ημέραν έχομεν τα συμπληρώματα ουρανού και θαλάσσης, ήτοι πτηνά και ιχθείς. Κατά δε την έκτην ημέραν έχομεν τα χερσαία ζώα και τον άνθρωπον, ως συμπληρώματα της ξηράς και των φυτών της τρίτης ημέρας, διότι επί της ξηράς και δια των φυτών θα ζήσουν ζώα και άνθρωποι...» (Αρχιμ. ΙΩΗΛ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ, Η ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ, Τ. Α΄, Η ΓΕΝΕΣΙΣ, εκδ. ΒΑΣ. ΡΗΓΟΠΟΥΛΟΥ, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1969, σελ. 46).

2. Η αλήθεια: «…Τι την θέλω την αστρονομικήν αλήθειαν, όταν μου αποδεικνύει, ότι υπάρχει μια ανωτέρα δύναμις, ο Θεός, τον οποίον όμως ούτε βλέπω, ούτε με βλέπει. Ούτε γνωρίζω τι θέλει από εμέ; Θέλω Χριστόν, την σαρκωμένην αυτήν αλήθειαν, η οποία έλαβε στόμα ανθρώπου. Και μας είπε τι θέλει ο Θεός από ημάς.

Τι την θέλω την ιστορικήν αλήθειαν των παλαιών γεγονότων, τα οποία έχουσι μόνον αρχαιολογικήν σημασίαν, χωρίς να γίνωνται οδοδείκται του μέλλοντός μου εν τη παρούση ζωή και εις την πέραν του κόσμου αιωνιότητα; Θέλω τον Χριστόν μου, την μόνην ιστορικήν αλήθειαν, η οποία δεν έγινεν αρχαιολογική μούχλα, αλλά με ενισχύει δια το μέλλον παρούσης και μελλούσης ζωής.

Τι την θέλω την θεωρητικήν αλήθειαν, την οποίαν ευρίσκω δια της διανοίας, καθήμενος; Όχι! Μου αρέσει η αλήθεια του Χριστού, την οποίαν ευρίσκω γονατιστός, προσευχόμενος και με δάκρυα, διότι πλατύνει την καρδίαν μου.

Αλλά ας προχωρήσωμεν. Ο Χριστός είναι αλήθεια φτυσμένη, δεμένη, καρφωμένη, αδικημένη, σταυρωμένη, αιματωμένη. Το φτύσιμον, το δέσιμον, το κάρφωμα, η αδικία, δεν μείωσαν την αξίαν της. Τουναντίον την ελάμπρυναν... Μου αρέσει αυτή η αλήθεια διότι δύναμαι να την ζήσω, να την κάμω ιδικήν μου. Δύναμαι να την ζήσω, όχι μόνον με τον νουν μου, αλλά και με την καρδιάν μου, με την θέλησίν μου. Δύναμαι να την σκεφτώ, να την ψάλλω, να την πω. Η αλήθεια αυτή αφορά όλον τον άνθρωπον. Και όλους τους ανθρώπους».

Ι. Καποδίστριας και Ρωμηοσύνη

Πολλοί έχουν πει πως ο Καποδίστριας ήταν ένας Ευρωπαϊστής, ένας άνθρωπος που «ήθελε να μετατρέψει τους Ρωμηούς σε Έλληνες», ισχύει όμως κάτι τέτοιο;

Το 1819 γράφει στον Πατέρα του: «Είναι έργον μοναδικόν της προστασίας του Θεού και των θαυματουργών Αγίων που αναξίως επεκαλέσθην με δάκρυα ειλικρινούς καρδίας και αφοσιωμένης» προσθέτοντας την φράση: «Πίπτων εις τους πόδας του Θαυματουργού Αγίου μας και της Αειπαρθένου Πλατυτέρας (=Θεοτόκου)» Είναι έκδηλη η ησυχαστική του συνείδηση (βλ. τις σημειωμένες φράσεις) σε ένα ιδιωτικό γράμμα που του επιτρέπει να αποκαλύψει τα μύχια της καρδιάς του. Είναι δε γεγονός ότι έβλεπε την ιστορική ύπαρξη του Γένους ζυμωμένη με την πίστη.

Γράφει σε άλλη περίπτωση: «Η Χριστιανική Θρησκεία εσυντήρησεν εις τους Έλληνας και γλώσσα και πατρίδα και αρχαίας ένδοξους αναμνήσεις και εξαναχάρισεν εις αυτούς την πολιτικήν ύπαρξιν της οποίας είναι στύλος και εδραίωμα». Συνδύαζε δηλαδή ο Καποδίστριας την ανάσταση και την ιστορική συνέχεια του Έθνους, όχι με την Ευρώπη και την οποιαδήποτε βοήθειά της, αλλά με την παράδοση του γένους και τα πνευματικά αποθέματά του. Ανάλογα θα δηλώσει «Πρώτα είμαι Έλληνας... γιατί γεννήθηκα σε αυτή την χώρα... Είμαι Έλληνας από πατέρα και μητέρα. Είμαι με την χάρη του Θεού που μου ανέθεσε την κυβέρνησιν αυτού του πτωχού λαού... Είμαι Έλληνας εκ γενετής, από καθαρή αγάπη, από αίσθημα, από καθήκον και από Θρησκεία»

Η αποστασιοποίησή του από το φράγκικο περιβάλλον της γενέτειράς του είναι τόσο εμφανής το 1815 ώστε να δικαιώνεται ο χαρακτηρισμός του από τον Π. Χριστόπουλο ως «ταξικού αποστάτου». Παρατηρεί ο Καποδίστριας: «Η ενετική πολιτεία εκυβέρνα τας Ιονίους νήσους με το σύστημα της διαφθοράς. Οι Αντιπρόσωποι εκλέγοντο εκ της κλάσεως (=τάξεως) των ευγενών αρχόντων ήτις ήτο η ευκαταφρονεστέρα και η μάλλον διεφθαρμένη δι’ ανηθικότητα και ελεεινότητα... Η πολιτεία της Βενετίας εφοβείτο το έξοχον της φυσικής μεγαλοφυϊας των Ελλήνων και επροσπάθει να το καταβάλη με την αμάθειαν». Ήταν ευγενής στην καταγωγή, αλλά Ρωμηός στην καρδιά!

Ο Καποδίστριας γνώριζε και τις αρρώστιες της Ευρώπης, κάτι που θα το εκφράσει σαφέστερα και συχνότερα κατά την πολιτική του δράση στην Ελλάδα. Στο πρόσωπο του Μέττερνιχ αντιμετώπισε την μεσαιωνική Ευρωπαϊκή τυραννία, προσπαθούσε να επιβιώσει. Στο πρόσωπο του Βοναπάρτη και της μετεπαναστατικής Γαλλίας πολέμησε την αλλοτριωμένη δημοκρατία που ως αστισμός υποκατέστησε την κληρονομική ολιγαρχία με την οικονομική. Αυτό εκφράζει το 1815: «έχομεν ήδη την απόδειξιν τούτου εις τας ταχείας επιτυχίας της κακοήθειας και της δολιότητος των Γάλλων. Δεν είναι είς μόνον ανήρ, τον οποίον η Ευρώπη είναι αποφασισμένη να πολεμήσει. Είναι μια γενεά ανθρώπων χωρίς θρησκείαν, χωρίς τιμήν, χωρίς πατρίδα, χωρίς αρχάς, μία γενεά την οποία πρέπει να τιμωρήσωμεν και να διορθώσωμεν». Διατηρώντας την αρχαία Ελληνική αρετή που διατυπώνει ο Πλάτων στην Επινομίδα του «ό,τι περ αν Έλληνες Βαρβάρων παραλάβωσι, κάλλιον τούτο εις τέλος απεργάζονται», προσέλαβε επιλεκτικά στοιχεία από την ευρωπαϊκή πραγματικότητα, αλλ’ όχι την Ευρώπη στο σύνολό της.

Γι’ αυτό θα επιδιώκει, η νεολαία, που με την συνδρομή του σπούδαζε στην Ελβετία, «να σχηματισθή πρώτον ελληνιστί και όχι ελβετιστί η γαλλιστί. Η Ελλάς πρέπει πρώτον να μορφώνη Ελληνικώς την απαλήν ψυχήν των τέκνων της. Η δε Ευρώπη να τελειοποιή ύστερον τους ήδη εσχηματισμένους νέους» Η αιτία δηλώνεται στην επόμενη φράση «Ούτω το Έθνος φυλάττει τον εθνικόν χαρακτήρα του, δεν νοθεύεται».

Αν δεν γνωρίζαμε πως το γράμμα ανήκει στον Καποδίστρια, θα μπορούσε αβίαστα να αποδοθεί σε κάποιον από τους Κολλυβάδες Πατέρες!! (βλέπε και τις σημειώσεις).

Παρ’ όλα αυτά, έχει διατυπωθεί η άποψη ότι «ο φιλελευθερισμός» του Καποδίστρια «είχε πατρίδα την Αγγλία» και ότι επεδίωκε «να μεταβάλη πρώτα απ’ όλα τους Ρωμιούς σε Έλληνες Πολίτες» και «να ενώση την Ελλάδα με την Ευρώπη – όχι να την επιστρέψη στο Βυζάντιο». Είναι όμως έτσι;

Ήδη στο γνωστό υπόμνημα της 18ης Απριλίου 1819, φαίνεται η Βούλησή του να θεμελιωθεί η φιλική Εταιρεία «ουχί επί της εθνότητος, αλλ’ επί της ευρείας και ζώσης ορθοδόξου εκκλησίας» Τον Απρίλιο του 1828 μία ενέργειά του φανερώνει το ενδιαφέρον του για Ρωμαίικη λύση του ανατολικού ζητήματος. Υποβάλλει στον τσάρο Νικόλαο σχέδιό του, που προέβλεπε την αναδιοργάνωση της Οθωμανικής Ρούμελης (της Βαλκανικής) σε Ομοσπονδία πέντε αυτόνομων κρατών (Ελλάδος, Ηπείρου, Μακεδονίας, Σερβίας και Δακίας) με ελεύθερη πόλη την Κωνσταντινούπολη. Η προσπάθεια αυτή συνιστά οφθαλμοφανώς παραλλαγή του βαλκανικού σχεδίου του Ρήγα. Το καποδιστριακό σχέδιο, βέβαια, απορρίφθηκε με την συνθήκη της Αδριανουπόλεως (14.9.1829), αλλά έγινε το θεμέλιο της Ρωσοευρωπαϊκής και Αμερικανικής πολιτικής της «βαλκανοποιήσεως», ενώ ο Καποδίστριας εργαζόταν για την απελευθέρωση και προοδευτική ενοποίηση των Ευρωπαϊκών επαρχιών της Αυτοκρατορίας της «Νέας Ρώμης». Έτσι κατανοείται και η μαρτυρία του Ν. Σπηλιάδη, για την επιθυμία του Καποδίστρια να επιτύχει την ίδρυση της «Νεορωμαϊκής αυτοκρατορίας», δηλαδή ανάσταση της αυτοκρατορίας «Νέας Ρώμης» / «Βυζαντίου».

Πώς μπορεί άλλωστε να ερμηνευθεί η επιμονή του Καποδίστρια να παραδεχθεί ο επίδοξος Βασιλιάς της Ελλάδος Λεοπόλδος του Σαξ – Κοβούργου την Ορθόδοξη πίστη, συναντώμενος σε αυτό με τον Στρατηγό Μακρυγιάννη, που έβλεπε το άρθρο 40 του συντάγματος (1844) ως το «βαγγέλιον του Θεού»; Το πρόβλημα της Βασιλείας στην Ελλάδα μετά τον Καποδίστρια δεν θα είναι η (πάντα δυτικού τύπου) αντίθεση «Βασιλευόμενης Δημοκρατίας» και «Προεδρευόμενης Δημοκρατίας» αλλά η φύση του βασιλικού θεσμού: Κληρονομικός (ρατσιστικός/απολυταρχικός) ή Αιρετός (δημοκρατικός);

Άπλετο φως, τέλος, για την κριτική αποτίμηση των πολιτικών ενεργειών του Καποδίστρια ρίχνει η μελέτη της εκκλησιαστικής πολιτικής του, βασικότατο κεφάλαιο που δυστυχώς ορισμένοι δεν φαίνεται να λαμβάνουν σοβαρά υπόψη, χάνοντας έτσι την βασικότερη ίσως προοπτική για την προσέγγιση και κατανόηση του Καποδίστρια ως διπλωμάτη και πολιτικού.

Η σύνδεση του εκκλησιαστικού χώρου με την παιδεία στην «Γραμματεία των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίου παιδείας», χωρίς προηγούμενο ή και επόμενο στην «Ευρωπαϊκή» πολιτική σκηνή, συνιστά όχι μόνο ενσυνείδητη εμμονή του Καποδίστρια στο πνεύμα της παραδόσεως, που θέλει τους δύο αυτούς χώρους αδιάσπαστα ενωμένους (και ο Καποδίστριας τους θεωρούσε «αχώριστους» και «προς ένα συντρέχοντα σκοπόν, την ηθικήν των πολιτών μόρφωσιν»), αλλά και την αντίθεσή του προς το πνεύμα τού χωρίς εισαγωγικά ευρωπαϊστή Κοραή, ο οποίος με τις καλβινίζουσες προϋποθέσεις του, ενέτασσε στο έργο του «Λειτουργού της Δημοσίου Παιδείας» την φροντίδα της Αστυνομίας, του Δικαίου και της Θρησκείας». Η οργάνωση, εξ άλλου, των Καποδιστριακών σχολείων με μελέτη πατερικών έργων και κατά το μοναστηριακό σύστημα φανερώνει την θέλησή του για την συντήρηση αυτής της σχέσης. Το ίδιο αποδεικνύει όμως και η αντιμετώπιση από τον Καποδίστρια του ζητήματος τής εκκλησιαστικής περιουσίας για την αξιοποίηση και όχι τη διαρπαγή της, κάτι που δυστυχώς δεν βρήκε συνέχεια.

Μία ιδιαίτερα σημαντική του απόφαση τον Αύγουστο του 1831 φωτίζει καθοριστικά όχι μόνο το φρόνημά του, αλλά και το μαρτυρικό τέλος του, που προβάλλεται σε μία άλλη προοπτική.

Κατά πληροφορία, που μας προσφέρει το Αρχείο του Ελληνικού Υπουργείου των Εξωτερικών (γράμμα Κων. Οικονόμου προς τον πρέσβη της Ρωσίας στην Πόλη Τιτώφ, από 16.2.1850), ο Καποδίστριας βιαζόταν να αποκατασταθεί η σχέση με το Οικουμενικό Πατριαρχείο κατά την δήλωση του, «ίνα μην πέση η υπόθεσις εις των Φράγκων τας χείρας και τότε εχάθημεν»! Ο Οικονόμος μνημονεύει δήλωση προς αυτόν τού από Ρέοντος και Πράστου και μετέπειτα Κυνουρίας Διονυσίου, τον οποίον «μετακαλέσας» ο Καποδίστριας «διώρισε δια την Κωνσταντινούπολιν» «ίνα γένηται η κανονική αναγνώρισης της εν Ελλάδι Εκκλησίας». Παρατηρεί δε ο Οικονόμος: «Πόσον πολιτικώς και ορθοδόξως άμα προείδε και τούτου του πράγματος την ανάγκην ο αείμνηστος εκείνος»! Αλλά, όπως συνεχίζει ο Οικονόμος, «Ενώ απήλθεν ούτος (ο Κυνουρίας) εις την επαρχίαν αυτού προς ετοιμασίαν, μετ’ ολίγας ημέρας συνέβη και η του Κυβερνήτου τελευτή» (=δολοφονία).

Το σωζόμενο αρχειακό υλικό για την Ιόνιο Ακαδημία των αδελφών Τυπάλδων Ιακωβάτων (Ληξούρι) δίνει απάντηση στο ερώτημα για την σπουδή του Καποδίστρια τη συγκεκριμένη αυτή στιγμή. Από το υπόμνημα του Κων Τυπάλδου - Ιακωβάτου, καθηγητή της Ιονίου Ακαδημίας (Αύγουστος 1831) πληροφορούμαστε για τις ενέργειες στον κύκλο της Αρμοστείας της Επτανήσου για ενεργοποίηση του μηχανισμού της αυτονομήσεως δια μέσου της αυτοκεφαλίας των εκκλησιαστικών επαρχιών της Ρωμαίικης Εθναρχίας. Όπως απέδειξε η συνέχεια (Ελλαδικό αυτοκέφαλο του 1833, Βουλγαρική Εθναρχία 1870) η δυτική πολιτική επεδίωκε την βίαιη απόσπαση των επαρχιών της Εθναρχίας και την οριστική διάλυση της Εθναρχίας ως συνέχειας της «Βυζαντινής» Αυτοκρατορίας. Αυτό, άλλωστε, γράφει και ο Υπουργός Εξωτερικών Αναστ. Λόντος στον Επιτετραμμένο της Ελλάδος Πέτρο Δεληγιάννη στις 6 Φεβρουαρίου 1850 (με την έναρξη των προσπαθειών για την λύση του Ελλαδικού Εκκλησιαστικού ζητήματος): «Αι κυβερνήσεις της Αγγλίας και Γαλλίας ενδιαφέρονται ουχί μικρόν εις το ζήτημα τούτο και επιθυμούσι δια πολιτικούς λόγους να ίδωσι την Ελληνικήν Εκκλησίαν εντελώς ανεξάρτητον του εν Κωσταντινουπόλει Πατριαρχείου». Ο Ρωμηός Ι. Καποδίστριας έσπευδε να επιτύχει λύση μέσα στο πνεύμα της ιστορικοκανονικής παραδόσεως της Ορθοδοξίας, που διαφοροποιούταν διαμετρικά από τα σχέδια της Ευρώπης για την Ορθόδοξη Ανατολή. Και μόνο η ενέργειά του αυτή είναι ικανή να δείξει την αληθινή φύση του ευρωπαϊσμού του. Η περίπτωση, μάλιστα, αυτή εντάσσει και σε ένα άλλο πλαίσιο την δολοφονία του Κυβερνήτη μετά από λίγες μέρες. Διότι με την αποστολή του Κυνουρίας, που πρέπει οπωσδήποτε να γνώριζαν οι Δυτικές κυβερνήσεις, χάραζε για το Ελληνικό Έθνος μια προοπτική που ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με τα συμφέροντα και τα σχέδια τους γι’ αυτήν.

Πολλοί προσπάθησαν να προσεταιριστούν το όνομα του Καποδίστρια ως «Ευρωπαϊστή», «Αδέσμευτου απ’ την Πίστη», «Προοδευτικού» κ.α. Όμως ο Καποδίστριας ήταν πάνω απ΄ όλα Ρωμιός. Και πιθανόν σήμερα κάποιοι πνευματικοί απόγονοι αυτών που τον σκότωσαν να θέλουν να τον προβάλουν ως δικό τους άνθρωπο. Ας είναι. Η Ιστορία θα τους διαψεύδει...

Μπλαιζ Πασκάλ (1623-1662)

Ένας επιστήμονας με πίστη

Μεγάλος Γάλλος μαθηματικός, φυσικός και φιλόσοφος. Στα 16 του έγραψε για τη θεωρία των Κωνικών τομών (Θεώρημα του Πασκάλ) και στα 18 του εφηύρε την αριθμομηχανή. Πρόδρομος στην αποκάλυψη του απειροστικού λογισμού. Από πολλούς ονομάστηκε δεύτερος Αρχιμήδης. Οι σύγχρονοι computers φέρουν το όνομά του.

Βαθειά θρησκευτική φύση μελέτησε εις βάθος το θέμα της θρησκείας, της αξιοπιστίας της Βίβλου και της αξίας του Χριστιανισμού. Προετοίμαζε να γράψει μια «απολογία του Χριστιανισμού», αλλά δεν πρόλαβε, αφού πέθανε σε ηλικία μόλις 39 ετών. Το υλικό της πραγματείας του συλλέχθηκε και αποτέλεσε τις περίφημες «Σκέψεις» του Πασκάλ, ένα έργο που θεωρείται από τα πιο σπουδαία αποκτήματα-μνημεία της ανθρωπότητας.

Ο Πασκάλ από πολλούς αναγνωρίζεται ως ο μεγαλύτερος συγγραφέας του γαλλικού πεζού λόγου, αλλά και ο εξοχότατος υπερασπιστής της θρησκείας στον αιώνα της Λογικής (Will Durant).

§ Η απύθμενη άβυσσος της ψυχής δεν μπορεί να πληρωθεί παρά μόνο με κάτι άπειρο και αναλλοίωτο: τον Θεό.

§ Ο Θεός υπάρχει ή δεν υπάρχει; Στοιχηματίστε. Ας ζυγίσουμε, το κέρδος και τη ζημία, πιστεύοντας πως ο Θεός υπάρχει… Αν κερδίσετε τα κερδίζετε όλα. Αν χάσετε, δεν χάνετε τίποτα. Στοιχηματίστε, λοιπόν, χωρίς δισταγμό ότι υπάρχει.

§ Άνθρωποι μάταια ζητάτε την ευτυχία σας μέσα στον εαυτό σας, μακριά από τον Θεό. Η αλαζονεία σας δεν σας αφήνει να πιστέψετε στο Θεό. Δεν σας λείπουν αποδείξεις για να πιστέψετε, αλλά καθαρότητα καρδιάς.

§ Δεν υπάρχει τίποτα στη ζωή που να μη δείχνει ή την αθλιότητα του ανθρώπου, ή την ευσπλαχνία του Θεού, ή την αδυναμία του ανθρώπου χωρίς το Θεό, ή τη δύναμη του ανθρώπου με το Θεό.

§ Οι άνθρωποι απεχθάνονται και περιφρονούν τη θρησκεία. Νοιώθουν γι’ αυτή μίσος και φόβο, μήπως και είναι αληθινή…

§ Οι άπιστοι είναι οι πιο εύπιστοι.

§ Η καρδιά έχει τη δική της λογική, που η λογική την αγνοεί τελείως… Μήπως με τη λογική αγαπάτε;

§ Ο Χριστός είναι το αντικείμενο όλων και το κέντρο όπου τείνουν όλα… Ο Ιησούς και προφήτευσε και προφητεύτηκε. Ο Χριστός που οι δύο Διαθήκες τον θεωρούν, η μεν Παλαιά σαν προσδοκία της, η δε Νέα σαν πρόσωπό της, και στις δύο αποτελεί το κέντρο τους.

§ Με τον Ιησού Χριστό δε γνωρίζουμε μόνο τον Θεό, αλλά και τον εαυτό μας. Επίσης τη ζωή και το θάνατο. Και χωρίς τον Ιησού Χριστό, δε γνωρίζουμε ούτε τον Θεό, ούτε τον εαυτό μας, ούτε τη ζωή μας, ούτε το θάνατό μας.

§ Ο Ιησούς θα βρίσκεται σε αγωνία ως το τέλος του Κόσμου. Κι όλον αυτόν τον καιρό κανείς δεν πρέπει να κοιμάται.

§ Ο Χριστιανισμός είναι παράξενος. Επιβάλλει στο άνθρωπο ν’ αναγνωρίσει πως είναι κακός και αποτρόπαιος. Και του επιβάλλει να θελήσει να γίνει όμοιος με το Θεό. Χωρίς ένα τέτοιο αντίβαρο, αυτή η ανύψωση θα τον καθιστούσε τρομερά ματαιόδοξο, ή αυτή η κατάπτωση θα τον καθιστούσε τρομερά τιποτένιο.

Από τον Αββά Ισαάκ στον Ντοστογιέφσκι

Του π. Βασιλείου Γοντικάκη

Καθηγουμένου της Ι.Μ. Ιβήρων Αγ. Όρους

Παν μέτρον άριστον.

Ο άνθρωπος είναι το μέτρο, ο άγιος άνθρωπος. Κι ο Αββάς Ισαάκ είναι ένα μέτρο για τον άνθρωπο, τη ζωή και την τέχνη και τη δράσι.

Πού βρίσκεται! Πώς ζη! Πώς γράφει! Τί ποίηση, τι φιλοσοφία, τι ψυχολογία κάνει! Πώς δρα, ησυχάζει, κινείται και ακινητεί!

Μπορούμε δι' αυτού να κρίνωμε τους ανθρώπους; Δεν είναι μεγάλος, μέγιστος, μοναδικός; Δεν είναι αδικία ή αυθάδεια να συγκρίνωμε με τέτοια μεγέθη όλους τους άλλους, εμάς, τους κοινούς;

Θα απαντούσα αδίσταχτα: όχι. Αν ήταν κάποιος που ανέπτυξε μια δράσι ή κάποιος που είχε μερικά όλως εξαιρετικά φυσικά χαρίσματα και δι' αυτών κατέπληξε την ανθρωπότητα, δεν θα ήταν σωστό να τον πάρωμε σαν μέτρο κρίσεως και συγκρίσεως των ανθρώπων. Εδώ, όμως, συμβαίνει κάτι άλλο: Τούτος ο Αββάς είναι μέγιστος και ανθρωπινότατος. Είναι μεγάλος και προσηνής. Κοντά του οι μεγάλοι νοιώθουν ελάχιστοι και οι μικροί παίρνουν θάρρος, μπορούν να κινηθούν.

Δεν κολακεύει τον ένα, ούτε περιφρονεί τον άλλο. Δεν αγνοεί τους πόνους, τις κλίσεις και τους καημούς κανενός. Αυτός είναι ένα άρτιο σύνολο. Ένας ώριμος καρπός του Πνεύματος, που την ωριμότητά του φανερώνει με το χρώμα, το άρωμα, την απαλότητα, τη γεύση.

Είναι ανθρώπινος, ταπεινός· καταλαβαίνει, γνωρίζει βαθειά τις αδυναμίες του ταλαίπωρου κόσμου. Δεν είναι κανείς κριτής άτεγκτος ή ιεροεξεταστής ανίλεος. Είναι γνώστης των αδυναμιών και της πτωχείας μας, μέτοχος της φύσεώς μας και -ταυτόχρονα- κοινωνός της χαράς και της παρακλήσεως του μέλλοντος αιώνος.

Δεν διαπληκτίζεται με κανένα. Δίδει αφορμές και περιμένει. Λέει την αλήθεια και την αφήνει να δράση μέσα μας.

Και για τη λογοτεχνία και εξομολόγηση των λογοτεχνών: Τις ξέρει, τις καταλαβαίνει, τις γνωρίζει, τις δέχεται. Είναι και ο ίδιος λογοτέχνης. Και τόσο πολύ λογοτέχνης, που φτάνει στο σημείο να μην είναι. Έχει ξεπεράσει τη λογοτεχνία και βρίσκεται στον επέκεινα χώρο, όπου οδηγεί τον άνθρωπο ο αληθινός πόνος και ο καημός της λογοτεχνίας.

Όντας μεγάλος, σέβεται τον μικρό, τον ταπεινό. Σέβεται και τους λογοτέχνες, τους αγώνες και τις εξομολογήσεις τους, περισσότερο απ' ό,τι οι ίδιοι οι λογοτέχνες, που λίγο-πολύ όλοι βρίσκονται στον χώρο της φθοράς, της άμιλλας, της ζήλειας και της προσπάθειας να τα ξεπεράσουν όλα αυτά.

Το μήνυμα: Μπορεί να γίνη ο άνθρωπος λίγο σαν τον Αββά Ισαάκ. Να ησυχάση εν όσω ζη επί γης. Και να επιβιοί μέσα στους πολλούς αειζώως, ενώ θα έχη απέλθει εις τας αιωνίους μονάς.

Ακούγοντας ένα λογοτέχνη (παίρνουμε ως παράδειγμα τον Γιώργο Ιωάννου, όπως παρουσιάζεται στα "εις εαυτόν") βλέποντάς τον να αγωνίζεται να βρή μια ισορροπία· να ακροζυγιάση δίκαια τη ζωή του, το έργο του· βλέποντάς τον να θέτη προβλήματα μεγάλα τιμίως, να ψάχνη για το γνήσιο και αυθεντικό στο περιεχόμενο και στην έκφραση της δουλειάς του, δεν μπορείς να μείνης ασυγκίνητος. Όλος αυτός ο αγώνας κάτι σου λέει. Κάτι μπορεί να πή σ όποιον αγωνίζεται τίμια στον οποιονδήποτε δικό του τομέα. Μόνο κάτι μένει να πής -εφ όσον τον βλέπεις να βασανίζεται για το γνήσιο. Και αυτό είναι ο λόγος του Κυρίου: "Έτι εν σοι λείπει":

Αφού τα δίνεις όλα· αφού εγκαταλείπεις τα σχετικά· αφού έφτασες στο σημείο να μη σε ενδιαφέρει η προβολή· αφού πονάς, σκέπτεσαι τον αναγνώστη σου, τον άνθρωπο· τότε γιατί δεν κάνεις ένα ακόμη βήμα; Το βήμα αυτό σου το δείχνει ο Αββάς Ισαάκ.

Δεν σου λέει ο Αββάς, με τη ζωή και τα γραπτά του, "εγκατάλειψε τον αγώνα σου". Δεν απορρίπτει την προσπάθειά σου. Νοιώθει τη χαρά που ζής και απολαμβάνεις, γράφοντας και δημιουργώντας τίμια. Δεν σου το αρνείται. Δεν θέλει να σε σταματήση. Θέλει να σε ελευθερώση από την ανακύκλωσι της φθοράς: να σπάση το φράγμα που σου δεσμεύει την πορεία· να σε σπρώξη στα άπατα νερά του μυστηρίου της ζωής.

Αυτός βλέπει ότι εσύ κλείνεις τον εαυτό σου. Φυλακίζεις το είναι σου, που διψά την ελευθερία. Σταματάς τη λογοτεχνική σου εξέλιξι, περιορίζεις τον ορίζοντα της ζωής σου, στερείς από τον εαυτό σου ανοίγματα προς νέες επεκτάσεις -θανάτους και αναστάσεις- που καταξιώνουν τον άνθρωπο και καθιστούν ατέρμονη και αέναη τη λογοτεχνική δημιουργία και τη χάρη της.

Ακολουθώντας πιστά τον Αββά μπαίνεις πιο πολύ μέσα στον άνθρωπο. Και ο κάθε άνθρωπος σε σένα. Όλοι μαζί προχωρείτε αδελφωμένοι προς την καινή κτίση, αναπνέετε στον ήσυχο αέρα της αδέσμευτης ελευθερίας. Αυξάνεστε ατελείωτα και διαστέλλεστε ασταμάτητα, ταπεινούμενοι, συστελλόμενοι, θυσιαζόμενοι για τα μέγιστα.

Στη σοβαρή λογοτεχνία αναμφίβολα βρίσκεις συμπυκνωμένη κάποια ανθρωπιά. Αναπαύεσαι, συμφωνείς. Παίρνεις στοιχεία ζωής. Η ανάπαυσι έρχεται μέσα σου, και μια καινούργια δύναμη και όρεξη αποκτά ο εαυτός σου για τη συνέχιση του αγώνα. Αλλά η τελική απειλή μένει ανοιχτή. Προχωρείς. Και φτάνεις στον θάνατο, στον τάφο. Τότε οι φίλοι λογοτέχνες μπορεί να σου φέρουν με αγάπη ένα μπουκέτο λουλούδια ή μια ανθοδέσμη καλών και μετρημένων λόγων. Δεν μπορούν, όμως, να σε απαλλάξουν από τον θάνατο· να ακυρώσουν τον "έσχατο εχθρό". Το νοιώθουν -άσχετα αν πολύ θα τόθελαν να είναι διαφορετικά- ότι βρίσκονται δώθε του θανάτου.

Μπορεί, όμως, ο άνθρωπος να μπολιαστή σε ένα δέντρο αείζωο. Μπορεί να γίνη "κλήμα της αμπέλου της Ζωής". Μπορεί η άσκησή του να συνδεθή με μια άλλη. Μπορεί να βαφτιστή ολόκληρος. Να προσφερθή, να πεθάνη, όπως το ζητούν οι αληθινοί εραστές της Αλήθειας. Και πεθαίνοντας, συνθαπτόμενος εν τω θανάτω του Ιησού, να συναναστηθή μαζί Του σε μια καινή ζωή.

Έτσι, από την πολλή ανθρωπιά, την οποία πετυχαίνουν με τον αγώνα και τον κόπο που καταβάλλουν, οι αληθινοί λογοτέχνες μπορούν να προχωρήσουν φυσιολογικά στη θεανθρωπία.

Ο λόγος και η ύπαρξη του λογοτέχνη εγκεντρίζεται στη ζωή την αιώνιο. Τρέφεται απ' αυτήν. Τρέφεται από τον ένα Λόγο, "δι' ου τα πάντα εγένετο και χωρίς αυτού εγένετο ουδέ εν ό γέγονεν".

Τότε βρίσκουν αυτό που προσδοκούν. Ψηλαφούν αυτό που υπαινίσσονται και ενσαρκώνουν αυτό που επιθυμούν. Συνεχίζουν τον αγώνα τον λογοτεχνικό. Τούς δίδεται το ανέφικτο, τους χαρίζεται εκείνο που "επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη".

Δεν σταματά κάπου η πορεία, η επέκταση, η άνοδος. Συνέχεια προχωρείς. Απεκδύεσαι την προβολή. Εγκαταλείπεις την άμυνα. Όλα σου κάνουν καλό. Με άλλο ασχολείσαι. Αποφεύγεις τα ανθρώπινα και βρίσκεις τους ανθρώπους. Φτάνεις στη σιωπή. Και μιλά με άλλο τρόπο ο λόγος και η ζωή σου.

Όταν ανεβή η θερμοκρασία, κολλούν τα μέταλλα. Αν είσαι απαιτητικός στη ζωή σου, μπορείς να έλθης σε επαφή με τον Αββά Ισαάκ. Αυτός θα σε μυσταγωγήση στα κεκρυμμένα. Θα σε παραλάβη από εκεί που σταματάς. Θα σε πιάση από το χέρι τότε που νοιώθεις ότι δεν μπορείς να ανεβής. Θα σε βοηθήση να προχωρήσης στον δρόμο σου. Θα σου αποκαλύψη -θα το δής και θα το ζήσης μόνος σου- ότι η βασιλεία του Θεού η μέλλουσα χαρίζεται στους ανθρώπους, ήδη από σήμερα.

Και μένει ο Αββάς κριτήριο και μέτρο· για τούτη τη ζωή και την άλλη· για τη διαγωγή και το γράψιμο· για τη δράσι και τη θεωρία· για την αντιμετώπιση κάθε ευτυχίας ή συμφοράς· για την αποκρυβή και τη φανέρωση· για τη σιωπή και τον λόγο.

Όταν μετά από κάποια εμπειρία, μετά από γνωριμίες άλλης λογικής, χαρακτήρος, γραψίματος, ήθους ή και λόγου, γυρίσης στον Αββά, πάντοτε η ίδια εντύπωση: Σε όλα τα σημεία, για όλα τα θέματα -γράψιμο, ήθος, λόγο- παίρνει άριστα. Δεν υπάρχει άλλο μέτρο πιο σταθερό, για να μπορής γνήσια να κρίνης τα πάντα: συμπεριφορά ανθρώπινη, φιλοσοφία ζωής· διάθεση χρόνου· πορεία από το πρόσκαιρο στο αιώνιο· αυστηρότης και επιείκεια...

Να μην έχη χαλαρή μια φράση! Να μην υπάρχη ένα πέρασμά του, τρόπος αντιμετωπίσεως, χαρακτήρας κριτικής, που να μην του βάζης άριστα!

Καλής και ευλογημένης ώρας γέννημα. Καρπός ώριμος, που θέλγει και χορταίνει κάθε πείνα. Κατανόηση, που αγκαλιάζει την υφήλιο. Κλάμα, που μαλακώνει κάθε καρδιά. Μορφή, που εμπνέει κάθε χαρακτήρα. Ευλογία, που φτάνει σε κάθε απασχόληση και δρόμο που μπορεί ο άνθρωπος να διαλέξη και να πάρη: Ο μουσικός βρίσκει την αρμονία. Ο φιλόσοφος τη σοφία. Ο ανθρωπολόγος και ψυχίατρος, την πληρότητα της επιστήμης του. Ο επαναστάτης, τη δύναμη. Ο ησυχαστής, την καθοδήγηση. Ο γέρος, την κατανόηση και τη συντροφιά. Ο νέος, τον αέρα για την περιπέτεια στην πιο ανοικτή και φουρτουνιασμένη θάλασσα· και ακόμη πιο πέρα. Ο πατέρας, τον δάσκαλο της συμπεριφοράς προς το παιδί του. Ο σύζυγος, την καθοδήγηση για τη συμβίωση με τη σύζυγό του. Η μητέρα, την άκρα στοργή, λεπτότητα και τρυφερότητα. Ο ετοιμοθάνατος, την παρηγοριά. Ο μπλεγμένος, την απολύτρωση. Ο φυλακισμένος ισόβια, την απόλυτη ελευθερία της κινήσεως και βιοτής. Ο ανίατος, τη θεία επίσκεψη και την ολοσώματη ανάληψη σε τόπο, χώρο και πολιτεία όπου τα πάντα μεταβάλλονται σε έκχυση δακρύων ευγνωμοσύνης.

Αυτός βρίσκεται εκεί όπου δεν βρίσκεται κανείς άλλος. Και όμως, βρίσκει εν αρμονία όλους. Και όλοι τον θεωρούν αδιάπτωτα τον μόνον άνθρωπο, τον δικό τους, που τους καταλαβαίνει, τους μιλά με λεπτότητα. Τούς θεραπεύει τα πάθη, τους χαρίζει κουράγιο, τους "σφάζει" με την άκρα του συμπάθεια.

Εάν κάποιος ή κάποιοι έπεσαν κάτω νεκροί, πληγωμένοι από ένα λόγο ή συμπεριφορά, έστω ακούσια, κάποιων· τούτος ο Αββάς μόνο συγχωρεί τα ασυγχώρητα των πολλών. Γνωρίζει τα ακατανόητα. Μαλακώνει τον πόνο των φονιάδων. Ανασταίνει τη ζωή των σκοτωμένων. Φωτίζει τους τυφλούς. Χαρίζει πόδια στους κουτσούς και κάνει τους σκληρούς και εγκληματίες να κινούνται δίπλα του σαν μικρά παιδιά, αθώα, άκακα και άπλαστα.

Πώς συμβαίνει αυτό; Του χαρίστηκε, γιατί δέχτηκε άμεσα την ευλογία ολόκληρης της Τριαδικής Θεότητος, επειδή ήλθε η ώρα η καλή, που τα πρόσφερε όλα για πάντα δια της ταπεινώσεως στον Ένα και Μόνον. Και Αυτός του χάρισε την αιωνιότητα της ευλογίας σ όλο το είναι του δια παντός.

Φαίνεται, όταν γεννήθηκε, βαπτίσθηκε. Βαπτίσθηκε όντως εν τω θανάτω του Ιησού. Και έζησε την υπέρ ζωήν και υπέρ θάνατον πολιτείαν.

Και όταν πέθανε, πέρασε στη ζωή ολόκληρη αυτός, ο πανάγιος και υπέρ ων, άλλως. Δεν ξέρεις αν η παρουσία του ήταν εναργέστερη όταν ζούσε την πρόσκαιρη ζωή ή αν η βοήθεια και συμπαράσταση προς όλους είναι πιο ενεργής, αφού άφησε την ιστορία και την εν σαρκί βιοτή του· και απομακρύνθηκε αισθητώς από όλους.

Η ζωή του διεστάλη δια του θανάτου. Ο νους του κατηυγάσθη δια της Χάριτος· το σώμα του γέμισε από τη ζωή που ξεπερνά τον κόσμο όλο. Βρήκε άλλη βάση στηρίξεως· άλλη λογική ομιλίας· άλλη συμπεριφορά πολιτείας· άλλη αίσθηση πληροφορίας· άλλη αγάπη της Αλήθειας· άλλη Αλήθεια -ακατανόητη και άφατη- που ταυτίζεται με το έλεος. Και αυτή η κατάσταση, η λογική, το ήθος, η ελευθερία, η λεπτότης, το άφοβο και ατρόμητο, ζύμωσαν όλη του την ύπαρξη, πολιτεία και το είναι.

Έτσι, το πριν και το μετά σ' αυτόν δεν χωρίζονται (χωρίς να μπλέκωνται). Η αυστηρότης και η επιείκεια, το ίδιο· ο λόγος και η σιωπή, η στάση και η κίνηση, η ζωή και ο θάνατος, η αλήθεια και η αγάπη, το φως και το σκότος, η πάλη και η ησυχία· γιατί έφτασε ολόκληρος, με όλο το σώμα της υπάρξεώς του, πάνω από την ύπαρξη. Προχώρησε εκεί που παύουν όλα: η δράσις, ο αγώνας, η προσευχή, η ελευθερία. Όλα αυτά που αγάπησε, επεδίωξε και πέτυχε ξεπεράστηκαν. Πέρασαν σε άλλο χώρο και πολιτεία, ξένη, απλησίαστη για τον άνθρωπο. Και το απρόσιτο και ανέφικτο -για τον άνθρωπο- πήρε τον ίδιο τον Αββά, με όλη την πραμάτεια του, εκεί.

Χάθηκε. Και βρέθηκε άλλως εις το διηνεκές, και γι' αυτούς που δεν τον ζήτησαν, δεν τον γνώρισαν, δεν ενδιαφέρθηκαν ποτέ για τη ζωή του, τον λόγο και τα ενδιαφέροντά του.

Εάν πολλοί δεν ενδιαφέρθηκαν, ο Αββάς όμως ενδιαφέρθηκε. Και επειδή έκανε τον εαυτό του κουρέλι, τον μοίρασε, τον διέλυσε· τον βρήκε άλλως, του δόθηκε από τον Ένα και Μοναδικό.

Τώρα, αυτόν, τον εκ νεκρών αναστάντα και μετά την απώλεια ευρεθέντα εαυτό του· αυτόν που "θάνατος ουκέτι κυριεύει", τον σκόρπισε και τον σκορπά, ως ευλογία ελεημοσύνης και πλούτο κατανοήσεως προς πάντας· μη ζητώντας από κανένα τίποτε για τον εαυτό του, θέλοντας μόνο οι άλλοι να κινηθούν ελεύθερα εν Χριστώ Ιησού ελπίζοντες. Και να ξέρουν ότι αν κάποτε κάπου βρεθούν, που ο δρόμος τελειώνει, η μέρα τους σβήνει, η μοναξιά τους πνίγει..., τότε να μην τα χάσουν. Να κάνουν λίγο υπομονή. Να περιμένουν. Και θα ανοίξη πόρτα· θα απλωθή μπροστά τους δρόμος βατός· φως ανέσπερο θα ανατείλη· και το αστρικό χάος, που περόνιασε με τη μοναξιά το είναι τους, θα γεμίση από παρουσία αγάπης, ελεημοσύνης. Θα φανερωθή το αφανέρωτο και άγνωστο γι' αυτούς.

Θα ακούσουν τα ανήκουστα, θα ψηλαφήσουν τα αναφή. Θα αναπαυθούν. Και θα συνεχίσουν άλλως οι ίδιοι, όντας διαφορετικοί, την πορεία τους την ασταμάτητη, που είναι Αυτός, ως πάσχα ιερώτατο και επέκταση ατελεύτητη.

* * *

Αν ο Αββάς Ισαάκ έχη τον ανεξιχνίαστο πλούτο της Χάριτος· εάν πολλοί λογοτέχνες μπορούν πολλά να πάρουν και να βοηθηθούν απ' αυτόν...

Υπάρχει και η ξεχωριστή περίπτωσι του Ντοστογιέβσκι, όπου η πνευματική συγγένεια και ομοιότης -παρ' όλη την εμφανή και μεγάλη διαφορά- με τον Αββά είναι αναμφισβήτητη. Μπορούμε να πούμε: κοσμικός Αββάς Ισαάκ.

Έτσι, μπορείς και γι' αυτόν, τον ιερό και μέγιστο λογοτέχνη, να μιλήσης στον υπερθετικό βαθμό, γιατί παραμένει εσαεί στο παγκόσμιο στερέωμα ένα παρήγορο φαινόμενο, ως δώρο του Θεού και καρπός του Πνεύματος.

Δεν σου παριστάνει τον δάσκαλο. Δεν σου λέει κάτι εξωτερικά και ανώδυνα. Σου προσφέρει αυτό που έρρευσε από την καρδιά του, που δεν είναι δικό του, αλλά του Πνεύματος.

Αυτός ο επαναστάτης πίστεψε στον Θεάνθρωπο και ομολόγησε: "Αν μου αποδείξετε ότι ο Χριστός είναι έξω από την αλήθεια, εγώ θέλω τον Χριστό, κι όχι την αλήθεια"· τον Χριστό που είπε: "Ο πιστεύων εις εμέ, ποταμοί εκ της κοιλίας αυτού ρεύσουσιν ύδατος ζώντος. Τούτο είπε περί του Πνεύματος ου έμελλον λαμβάνειν οι πιστεύοντες" (Ιω. 7, 38-39).

Από μέσα του ρέουν ποταμοί παρακλήσεως, που την κέρδισε μετά από χίλια βάσανα, πόνους, πειρασμούς, θανατικές απειλές και κάτεργα. Αυτή παρασύρει και ζωογονεί τους πάντας. Έτσι, έχει να πή και λέει πολλά. Και δι' όλων προσφέρεται το ένα· η παράκληση, η παρηγοριά του Πνεύματος.

Αυτός, σαν να κάθεται κάπου μόνος. Συζητά με τον εαυτό του. Διαλέγεται με το πολυπρόσωπο είναι του. (Είναι γνωστό το λεγόμενο ότι στους Αδελφούς Καραμάζωφ ο ίδιος ο συγγραφέας αυτοπεριγράφεται σ όλες τις μορφές των αδελφών). Και είναι αληθινός. Δημιουργεί κλίμα εύκρατο γύρω του. Αναδίδει μαγευτική μουσική. Σκορπά υλικό πολύτιμο δωρεάν. Και μαζεύεται όλος ο κόσμος γύρω του. Τον ακούει. Μένει μαζί του. Τον παίρνει μέσα του. Τον δέχεται σαν δικό του. Ποτίζεται η ρίζα η βαθειά του κάθε μαραμένου με το νερό που ρέει από εδώ. Γιατρεύονται οι πόνοι και συσφίγγονται οι παράλυτοι στα θερμά νερά τούτης της ιαματικής πηγής.

Ο Ντοστογιέβσκι παρακολουθεί την ιστορία έσωθεν. Ζη την εμπειρία των ηρώων του. Γνωρίζει με κοινωνία ζωής τι συμβαίνει μέσα τους. Και αυτή η πείρα, η μέσα γνώσις, συνέχεια φανερούται στη διήγηση. Συναρμολογεί τα γεγονότα. Πλέκει τους διαλόγους. Στρώνει τις φράσεις. Λέει κάτι ξεκάθαρα ή το αφήνει να εννοηθή. Πάντοτε, όμως, αυτός από μέσα οδηγεί απαρασάλευτα τα πράγματα εκεί που θέλει. Ή, καλύτερα, ο Χριστός τα κατευθύνει με το πανάγιο θέλημά Του.

Είναι όλα δονήσεις σεισμού, του οποίου το επίκεντρο βρίσκεται στα βάθη της ζωής του Ντοστογιέβσκι Έτσι, όταν κάτι φανερώνεται, κάτι κινήται στην επιφάνεια, σημαίνει ότι ταυτόχρονα, από το βάθος μέχρι την επιφάνεια, όλο το σώμα της γης -το είναι του Ντοστογιέβσκι- δονείται και μετέχει στο γεγονός. Αυτός βρίσκεται ολόκληρος μέσα σε όλους τους ήρωές του. Ταυτίζεται μ αυτούς ασυγχύτως.

Πόσο παθιασμένα και πειστικά υποστηρίζει την κάθε μια θέση! Πώς και οι δύο πλευρές, οι δύο απόψεις του ίδιου θέματος, έχουν τα δίκια τους! Και πώς η Αλήθεια, που είναι πρόσωπο θεανθρώπινο, ξεπερνά τους στοχασμούς που θέλουν να πουν το άρρητο ή τις απόψεις που χωρίζουν τους ανθρώπους!

Και ο Ντοστογιέβσκι κυκλοφορεί αοράτως εν λευκοίς μετά του Αναστάντος χαρίζοντας ειρήνη και χαρά στους απεγνωσμένους και καταφρονημένους.

Σου κάνει κριτική, χωρίς να σου το λέη. Σου προσφέρει υγεία ψυχής ασχολίαστα. Σου μιλά, χωρίς να απευθύνεται σε σένα. Σου αναμοχλεύει σοβαρότατα προσωπικά θέματα, μονολογώντας καθ' εαυτόν.

Και επειδή σε αφήνει ελεύθερο, πας κοντά του. Επειδή δεν σου κάνει τον δάσκαλο, τεντώνεις το αυτί σου. Επειδή έχει αυτό που θέλεις, μένεις πάντα, άθελά σου, δίπλα του.

Αν ζητούσε να τον ακούσουν, αυτό και μόνο θα ήταν ικανό να διώξη τους ανθρώπους από κοντά του. Θα ήταν απόδειξη ότι λέει ψέματα.

Το ψεύτικο προβάλλεται και ζητά οπαδούς. Το αληθινό τιμάται περιφρονούμενο και σώζει αυτούς που μπορούν να νοιώσουν την αξία του.

Δεν επιδιώκει κάτι δικό του, αλλά φανερώνει εκείνο που λειτουργεί και καταλήγει κατά το θέλημα του Θεού.

Κάνει φαινομενικά κάτι το άσχετο ή και μπλεγμένο. Οι ήρωές του είναι συχνά παράφρονες, δαιμονισμένοι ή και εγκληματίες. Οι ιστορίες του είναι φορτωμένες και περιπεπλεγμένες, αλλά ο άξονάς του σταθερός. Και το σημείο όπου οδηγεί, σαφές και παρήγορο. Όλοι έρχονται εκούσια προς αυτόν, εκεί που βρίσκεται το άγνωστο είναι τους, το άλγος του νόστου.

"Όπου εάν ή το πτώμα, εκεί συναχθήσονται οι αετοί". Και οι άνθρωποι έρχονται στο πτώμα, στον πόνο, στον τάφο, απ' όπου η ζωή.

Πόσοι πολλοί αλληλοσπαρασσόμενοι, που δεν μπορούν να ανεχθούν ο ένας τον άλλον, έχουν τον Ντοστογιέβσκι μέσα στην καρδιά τους! Έχουν τη φωτογραφία του μέσα στον πιο δικό τους χώρο! Έχουν τη μαχαιριά του πόνου του να αιμορραγή και να μαλακώνη τα σωθικά τους!

Δεν μπορείς να διαβάσης τον Ντοστογιέβσκι, αν ζητάς τα τίμια, και να μείνης ο ίδιος. Δεν μπορείς να τον διαβάσης, την ώρα που μπορείς να πάρης το μήνυμά του, και να τον ξεχάσης. Γίνεται δικός σου. Γίνεσαι δικός του. Αδελφωθήκατε σ' ένα χώρο βαθύ, υψηλό, ευρύχωρο· σ' ένα χώρο που ανήκει σ' όλους. Και χωρούν όλοι.

Η φωνή του καταργεί τους χωρισμούς. Ο λόγος του πάει βαθειά. Περνά όλα τα γρανιτώδη πετρώματα της ανθρώπινης σκληρότητος. Η ψυχή του έχει αντοχή ατσαλιού και ευαισθησία αγγέλου. Μπαίνει στον πιο βαθύ χώρο του σπιτιού σου, όπου δεν μπήκες ακόμη. Σου τραγουδά κάποιο τραγούδι των προγόνων σου, που δεν το άκουσες ποτέ, ενώ ο σκοπός του μυρμιδίζει στο αίμα σου. Σε πάει πολύ πίσω, στην αρχή, απ' όπου όλοι ξεκινάμε. Σε προχωρεί πολύ μπροστά, στο μέλλον, όπου όλοι συναντιόμαστε, και αγκαλιάζει ο φονιάς το θύμα και ο σκοτωμένος τον φονιά.

Αυτός που έχει μέσα του ένα πυράκτωμα αγάπης, ως πλούτο προσωπικής ζωής, και μια παράφορη δίψα του απολύτου. Αυτός που νοιώθει τη χάρη της ταπεινώσεως και την αγγελική λεπτότητα του μικρού παιδιού, αλλά και της καρδιάς του πληγωμένου μέθυσου ή εγκληματία... Αυτός που ζη, αισθάνεται και κρύβει μέσα του όλους τους πόνους του κόσμου, τους τύπους των ανθρώπων, και σε τίποτε δεν θέλει να βλάψη κανένα. Αυτός που κρατά όλα τα θέματα ανοιχτά, γιατί δεν ελέχθη ακόμη ο τελικός λόγος από τον Θεόν Λόγον, που μπορεί και οφείλει να τον πή, επειδή είναι η Αγάπη. Αυτός που έχει αυτή την ευαισθησία, μεγαλοθυμία και ευθύνη. Αυτός που κανένα δεν αγνοεί, δεν απορρίπτει, δεν αδικεί, και μας αφήνει μόνους να το καταλάβωμε. Αυτός που βασανίζεται, θυσιάζεται, πεθαίνει για την ελευθερία και την ενότητα όλων μας. Αυτός που δεν ζη χωρίς τους άλλους, αλλά χάριν των άλλων.

Αυτός όταν μιλά, όλοι σιωπούν, για να τον ακούσουν. Ακούγοντάς τον, σβήνουν οι θόρυβοι και τα παράσιτα. Καθένας ακούει τη βαθύτερη φωνή του εαυτού του, γιατί αληθινά ακούγεται ο απ' αρχής και ένας Λόγος.

Αυτός ανέβασε το επίπεδο της ζωής του ανθρώπου, της δουλειάς και της δημιουργίας του, πιο ψηλά από όλους τους άλλους. Γιατί κατέβηκε στα κατώτατα μέρη. Δοκίμασε τον αβάστακτο πόνο και δεν δυσανασχέτησε. Αλλά από μέσα του βγήκε λόγος και διάθεση ευγνωμοσύνης για όλα του τα βάσανα. Πήρε βοήθεια. Βρήκε το μυστικό. Δέχτηκε το προζύμι της Βασιλείας. Και όλο το φύραμα της ζωής και της δημιουργίας του ανέβηκε με τη δραστική ζύμη της μελλούσης Βασιλείας.

Είναι ο πολύ βασανισμένος και παρηγορημένος· στον πιο βαθύ άδη κατεβασμένος και σε ολοφώτεινο ουρανό ανεβασμένος. Πέρασε τη ζωηφόρο νέκρωσι. Ζη τη νεκρανάσταση. Γι' αυτό, έχει τη δυνατότητα και τη χάρη να δώση το ευαγγέλιο της χαράς προς όλους.

Αυτό γίνεται, επειδή το ζη. Λέγεται μόνο του. Και δι' όλων όσα λέει, δι' όλων όσα βάζει τους ήρωές του να λένε, να τσακώνωνται, να χαριεντίζωνται, φανερώνεται και προσφέρεται αυτό, το ένα και σωτήριο.

Νομίζει ο άλλος ότι, διαβάζοντας Ντοστογιέβσκι, διαβάζει αστυνομικά μυθιστορήματα ή συγγραφέα ανατόμο της ανθρώπινης ψυχής, που κάνει τη χαρτογράφηση του άγνωστου και απλησίαστου είναι μας. Έτσι είναι. Τα κάνει όλα αυτά. Αλλά το σημαντικότερο είναι ότι, δι' όλων αυτών, ενσταλάζει μέσα μας την παράκληση του Πνεύματος και τη βεβαιότητα ότι υπάρχει Εκείνος που συνέχει τα πάντα· αγαπά και σώζει τον άνθρωπο.

Αυτός ξέρει την αλήθεια της ζωής. Είναι γεμάτος βαριά χαρά. Ξέρει τι περιμένουν οι άλλοι απ' αυτόν. Και που οφείλει και μπορεί τώρα να τους κατευθύνη:

Να μη βιαστούν να ελπίσουν, στηριζόμενοι σε πράγματα πρόσκαιρα, "εν οις ουκ έστι σωτηρία".

Να μη βιαστούν να απελπιστούν, νομίζοντας ότι η όποια δοκιμασία τους είναι αρρώστεια προς θάνατον.

Έχει ο Θεός για όλους μας, αρκεί να ταπεινωθούμε, να συγχωρούμε και να περιμένωμε.

Έτσι, είτε διαβάσεις τον Αββά Ισαάκ, είτε τον Ντοστογιέβσκι, παίρνεις εν τέλει το ίδιο μήνυμα, τη χάρη και την παρηγοριά.

Αυτός ο συγγραφέας είναι ένα βιωματικό και ολοζώντανο σχόλιο στον Αββά Ισαάκ. Και "ντοστογιεβσκικά", με όλα του τα έργα, πιστοποιεί και επικυρώνει τη διπλή βεβαιότητα του Αββά (που είναι και δική του):

Χωρίς μεγάλους πειρασμούς, δεν δίδονται μεγάλα χαρίσματα. Και: Η χαρά η εν τω Θεώ είναι ισχυροτέρα της παρούσης ζωής.

Ο Σερ Στήβεν Ράνσιμαν για το Βυζάντιο και την Ορθοδοξία

Απόψεις του, για την Ορθοδοξία

Συνέντευξη στην ΕΤ3 (10/94):

Πως νοιώθει ένας άνθρωπος που ασχολείται τόσα χρόνια με το Βυζάντιο; Κουρασθήκατε;

Δύσκολο να απαντήσω. Το ενδιαφέρον μου ποτέ δεν εξανεμίσθηκε. Όταν άρχισα να μελετώ το Βυζάντιο, υπήρχαν πολλοί λίγοι άνθρωποι σ' αυτή τη χώρα (τη Μεγάλη Βρετανία) που ενδιαφερόταν, έστω και ελάχιστα για το Βυζάντιο. Μ' αρέσει να πιστεύω πως "δημιούργησα" ενδιαφέρον για το Βυζάντιο. Αυτό που με ικανοποιεί, ιδιαίτερα σήμερα, είναι ότι πλέον υπάρχουν αρκετοί, πολλοί καλοί εκπρόσωποι (της σπουδής του Βυζαντίου) στη Βρετανία. Μπορώ να πω ότι αισθάνομαι πατρικά απέναντί τους και είμαι ευτυχής που επέλεξα το Βυζάντιο ως το κύριο ιστορικό μου ενδιαφέρον.

Και ήταν ελκυστικό για σας όλα αυτά το χρόνια;

Το Βυζάντιο το βρίσκω εξαιρετικά συναρπαστικό, γιατί ήταν ένας αυθύπαρκτος πολιτισμός. Για να μελετήσεις το Βυζάντιο, πρέπει να μελετήσεις τη τέχνη, να μελετήσεις τη θρησκεία, να μελετήσεις ένα ολόκληρο τρόπο ζωής, που είναι πολύ διαφορετικός από το σημερινό.

Καλύτερος ή χειρότερος;

Κοιτάξτε... Δεν είμαι σίγουρος αν θα μου άρεσε να ζήσω στους βυζαντινούς χρόνους. Δε θα μου άρεσε, λόγου χάριν, να αφήσω γένια. Ωστόσο, στο Βυζάντιο είχαν ένα τρόπο ζωής που ήταν καλύτερα δομημένος. Άλλωστε, όταν έχεις έντονο θρησκευτικό συναίσθημα, η ζωή σου "μορφοποιείται" κι είναι πολύ πιο ικανοποιητική από τη σημερινή, όπου κανείς δεν πιστεύει σε τίποτε αρκετά.

Άρα ήταν μια θρησκευτική Πολιτεία;

Ήταν ένας πολιτισμός, στον οποίο η θρησκεία αποτελούσε μέρος της ζωής.

Και στους έντεκα αυτούς αιώνες;

Νομίζω ότι ο κόσμος μιλά για το Βυζάντιο λες και παρέμεινε το ίδιο, ένας πολιτισμός αμετάβλητος κατά τη διάρκεια όλων αυτών των αιώνων. Είχε αλλάξει πολύ από την αρχή ως το τέλος του, αν και κάποια συγκεκριμένα βασικά στοιχεία κράτησαν σε όλη τη διάρκειά του - όπως το θρησκευτικό συναίσθημα. Μπορεί να διαφωνούσαν για θρησκευτικά ζητήματα αλλά πίστευαν όλοι, και αυτό το αίσθημα είναι μόνιμο.

Ο σεβασμός, η εκτίμηση στις τέχνες, ως εκείνες που ευχαριστούν το Θεό, και αυτά διατηρήθηκαν. Κι έτσι, παρ' ότι οι μόδες άλλαζαν, η οικονομική κατάσταση άλλαζε, οι πολιτικές καταστάσεις άλλαζαν, υπήρχε μια ακεραιότητα, πολύ ενδιαφέρουσα μέσα στο σύνολο.

Δ. ΣΑΒΒΟΠΟΥΛΟΣ: Είμαι από τους ανθρώπους που σέβονται πάρα πολύ τη πίστη και τις παραδόσεις μας, και νιώθω μεγάλη αγάπη για τη πατρίδα - τις επετείους και τα σύμβολά της - και την Ορθοδοξία. Έτσι μεγάλωσα μέχρι τα εφηβικά μου χρόνια. Μετά ήρθε η γνωστή αμφισβήτηση - και λόγω ηλικίας και λόγω εποχής - και για αρκετά χρόνια δε μου λέγανε τίποτα όλα αυτά. Όμως όλα αυτά υπάρχουν μέσα μας σαν μια ολόχρυση εικόνα, που έρχεται η ατομική ζωή και η καθημερινότητα να την επικαλύψει. Αυτή όμως υπάρχει. Μια παράσταση, μια μυρωδιά, ένα κάτι ελάχιστο αρκεί για να ξαναφέρει στην επιφάνεια αυτή την εικόνα. Κι αυτή η εικόνα δεν ξεριζώνεται από μέσα μας.

ΣΤΙΒΕΝ ΡΑΝΣΙΜΑΝ: Αισθάνομαι πολύ απογοητευμένος από τις άλλες Εκκλησίες της Δύσεως. Όμως χαίρομαι με τη σκέψη ότι στα επόμενα 100 χρόνια η Ορθοδοξία θα είναι η μόνη ιστορική Εκκλησία που θα υφίσταται.

Η Αγγλικανική Εκκλησία είναι σε πολύ κακά χάλια.

Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία χάνει συνεχώς έδαφος.

Αλλά ευτυχώς υπάρχει η Ορθόδοξη την Εκκλησία. Μου κάνει μεγάλη εντύπωση ο αυξανόμενος αριθμός αυτών που ασπάζονται την Ορθοδοξία και μάλιστα στη Βρετανία. Πιστεύω ότι προσφέρει τη πραγματική πνευματικότητα που οι άλλες εκκλησίες δεν μπορούν πλέον να μεταδώσουν. Όλα αυτά με οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η Ορθοδοξία θα διατηρηθεί σε αντίθεση με τις άλλες (Συνέντευξη που παραχώρησε λίγο πριν το θάνατό του στο περιοδικό "Πεμπτουσία" και αναδημοσιεύθηκε στην "Καθημερινή").

Είναι ο άνθρωπος που ανέσυρε το Βυζάντιο από την ερευνητική αφάνεια. Αυτός που ανέδειξε με όλη του την επιστημονική δύναμη το πως ο κλασικός κόσμος αναδύθηκε και επιβίωσε των μεταβαρβαρικών επιδρομών και κατακτήσεων. Είναι ο φίλος του Γιώργου Σεφέρη, της Τζίνας Μπαχάουερ, του Τάκη Χορν, του Σικελιανού.

O συγγραφέας των "Χρονικών της Νάρνια" C. S. Lewis και οι Ορθόδοξες επιρροές στο έργο του

Ο Κλάϊβ Στέηπλς Λούις ( 29/11/1898 - 22/11/1963), πιο γνωστός ως Κ. Σ. Λούις, ήταν συγγραφέας και λόγιος. Γεννήθηκε στο Μπέλφαστ της Ιρλανδίας. Υιοθέτησε το όνομα "Τζακ", που είναι και το όνομα που τον φώναζαν οι φίλοι και οι γνωστοί του. Έγινε γνωστός για τις εργασίες του πάνω στην μεσαιωνική λογοτεχνία, καθώς επίσης για την Χριστιανική του απολογητική και μυθολογία, ειδικότερα για "Τα Χρονικά της Νάρνια".

1. Ιστορικά στοιχεία

Καριέρα ως λόγιος

Δίδαξε ως υπότροφος του Κολλεγίου Μαγδαλέν στην Οξφόρδη, για περίπου 30 χρόνια, και αργότερα έγινε ο πρώτος Καθηγητής Μεσαιωνικής και Αναγεννησιακής Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο του Κέϊμπριτζ και του Κολλεγίου Μαγδαλέν, Κέϊμπριτζ.

Κάνοντας χρήση της θέσεως αυτής, ισχυριζόταν πως δεν υφίσταται καμία "Αγγλική Αναγέννηση". Μεγάλο μέρος της λογοτεχνικής του εργασίας ήταν αφιερωμένο στον ύστερο Μεσαίωνα, ειδικά στην χρήση των αλληγοριών που συνηθιζόταν τότε. Το έργο του (Η Αλληγορία της Αγάπης του 1936 βοήθησε στην αναζωπύρωση της σοβαρής μελέτης των ύστερων μεσαιωνικών μυθιστορημάτων όπως το (Ρομάντζο του Ρόδου). Ο Λούις είχε γράψει τον πρόλογο του ποιήματος του Τζων Μίλτον, (Παράδεισος Χαμένος), ο οποίος πρόλογος παραμένει ο πιο σημαντικός κριτικός σχολιασμός του έργου εκείνου. Η τελευταία ακαδημαϊκή έκδοσή του, (Η Απορριμένη Εικόνα - Μια Εισαγωγή στην Μεσαιωνική και Αναγεννησιακή Λογοτεχνία) (1964), είναι μια εξαιρετική σύνοψη της Μεσαιωνικής κοσμοθεωρίας, ήτοι της απορριμένης εικόνας του κόσμου που αναφέρεται στον τίτλο.

Ο Λούις ήταν ένας γόνιμος συγγραφέας, και μέλος της εταιρείας λογοτεχνικών συζητήσεων, (=λογοπαίγνιο: οι Υποψιασμένοι, ή/και οι Μελανικοί), παρέα με τους στενούς του φίλους, Τ. Ρ. Τόλκιεν, Καρόλου Ουίλλιαμς και Όουεν Μπάρφηλντ.

Καριέρα ως συγγραφέας μυθιστορημάτων

Εκτός από τις εργασίες του λόγιου, είχε γράψει ένα πλήθος δημοφιλών νουβέλων, όπως Space Trilogy of science fiction books: Out of the Silent Planet, Perelandra (επίσης γνωστό από τον τίτλο «Voyage to Venus»), Και το «That Hideous Strength». (Η Διαστημική Τριλογία των βιβλίων επιστημονικής φαντασίας: Εκ του Σιωπηλού Πλανήτη, η Περελάντρα επίσης γνωστό με τον τίτλο Ταξίδι στην Αφροδίτη, και «Εκείνη η Αποκρουστική Δύναμη»).

Η Τριλογία αυτή συνδυάζει παραδοσιακά στοιχεία επιστημονικής φαντασίας, μαζί με την εξερεύνηση των Χριστιανικών θεμάτων της αμαρτίας, της πτώσης και της λύτρωσης.

Το έργο (Το Μεγάλο Διαζύγιο) είναι μια μικρή νουβέλα, με θέμα κάποιες φανταστικές συζητήσεις στον Παράδεισο, μεταξύ σωσμένων και καταδικασμένων. Στην νουβέλα αυτή, οι "καταδικασμένοι" φαίνεται να έχουν αυτό-καταδικαστεί, εννοώντας πως τίποτε δεν τους εμπόδιζε να πάνε στον Παράδεισο και να μείνουν εκεί, αν το επέλεγαν. Μερικοί όμως έβρισκαν απειλητικές ή ενοχλητικές, τις αλλαγές που επέβαλλε ο Παράδεισος, έτσι, αποφάσισαν να φύγουν από εκεί... Ο αφηγητής συνοδεύεται από τον Σκοτσέζο συγγραφέα Τζώρτζ Μακντόναλντ.

Μια άλλη μικρή νουβέλα, (Οι Επιστολές του Βλακοταινία) απαρτίζεται από τις συμβουλευτικές επιστολές ενός γηραιού δαίμονα προς τον ανεψιό του. Στις επιστολές αυτές, ο γηραιός δαίμονας Βλακοταινίας δίνει οδηγίες στον ανεψιό του, τον ξυλοσκώληκα, για τις καλύτερες μεθόδους εξασφάλισης για την καταδίκη ενός συγκεκριμένου θνητού.

Τα έργο του, Τα Χρονικά της Νάρνια αποτελείται από μια σειρά από επτά φανταστικές νουβέλες για παιδιά, που έχει σημειώσει την μεγαλύτερη δημοτικότητα απ' όλα τα έργα του. Τα βιβλία αυτά κρύβουν ένα αλληγορικό Χριστιανικό μήνυμα, και περιγράφουν τις περιπέτειες μιας ομάδας παιδιών που επισκέπτεται μια μαγική χώρα που ονομάζεται Νάρνια. Το μυθιστόρημα (Το Λιοντάρι, η Μάγισσα και η Ντουλάπα), που δημοσιεύθηκε πρώτο κατά σειρά, και είναι το πιο δημοφιλές της σειράς των επτά, έχει προσαρμοσθεί, και για το θέατρο, και για τον κινηματογράφο.

Τα Χρονικά της Νάρνια έχουν δανεισθεί στοιχεία από την Ελληνική και την Ρωμαϊκή μυθολογία, καθώς επίσης από παραδοσιακά Αγγλικά και Ιρλανδικά παραμύθια. Ο Λούις δήλωνε πως ο ΜακΝτόναλντ τον είχε επηρεάσει να γράψει την σειρά αυτή.

Η τελευταία νουβέλα του ήταν (Μέχρι να Αποκτήσουμε Πρόσωπα). Πολλοί πιστεύουν (όπως και ο ίδιος) πως ήταν το πιο ώριμο και πιο επιδέξιο μυθιστορηματικό του έργο, αλλά ποτέ δεν έγινε επιτυχία για το κοινό. Πρόκειται για μια επανάληψη του μύθου "Έρως και Ψυχή", από την ασυνήθιστη οπτική γωνία της… Αδελφής της Ψυχής. Απασχολείται σοβαρά με θρησκευτικές ιδέες, μόνο που το σκηνικό είναι εντελώς παγανιστικό, και διακρίνονται με υπονοούμενα οι συσχετισμοί με συγκεκριμένα Χριστιανικά πιστεύω.

Πριν από την μεταστροφή του Λούις στον Χριστιανισμό, είχε εκδώσει δύο βιβλία: (Πνεύματα Δέσμια) - μια συλλογή ποιημάτων, και ένα μεμονωμένο αφηγηματικό ποίημα. Και τα δύο είχαν δημοσιευθεί με το ψευδώνυμο "Κλάϊβ Χάμιλτον.

Καριέρα ως συγγραφέας περι "Χριστιανισμού"

Πέραν της καριέρας του ως Καθηγητή Αγγλικών και των νουβελών του, ο Λούις είχε γράψει και ένα πλήθος βιβλίων σχετικά με τον Χριστιανισμό, και ίσως το πιο διάσημο να ήταν το Mere Christianity. Σαν ενήλικας μεταστραφείς στην Αγγλικανική Εκκλησία (είχε δηλώσει πως τον είχε επηρεάσει ο Τόλκιεν), είχε δείξει μεγάλο ενδιαφέρον, να παρουσιάσει μια πειστική εικόνα για την αλήθεια του Χριστιανισμού. Τα έργα (Το Πρόβλημα του Πόνου), και (Θαύματα), όλα απέβλεπαν - σε κάποιο βαθμό το καθένα - στην αναίρεση λαϊκών αντιρρήσεων προς τον Χριστιανισμό.

Έχει γίνει ευρύτερα γνωστός ως «Ο Απόστολος των Σκεπτικιστών», επειδή είχε αρχικά προσεγγίσει την θρησκευτική σκέψη ως σκεπτικιστής, και ένοιωθε πως είχε μεταστραφεί από τα αποδεικτικά στοιχεία της. Συνεπώς, τα βιβλία του για τον Χριστιανισμό έχουν ως κυρίαρχα θέματά τους την ενασχόληση με τα εμφαινόμενα προβλήματα αποδοχής του Χριστιανισμού, όπως π.χ., "Πώς επιτρέπει ένας αγαθός Θεός να υπάρχει ο πόνος στον κόσμο;" το οποίο εξετάζει λεπτομερώς στο βιβλίο του "Το Πρόβλημα του Πόνου".

Έγραψε μια αυτοβιογραφία, με τίτλο (Ξαφνιασμένος από την Χαρά), στο οποίο περιγράφει την μεταστροφή του, και γράφτηκε πριν γνωρίσει την σύζυγό του, Τζόη (=Χαρά) Γκρέσαμ. Οι εκθέσεις του και οι δημόσιες ομιλίες του για την Χριστιανική πίστη - πολλές από τις οποίες έχουν συγκεντρωθεί στα βιβλία (Ο Θεός στην Αποβάθρα) και (Το Βάρος της Δόξας και Άλλοι Λόγοι), παραμένουν δημοφιλή, μέχρι και σήμερα.

Το πιο διάσημο έργο του, «Τα Χρονικά της Νάρνια», περιέχει έντονες αλληγορίες για τον Χριστιανισμό.

Πορτρέτα της ζωής του Λούις

Πρόσφατα έχει διαφανεί κάποιο ενδιαφέρον για βιογραφικό υλικό που έχει σχέση με τον Λούις. Ως αποτέλεσμα αυτού, έχουν γραφτεί αρκετές βιογραφίες, καθώς και βιβλία που έχουν γράψει κοντινοί φίλοι του Λούις, εκ των οποίων είναι ο Ρότζερ Λάνσελυν Γκρήν και ο Τζωρτζ Σάγιερ), και τουλάχιστον ένα έργο για την ζωή του, και μια ταινία του 1993, με τίτλο Shadowlands (Ισκιότοποι) που βασίζεται σε ένα πρωτότυπο θεατρικό και τηλεοπτικό έργο. Η ταινία παρουσιάζει μυθιστορηματικά την σχέση του με την Αμερικανίδα συγγραφέα Τζόϋ Γκρέσαμ, την οποία γνώρισε και παντρεύτηκε στο Λονδίνο, και κατέληξε να την βλέπει να αργοπεθαίνει από καρκίνο των οστών.

Το βιβλίο του Λούις (Παρατηρώντας το Πένθος) περιγράφει την πένθιμη εμπειρία του με τόσο ωμό και προσωπικό ύφος, που το κυκλοφόρησε αρχικά με το ψευδώνυμο "Ν. Κλαρκ", για να μην αφήσει τους αναγνώστες του να συσχετίσουν το βιβλίο με αυτόν. Μάλλον πολλοί από τους φίλους του θα είχαν συστήσει στον Λούις να γράψει το βιβλίο, ως τρόπο αντιμετώπισης του πόνου του, και εκείνος εν συνεχεία το εξέδωσε.

Ο θάνατος του Λούις και το κληροδότημά του

Ο Λούις πέθανε στις 22 Νοεμβρίου, 1963, στην οικία του στην Οξφόρδη που μοιραζόταν με τον αδερφό του Ουώρεν (χαϊδευτικά Ουώρνη). Ετάφη στο Κοιμητήριο της Εκκλησίας στο Χέντιγκτον, στην Οξφόρδη της Αγγλίας. Η κάλυψη του θανάτου του από τα μέσα είχε επισκιαστεί, από την δολοφονία του Προέδρου Τζων Κένεντυ, που συνέβη την ίδια μέρα.

Πολλά βιβλία έχουν εμπνευσθεί από τον Λούις, όπως (Ένα Αυστηρό Έλεος), από τον ανταποκριτή του, τον Σέλντον Βανάουκεν, και πολλές νουβέλες άλλων συγγραφέων, εμπνευσμένες από την Νάρνια.

2. Ορθόδοξες επιρροές;

Ο Κ.Σ. Λούις είναι πολύ αγαπητός, από πάρα πολλούς Ορθοδόξους Χριστιανούς, οι οποίοι συχνά αναρωτιώνται: "Μήπως ο Κ. Σ. Λούις ήταν ένας ανώνυμος Ορθόδοξος;"

Η Σωτηριολογία του Λούις, καθώς επίσης και η άποψή του περί παραδείσου και κόλασης, μοιάζει πολύ με εκείνη της Ορθοδοξίας, και αντιτίθεται στις απόψεις των Παπικών Ρωμαιο-καθολικών και των Προτεσταντών για τα θέματα αυτά.

Φυσικά, ο Λούις παρέμεινε Αγγλικανός σε όλη του την ζωή, όμως, είναι σημαντικό να προσέξουμε πως για περισσότερο από ένα αιώνα, και σε όλη του την ζωή, η Αγγλικανική και η Ορθόδοξη Εκκλησία εξέταζαν την ένωσή τους. Η Αγγλικανική Εκκλησία άρχισε τον 16ο αιώνα, με την προσαρμογή της λειτουργίας της Κέλτικης (Ορθόδοξης) εκκλησίας, που είχε εισαχθεί όταν η Βρετανία ήταν Ρωμαϊκή επαρχία, πολύ πριν από το Σχίσμα ανάμεσα στην Ρωμαϊκή Δύση και την Ορθόδοξη Ανατολή. Οι Ορθόδοξοι εγκατέλειψαν την προσπάθεια για ένωση προς το τέλος της δεκαετίας του 60, όταν φάνηκε πως στην Εκκλησία της Αγγλίας θα επικρατούσε τελικά ο φιλελευθερισμός, και όχι η Ορθόδοξη θεολογία.

Έχουν πολύ δίκαιο, να περιγράφουν τον Λούις ως ένα "Ανώνυμο Ορθόδοξο" (μέσα σε εισαγωγικά, βέβαια) γιατί, ενώ η επίσημη δέσμευσή του ήταν με την Εκκλησία της Αγγλίας, η συμπάθειά του ήταν προς την Ορθοδοξία. Η πιο στοχαστική μελέτη για την σχέση του Λούις με την Ορθοδοξία, είχε γραφτεί από τον Ορθόδοξο Επίσκοπο Διοκλείας Κάλλιστο Γουαίαρ, ο οποίος επίσης διδάσκει στην Οξφόρδη. Σε ένα άρθρο που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Sobornost, με τίτλο (Κ. Σ. Λούις - Ένας Ανώνυμος Ορθόδοξος;), ερευνά αυτό το συναρπαστικό ερώτημα. Ταπεινά αφηγείται πως ο Λούις έχει την τάση να "εξιδανικεύει εμάς τους Ορθοδόξους", και επιβεβαιώνει πως "παρ' ότι οι προσωπικές επαφές του Λούις με την Ορθόδοξη Εκκλησία δεν ήσαν εκτενείς, παράλληλα όμως, το σκεπτικό του είναι συχνά βαθύτατα εναρμονισμένο με την Ορθόδοξη θέση."

Όσοι γνωρίζουν την Ορθόδοξη Θεολογία, και έχουν διαβάσει το βιβλίο του: (Το Πρόβλημα του Πόνου), σίγουρα έχουν διαπιστώσει πόσο ΕΝΤΟΝΑ είναι επηρεασμένος από την Ορθόδοξη θεολογία.

Σε ένα σχετικό άρθρο, διαβάζουμε:

Μεγαλώνοντας στην Ιρλανδία και την Αγγλία, ο Λούις είχε ελάχιστη προσωπική επαφή με Ορθοδόξους πιστούς. Όμως, όσες συναντήσεις έτυχε να έχει, τον εντυπωσίασαν πολύ. Πέραν του ότι ένοιωθε πως οι Ορθόδοξοι ιερείς που γνώρισε -κατά την επίσκεψή του στην Ελλάδα το 1960- έμοιαζαν "πιο πνευματικοί" από τους αντίστοιχους Δυτικούς ιερείς, ο καλός του φίλος και βιογράφος Τζωρτζ Σάγερ σημείωσε πόσο απολάμβανε ο Λούις την Ορθόδοξη λειτουργία: "Στην Ρόδο… είχαν πάει στον Ελληνορθόδοξο Καθεδρικό Ναό για την Πασχαλινή λειτουργία. Τον συγκίνησε πολύ τον Τζακ η λειτουργία, καθώς και μια τελετή γάμου σε ένα χωριό. Έκτοτε, όταν συζητούσαμε το θέμα μεταξύ μας, μου έλεγε πως προτιμούσε την Ορθόδοξη Λειτουργία, από τις Καθολικές ή τις Προτεσταντικές λειτουργίες."

Κάτι που τον εντυπωσίασε -και που περιγράφεται σε ένα απόσπασμα του βιβλίου (Γράμματα στον Μάλκομ): Chiefly on Prayer (Κυρίως περί Προσευχής), ήταν η ελευθερία της Ορθόδοξης λατρευτικής εμπειρίας. "Άλλοι έμεναν όρθιοι, άλλοι γονάτιζαν, άλλοι έμεναν καθισμένοι, άλλοι μετακινούνταν… και η ομορφιά του πράγματος ήταν πως κανείς δεν έδινε την παραμικρή σημασία στο τι έκανε ο άλλος". Ήταν επειδή η προσοχή τους είχε ορθώς εστιάσει, στον Θεό.

Σύμφωνα με τον γνωστό Αμερικανό Ορθόδοξο Frank Schaeffer:

"Μιλώντας ως απλός λαϊκός, μου φαίνεται πως η "θεολογία" που βγαίνει από "Τα Χρονικά της Νάρνια", "Το Μεγάλο Διαζύγιο", και "Οι Επιστολές του Βλακοταινία" είναι Ορθόδοξη." Διάβαζα πρόσφατα τις Επιστολές του Βλακοταινία, και είδα να υπάρχει ένα σημείο όπου ο Βλακοταινίας (ο πρωταγωνιστής δαίμονας που γράφει στον μικρό δαίμονα, «ξυλοσκώληκα») λέει κάτι περίπου ως εξής: "Όταν παραπλανάς τον μεταστραφέντα Προτεστάντη, το καλύτερο πράγμα που μπορείς να κάνεις, είναι να τον καταφέρεις να προσεύχεται αυτοσχέδια, να βεβαιωθείς πως πάνω απ' όλα, δεν θα λέει τις λειτουργικές προσευχές που τον είχε μάθει η μητέρα του, να τον αφήσεις να νομίζει πως όσα λέει είναι πρωτότυπα." Όταν διαβάζω τον Κ. Σ. Λούις, ακούω μια Ορθόδοξη φωνή. Ακούω την φωνή ενός πιστού των Μυστηρίων, και ενός λειτουργικά παραδοσιακού ανθρώπου, να γράφει."

3. Πρόλογος του Λούις για την αγγλική μετάφραση ενός έργου του Μ. Αθανασίου "Περί Της Ενσαρκώσεως"

Λίγοι ίσως γνωρίζουν, πως ο C. S. Lewis, προλόγισε την έκδοση στα αγγλικά, του έργου του Μεγάλου Αθανασιου "Περι της Ενσαρκώσεως". Ένα απολογητικό έργο, το οποίο αναλύει την Ορθόδοξη Χριστιανική πίστη, για την Ενσάρκωση του Κυρίου Ιησού Χριστού. Παρακάτω, παραθέτουμε σε μετάφραση, ένα μεγάλο μέρος του προλόγου αυτού.

Υπάρχει μια περίεργη αντίληψη στο εξωτερικό, πως σε κάθε θέμα, τα αρχαία βιβλία πρέπει να διαβάζονται μόνο από τους επαγγελματίες, και πως ο ερασιτέχνης θα πρέπει να αρκείται με τα σύγχρονα βιβλία. Έτσι, διαπίστωσα ως δάσκαλος Αγγλικής Λογοτεχνίας πως, αν ο μέσος μαθητής επιθυμεί να βρει κάτι σχετικά με τον Πλατωνισμό, το τελευταίο πράγμα που θα σκεφθεί να κάνει, είναι να πάρει μια μετάφραση του Πλάτωνα από το ράφι, και να διαβάσει το Συμπόσιο. Θα προτιμήσει να διαβάσει κάποιο βαρετό, μοντέρνο βιβλίο, δέκα φορές πιο μακροσκελές, γεμάτο από "ισμούς" και επιδράσεις, και μόλις μία στις δώδεκα σελίδες να του λέει τι είπε στην πραγματικότητα ο Πλάτων. Το σφάλμα αυτό είναι μάλλον συμπαθές, διότι πηγάζει από ταπεινοφροσύνη. Ο μαθητής νοιώθει δέος, σκεπτόμενος πως θα συναντήσει αυτοπροσώπως έναν από τους μεγαλύτερους φιλοσόφους. Νοιώθει ανεπαρκής, και πιστεύει πως δεν θα τον κατανοήσει... Αν ήξερε μόνο, πως αυτός ο μέγας άνθρωπος, λόγω του αναστήματός του, είναι πολύ πιο κατανοητός από τον σύγχρονο σχολιαστή του... Ο πιο απλός μαθητής θα μπορούσε να καταλάβει, αν όχι όλα, πάντως πολλά απ' όσα είπε ο Πλάτων, ενώ, σχεδόν κανείς δεν μπορεί να κατανοήσει μερικά σύγχρονα βιβλία για τον Πλατωνισμό. Για τον λόγο αυτό, έχει γίνει ένας από τους κύριους στόχους μου ως δασκάλου, να πείσω τους νέους, πως, όχι μόνο αξίζει περισσότερο η γνώση από πρώτο χέρι παρά από δεύτερο χέρι, αλλά πως είναι και πολύ πιο εύκολη και πιο ευχάριστη η απόκτησή της. Αυτή η εσφαλμένη προτίμηση για τα μοντέρνα βιβλία και η δειλία προς τα παλαιά, πουθενά δεν είναι τόσο διαδεδομένη, όσο στην θεολογία. (…)

Το παρόν βιβλίο είναι κάτι σαν πείραμα. Η μετάφραση προορίζεται για το ευρύτερο κοινό, και όχι μόνο για φοιτητές θεολογίας. Αν πετύχει, άλλες μεταφράσεις άλλων μεγάλων Χριστιανικών βιβλίων θεωρητικά θα ακολουθήσουν. (…) Ο ερασιτέχνης ή ο λαϊκός χρειάζεται καθοδήγηση, εκτός από παρότρυνση. Στην εποχή μας, η ανάγκη για γνώση είναι ιδιαίτερα πιεστική. Δεν προτίθεμαι να προτείνω οποιονδήποτε βαθύ διαχωρισμό μεταξύ των δύο ειδών βιβλίου. Προσωπικά, βρίσκω πως τα δογματικά βιβλία βοηθούν περισσότερο στην λατρεία, παρά τα λατρευτικά βιβλία, και υποψιάζομαι πως πολλοί άλλοι θα αντιμετωπίσουν την ίδια εμπειρία. (…)

Πρόκειται για μια καλή μετάφραση ενός πολύ αξιόλογου βιβλίου. Ο Άγιος Αθανάσιος έχει υποφέρει στην λαϊκή εκτίμηση, εξ αιτίας μιας κάποιας προτάσεως στο "Πιστεύω του Αθανασίου". Δεν θα εμβαθύνω στην λεπτομέρεια πως το έργο εκείνο δεν είναι ακριβώς ένα "Πιστεύω", και πως δεν ήταν και του Αγίου Αθανασίου, επειδή πιστεύω πως είναι ένα εξαιρετικής ποιότητας γραπτό. Τα λόγια "…την οποία πίστη, αν δεν την τηρήσουν όλοι ακέραια και αμόλυντη, αναμφιβόλως θα τιμωρούνται αιωνίως» ήταν η προσβολή.

Συνήθως παρεξηγούνται. Η λέξη-κλειδί είναι «τηρήσουν». Δεν λέει «αποκτήσουν», ούτε «πιστέψουν», αλλά «τηρήσουν». Ο συγγραφέας επ’ ουδενί αναφέρεται σε απίστους, αλλά σε λιποτάκτες της πίστεως – δεν αναφέρεται σε εκείνους που δεν έχουν ακούσει ποτέ για τον Χριστό, ούτε καν σε εκείνους που Τον έχουν παρανοήσει και συνεπώς έχουν αρνηθεί να Τον δεχθούν, αλλά αναφέρεται σε εκείνους που, έχοντας πραγματικά κατανοήσει και πραγματικά πιστέψει, στην συνέχεια έχουν επιτρέψει τον εαυτό τους (ένεκεν οκνηρίας ή μόδας ή άλλης εισαγόμενης σύγχυσης) να απομακρυνθεί, σε υπο-Χριστιανικούς τρόπους σκέψεως. Τέτοιοι άνθρωποι σηματοδοτούν τον κίνδυνο της περίεργης, μοντέρνας αντίληψης πως όλες οι αλλαγές στην πίστη απαραιτήτως απαλλάσσονται από κάθε ευθύνη, όπως και αν αυτές έχουν επέλθει.

(…) Ο επιτάφιός του αναφέρει (ο Αθανάσιος εναντίον του κόσμου). Είμαστε περήφανοι, που η χώρα μας έχει αρκετές φορές εναντιωθεί στον κόσμο. Ο Αθανάσιος έκανε το ίδιο. Στήριξε το Τριαδικό δόγμα, «ακέραιο και αμόλυντο», όταν φαινόταν πως όλος ο πολιτισμένος κόσμος ολίσθαινε από τον Χριστιανισμό, πίσω, προς τον Αρειανισμό, σε μία από εκείνες τις «λογικές» συνθετικές θρησκείες που τόσο πολύ τις συνιστούν σήμερα, και στις οποίες (όπως τότε και σήμερα) συμπεριλαμβάνονται μέσα στους πιστούς της πολλοί, καλλιεργημένοι ιερείς. Είναι προς τιμήν του, που δεν συμβάδισε με τον καιρό του. Είναι αμοιβή του, που σήμερα συνεχίζει να υπάρχει, ενώ εκείνοι οι καιροί (όπως όλοι οι καιροί), έχουν φύγει πια.

Όταν πρωτοδιάβασα το έργο του (Περί της Ενσαρκώσεως), σύντομα διαπίστωσα -με ένα απλό τεστ- πως διάβαζα ένα αριστούργημα. Γνώριζα ελάχιστα Χριστιανικά Ελληνικά, με εξαίρεση εκείνα της Καινής Διαθήκης, και περίμενα να αντιμετωπίσω δυσκολίες. Προς μεγάλη μου έκπληξη, τα βρήκα σχεδόν το ίδιο εύκολα, όσο στον Ξενοφώντα. Και μόνο ένας μεγάλος νους θα μπορούσε, τον 4ο αιώνα, να είχε γράψει σε τόσο βάθος, πάνω σε ένα τέτοιο θέμα, με τόση κλασσική απλότητα.

Κάθε σελίδα που διάβαζα, μου επιβεβαίωνε αυτή την εντύπωση. Η δική του προσέγγιση στα Θαύματα είναι απόλυτα αναγκαία σήμερα, καθ’ ότι είναι η τελική απάντηση σε εκείνους που φέρνουν αντίρρηση σε αυτά, αποκαλώντας τα θαύματα «αυθαίρετες και ασήμαντες παραβιάσεις των Νόμων της Φύσεως». Αποδεικνύεται εδώ, πως μάλλον πρόκειται για επανάληψη (με κεφαλαία γράμματα) του ίδιου μηνύματος, που έχει γράψει η Φύση με το δικό της, μαγκωμένο, κατσαρό γραφικό χαρακτήρα. Πρόκειται ακριβώς για τις λειτουργίες που θα περίμενε κανείς από Εκείνον, που ήταν τόσο γεμάτος ζωή, ώστε όταν επιθύμησε να πεθάνει, χρειάστηκε να «δανεισθεί τον θάνατο από άλλους».

Ολόκληρο το βιβλίο, είναι πράγματι μια εικόνα του Δένδρου της Γνώσεως – ένα χυμώδες και χρυσό βιβλίο, ανάλαφρο, και γεμάτο αυτοπεποίθηση. Ομολογουμένως, δεν μπορούμε να μεταδώσουμε την ίδια αυτοπεποίθηση σήμερα. Δεν μπορούμε να προβάλλουμε την υψηλή αρετή της Χριστιανικής ζωής, και το χαρούμενο, σχεδόν χλευαστικό κουράγιο του Χριστιανικού μαρτυρίου σαν αποδείξεις των δογμάτων μας, με την ίδια εκείνη διαβεβαίωση που για τον Αθανάσιο ήταν δεδομένη. Πάντως ο φταίχτης για τούτο, σίγουρα δεν είναι ο Αθανάσιος».

Σκοτεινές προσωπικότητες

Σκοτεινός "διαφωτισμός" τού Κοραή

Με το ξεκίνημα τού Ελληνικού κράτους, έσπευσαν κάποιοι Δυτικότροποι να μεταφέρουν στην Ελλάδα τις Δυτικές νοοτροπίες τους, θεωρώντας τη Δύση ως "πιο προοδευμένη". Έτσι, οι αποκομμένοι αυτοί άνθρωποι από τη Ρωμαίικη παράδοσή μας, μετέφεραν εδώ τα κουσούρια τής Γαλλικής Επανάστασης και τις Προτεσταντικές τους εμμονές, γινόμενοι πηγή κακών για τη χώρα μας. Δημιούργησαν προβλήματα που πληρώνουμε ως σήμερα. Ένας από αυτούς ήταν ο Αδάμάντιος Κοραής.

Τα αποστολικά κείμενα (ευαγγέλια, πράξεις, επιστολές), που διαβάζονται εμμελώς στις εκκλησιές μας, γράφτηκαν αιώνες (τουλάχιστον δεκαεφτά) προτού ο Kοραής αποφασίσει (από το γραφείο του στο Παρίσι) να αλλάξει τη ζωντανή γλώσσα των Eλλήνων με μια φτιαχτή «καθαρεύουσα» γλώσσα. Τα αποστολικά κείμενα είναι γραμμένα στην «κοινή» ελληνική: τη μετακλασική γλώσσα της ελληνόφωνης τότε (ίσως και για χίλια χρόνια) «οικουμένης» – γλώσσα άλλη από το πλαστό κοραϊκό κατασκεύασμα, στο οποίο αντιτάχθηκε ο δημοτικισμός.

Σίγουρα απέκτησε ο κοραϊσμός ερείσματα και στον εκκλησιαστικό βίο των Nεοελλήνων – δεν μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση η εκκλησία όταν ο κοραϊσμός επιβλήθηκε ως επίσημη κρατική ιδεολογία και η κοραϊκή «καθαρεύουσα» ως επίσημη (υποχρεωτική) γλώσσα του κράτους (της εκπαίδευσης, των δικαστηρίων, της διοίκησης, των εφημερίδων, της πολιτικής). Aπέκτησε ερείσματα η κοραϊκή ιδεολογία στους αυτουργούς και θιασώτες του θρησκευτικού εθνικισμού (αυτοκεφαλία), όπως και σε οργανώσεις ή «κινήματα» που συνέχισαν το έργο των προτεσταντών μισσιονάριων στην Eλλάδα. Aπέκτησε ερείσματα και η ξύλινη «καθαρεύουσα» στο κήρυγμα, στα εκκλησιαστικά έντυπα, στην πανεπιστημιακή θεολογία – όχι όμως στη λατρεία.

(Oι «προοδευτικοί διανοούμενοι» αποσιωπούν μεθοδικά –ή μήπως αγνοούν;– ότι δημοτικιστές ήταν οι κατασυκοφαντημένοι αντίπαλοι του «προοδευτικού» Kοραή, οι «Kολλυβάδες». Aυτοί –με κορυφαίο τον Nικόδημο Aγιορείτη– έγραφαν και κήρυτταν στη ζωντανή λαϊκή γλώσσα της εποχής τους, επιτελώντας ταυτόχρονα τεράστιο μεταφραστικό έργο – μετέφεραν σε χυμώδη δημοτική κορυφαία πατερικά έργα και θρησκευτικά βιβλία της εποχής, μεγάλης λαϊκής κυκλοφορίας). Όμως η ιδεολογία τού Κοραή επεκράτησε λόγω τής ξενολαγνείας, και τού μιμητισμού. Και ως σήμερα δημιουργεί προβλήματα.

Ο Αδαμάντιος Κοραής, ήταν η μορφή εκείνη της ιντελλιγκέντσιας του νεοελληνικού Διαφωτισμού που σφράγισε την Επανάσταση δίνοντας της εθνικό χαρακτήρα. Η έννοια όμως του «Έθνους» (ως φυλετικού μορφώματος) κυοφορήθηκε στα πλαίσια της Γαλλικής Επανάστασης και συνιστά «όρο» κατεξοχήν της Αστικής Σκέψης, της οποίας εκπρόσωπος υπήρξε και ο Κοραής. Όσοι, λοιπόν, συγκινημένοι τον χρησιμοποιούν, ας γνωρίζουν ότι δεν ανήκει στην ελληνική πνευματική παράδοση, αλλά είναι αντιδάνειο από τη γαλλική κουλτούρα.

Ο Αδ. Κοραής «δεν έδωσε τη ζωούλα του» για την επανάσταση (πέθανε 85 ετών στο Παρίσι), όχι μόνο γιατί απαξίωσε να επισκεφτεί την Ελλάδα για λόγους μικροπολιτικής αντίθεσης κυρίως προς τον Ι. Καποδίστρια (στη δολοφονία του οποίου ως ηθικός αυτουργός τα μέγιστα συνετέλεσε). Ήταν από αυτούς που αντετίθεντο στην Επανάσταση επειδή ακριβώς τη θεωρούσε άκαιρη, καθώς οι Έλληνες δεν είχαν μορφωθεί ακόμη αρκετά!

Σύμφωνα με τον Π. Καρολίδη, επιμελητή της "Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους" του (Εθνικού μας Ιστορικού) Παπαρρηγόπουλου:

"αι τοιαύται γελοιωδώς παράδοξοι δοξασίαι, προϊόντα αμαθείας και ακρισίας, είχον και την πολιτικήν αυτών ροπήν επί μερίδα λογίων κηρυττόντων ότι των νυν ελλήνων αι πολιτικαί ροπαί και τάσεις και εθνικαί ιδέαι πρέπει να μη υπερβαίνωσιν τα όρια της αρχαίας Ελλάδος".

Δεν είναι καθόλου δύσκολο να καταλάβουμε πως, σε μια χώρα της οποίας η πλειοψηφία των ομοεθνών της ακόμα ζούσαν υποδουλωμένοι, μια τέτοια παραχάραξη της Ιστορίας δημιουργούσε σοβαρούς εθνικούς κινδύνους. Και πώς να μην δημιουργούσε, αφού ο Κοραής είχε εργαστεί για την αποδοχή μιας τέτοιας θεώρησης προσπαθώντας να «φωτίσει» τους Ελληνες Ρωμηούς με λόγια όπως:

"το έθνος είναι πτώμα σπαραττόμενο από κόρακας. Απέθανεν η πατρίς.... αφ’ ότου μας επάτησεν ο Φίλιππος έως το 1453".

Κατά τον Κοραή λοιπόν, και τη Γαλλική του "μόρφωση", ο Φίλιππος και ο μέγας Αλέξανδρος δεν ήταν Έλληνες, αλλά ΚΑΤΑΚΤΗΤΗΣ που "πάτησαν" την Ελλάδα.

Ευτυχώς που δεν τους έχουν ανακαλύψει, ακόμα, οι Σκοπιανοί. Είχαν πέσει, τόσο αυτός όσο και ο Κοραής, θύματα της δυτικοθρεμμένης προπαγάνδας, που ξεκίνησε από τον Ιερώνυμο Βολφ, και πιο πριν από τους Φράγκους. Ας μην κατηγορούμε , λοιπόν, τους δυτικούς και τους Σκοπιανούς. Μόνοι μας, τους παραδίνουμε την κληρονομιά μας. Μόνοι μας, τους παραδίδουμε τον πολιτισμό της Ρωμανίας και της Μακεδονίας. Ποιος ξέρει; όπως ακριβώς σήμερα κάποιοι υβρίζουν την Ελληνικότητα της Ρώμης και του πολιτισμού της, ίσως σε 200 χρόνια οι απόγονοι τους να θεωρούν τους Σλάβους πνευματικά παιδιά του Μ. Αλεξάνδρου. Είναι, πράγματι, μία καταθλιπτική σκέψη, αλλά όχι και απίθανη. Όπως είδαμε, το ίδιο έχει συμβεί με την Ρώμη και την αυτοκρατορία της. Αλλά, για να ακριβολογούμε, ούτε η λέξη "Έλληνας" άρεσε στον Κοραή. Στο έργο του "Διάλογος δύο Γραικών" έγραφε:

"Ένα από τα δύο λοιπόν ταύτα (Έλληνας ή Γραικός) είναι το αληθινό του έθνους όνομα. Επρόκρινα το Γραικός, επειδή ούτω μας ονομάζουσι και όλα τα φωτισμένα έθνη της Ευρώπης".

Το "Γραικός" είναι ονομασία την οποία μας απέδωσαν τα "φωτισμένα" έθνη της Ευρώπης κατά τον 8ο αιώνα, όταν ακόμα βρίσκονταν στα βαθύτερα σκοτάδια της Ιστορίας τους, για λόγους καθαρά συμφεροντολογικούς. Έπρεπε να καπηλευθούν το όνομα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, για να νομιμοποιηθεί το Φραγκικό κράτος του Καρλομάγνου, ως η πραγματική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, με την οποία όμως οι Φράγκοι, ουδεμία σχέση είχαν. Οι λόγοι χρησιμοποίησης διαφορετικών ονομάτων ήταν καθαρά πολιτικοί. Έπρεπε με κάθε τρόπο να σβήσει από την εθνική συνείδηση των ελλήνων η ανάμνηση του παρελθόντος τους. Κυρίως έπρεπε να πάψει να ταυτίζεται η χώρα τους με την Ελληνιστική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.

Οι υπέρμαχοι του «αντιρωμαίικου» αγώνα είχαν (και έχουν..) φτάσει να προσπαθούν να μας πείσουν ότι ως λαός έχουμε σχέση μόνο με την αρχαία Ελλάδα και ότι η μεσαιωνική περίοδος είναι ολότελα ξένη προς τη νεώτερη Ελλάδα. Και μάλιστα ως «αρχαία Ελλάδα» εννοούσαν την κλασική Ελλάδα, αυτήν που οι ξένοι αποκαλούν μέχρι και σήμερα «Greece proper» («καθαυτό Ελλάδα»- δηλ τη χώρα νότια των Θερμοπυλών). Τέτοιοι είναι και οι σύγχρονοι Νεοπαγανιστές αρχαιόπληκτοι, που ενώ περνιούνται για "Ελληναράδες", στην πραγματικότητα παπαγαλίζουν τις Δυτικές αυτές ανθελληνικές ιδέες κατά τής Ρωμιοσύνης, προσφέροντας αφειδώς τις υπηρεσίες τους στην ανθελληνική προπαγάνδα τών Γάλλων.

Ο Ιάκωβος Ρίζος-Νερουλός, ιδεολογικός οπαδός του Κοραή, ισχυριζόταν το 1841 ότι Ελλάδα είναι μόνο το ελληνικό κράτος (τού 1830). Όσοι άλλοι το πατούν ή το πάτησαν είναι ξένοι. Άρα ο Φίλιππος, ο νικητής των ελλήνων στη Χαιρώνεια, ήταν ξένος και ο διανοούμενος θεωρεί πως ο Φίλιππος «έπραξεν άλλον της νίκης εκείνης ολεθριώτερον, εγέννησεν τον Αλέξανδρον». (!!!).

Βεβαίως την ίδια και χειρότερη γνώμη έχει για την Ρωμανία / Βυζάντιο. [Ιστορία του Ελλ. Έθνους της εκδοτικής Αθηνών, τ. ΙΓ’ σελ 459] Δηλαδή, τύφλα να’ χουν τα Σκόπια. Ο συγκεκριμένος κύριος δεν ήταν κάποιος τυχαίος. Ήταν ο τότε πρόεδρος της Ελληνικής Αρχαιολογικής Εταιρείας!!! Μετά έρχονται οι Ιδεολογικοί απόγονοι του Κοραή και των φίλων του, να μιλήσουν για την σωτηρία του Ελληνισμού. Μακάρι να μπορούσα να πω, πως όλοι αυτοί ήταν και είναι προδότες, μειοδότες, πληρωμένοι κτλ. Δεν είναι τίποτε απ’ όλα αυτά. Την βλακεία τους την χαρακτήρισε ο κ. Ζουράρις, καλύτερα απ’ όλους, όταν τους ονόμασε «Ευρωληγούρηδες». Είναι, δηλαδή, άνθρωποι που πάσχουν από εθνικό σύμπλεγμα κατωτερότητας, και πιστεύουν πως η Ελλάδα από μόνη της δεν ξέρει που να τραβήξει, αλλά πρέπει να ακολουθεί ΔΟΥΛΙΚΑ (και όχι ως ισότιμος συνεργάτης) τους «Μεγάλους αδελφούς», δηλαδή τα δυτικοευρωπαϊκά "πεφωτισμένα" κράτη. Όπως είπε ο Εφταλιώτης στην «Ιστορία της Ρωμιοσύνης»:

«Αδύνατο πράμα, φίλε μου, να γυρεύης να μιμηθής Άγγλους, Γάλλους, Γερμανούς, κι αρχαίους Έλληνες, και να μην έχεις δόση από βαρβαρωσύνη, τη βαρβαρωσύνη που βλέπει τα φανταχτερά τα ξένα και σκιάζεται, βλέπει τα δικά της και ντρέπεται».

Είναι λοιπόν απορίας άξιο, πώς ο Κοραής προβάλλεται ως ευεργέτης τής Ελλάδος! Εκτός και αν οι τιμώντες είναι το ίδιο Δυτικότροποι όπως αυτός, αποκομμένοι από την ανωτερότητα και το φως τής Ελληνικής μας παράδοσης.

Ο πράκτορας του Ναπολέοντα Κοραής κατά της Ρωμιοσύνης, και η "Ελληνική Νομαρχία"

Πώς προκύψαμε από Ρωμηοί: "Έλληνες"; Γιατί σήμερα μερικοί ανιστόρητοι λένε ότι οι Έλληνες είναι "υπόδουλοι" στην Κωνσταντινούπολη; Από πού "εισήχθη" στη χώρα μας ο ξενόφερτος "Διαφωτισμός"; Τι ρόλο έπαιξαν κατά της χώρας μας και της Εκκλησίας ο Κοραής και ο Ναπολέων; Τι παραμύθι έχουν καταπιεί οι σημερινοί "Εκσυγχρονιστές" και "Διαφωτιστές" που παπαγαλίζουν ανιστόρητες και αφιλοσόφητες Δυτικές ανοησίες;

Όταν γραφόταν η παρούσα μελέτη, δεν ήταν ακόμα αισθητό, ότι στα ξένα κέντρα αποφάσεων, σχεδιάσθηκε όχι μόνο η κατάργηση της Ρωμηοσύνης, αλλά και η αλλοίωση της Ορθοδοξίας κατά τα πρότυπα των δυτικών. Σήμερα παραδόξως, η έρευνα οδηγεί στον Ναπολέοντα και το επιτελείο του, ως αρχιτέκτονες των ενεργηθέντων.

Αυτός είχε στο επιτελείο του μεταξύ άλλων τον Ρήγα Βελεστινλή και τον Αδαμάντιο Κοραή. Ο Ρήγας πρόσφερε σχέδιο Επαναστάσεως και ιδρύσεως ελεύθερης Ρούμελης/Ρωμανίας, που θα είχε την Κωνσταντινούπολη ως πρωτεύουσα όλων των Ορθοδόξων Χριστιανών, που αποτελούσαν το μιλιέτ των Ρωμαίων, αλλά και των Μουσουλμάνων. Κατ' εντολήν όμως του Ναπολέοντα, ο Κοραής εργάσθηκε για την ανατροπή των σχεδίων του Ρήγα, έργο που συντελέσθηκε δια ψηφίσματος της Γ΄ Εθνικής Συνελεύσεως του 1927. Με αυτό, αναγνωρίζονταν ως θεμελιώδη τα "άριστα συγγράμματα", οι "λόγοι" και οι "παραγγελίες" του Κοραή. Ασφαλώς οι πληρεξούσιοι που γνώριζαν τις παραγγελίες αυτές ήταν λίγοι, επειδή ψήφισαν:

α) ότι το Έθνος ήταν υπόδουλο στην Κωνσταντινούπολη από την εποχή του Μεγάλου Κωσταντίνου ως του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, και στη συνέχεια στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Και

β) ότι οφείλουν να μεταβάλουν θρησκεία χωρίς όμως αλλαγή των δογμάτων. Είναι εμφανές πλέον ότι το επιτελείο του Ναπολέοντα μερίμνησε για την έκδοση του βιβλίου "Ελληνική Νομαρχία ήτη Λόγος περί ελευθερίας" το έτος 1806, του οποίου ο συντάκτης αναφέρει ότι "κράζομαι ανώνυμος Έλλην". Αφιερώνει το βιβλίο στον "Ρίγα" κατά Γαλλική ορθογραφία), κατ' ουσίαν όμως ανατρέπει το σχέδιο του Ρήγα με σχέδιο του Ναπολέοντα, το οποίο αργότερα φέρεται ως σχέδιο του Κοραή. Προς συγκάλυψη της πηγής του σχεδίου, ο συντάκτης επιτίθεται κατά του δυνάστη της Γαλλίας και κατά των θρόνων, υποστηρίζοντας όμως την αριστοκρατία και την φυσική ανισότητα των ανθρώπων που αποτελούν τα θεμέλια των θρόνων. Παραγγέλλεται μάλιστα στο υπό ίδρυσιν Ελληνικό έθνος, να δεχθεί τον Κοραή ως έναν των διαδόχων του Ρήγα και νέο Ιπποκράτη και φιλόσοφο, αν και αυτός κατά την εποχή αυτή ήταν αφοσιωμένος στον Ναπολέοντα και στα σχέδιά του. Επιπλέον παραγγέλλει στους μη γνωρίζοντες ακόμα ότι είναι Έλληνες, να ελευθερώσουν τους εαυτούς τους, επειδή εάν ελευθερωθούν από άλλους, απλώς θα αλλάξουν δυνάστη. Το τελευταίο φανερώνει ότι ο συντάκτης είναι ζηλωτής της απόλυτης και άνευ όρων ανεξαρτησίας, δηλαδή ότι δεν είναι πράκτορας ουδενός. Εύλογο λοιπόν δημιουργείται το ερώτημα, γιατί δεν αποκαλύπτει το όνομά του να τον ακολουθήσουμε, αλλά συνιστά τον πράκτορα Κοραή, ενώ ο ίδιος δεν είναι πράκτορας κανενός, ώστε να τον ακολουθήσουμε.

Το ότι η συγγραφή και έκδοση του βιβλίου αυτού είναι έργο του επιτελείου του Ναπολέοντα, ξεσκεπάζεται σαφώς από την πολεμική την οποία επιχειρεί ο "συγγραφέας" εναντίον της ισότητας των ανθρώπων, υποστηρίζοντας ότι και στην αυτοκρατορία μπορεί να υπάρχει ελευθερία: «επειδή και εις τας δύο αυτάς διοικήσεις, δημοκρατίαν και αριστοκρατίαν σώζεται η ελευθερία. Αδιάφορος είναι η εκλογή». Κατά τον συντάκτη, η ελευθερία, δηλαδή η Νομαρχία, «χωρίς να θελήση ματαίως να κάμη όλους δυνατούς , όλους πεπαιδευμένους ,όλους πλουσίους, ή τουναντίων, εμετρίασε μόνον με τους νόμους την φυσικήν ανομοιότητα, και τόσον καλώς εξίσωσε τας λοιπάς, ώστε οπού έκαμε να χαίρονται οι άνθρωποι μίαν εντελή ομοιότητα, αγκαλά και κατά φύσιν ανόμοιοι». Η ομοιότητα λοιπόν όλων, επιτυχάνεται με την υπακοή στους νόμους, που κάνει εξ ίσου ελεύθερους και τον αριστοκράτη και τον μη αριστοκράτη, αν και υφίστανται μεταξύ των ανθρώπων ανομοιότητες: «Οι άνθρωποι διαφέρουσι αναμεταξύ των κατά φυσικόν τρόπον». Ουσιαστικά πρόκειται περί ανατροπής των θεμελίων της δημοκρατίας και ελευθερίας και σαφούς επιστροφής στην μεσαιωνική ρατσιστική φιλοσοφία-θεολογία της τευτονικής ευγένειας της Ευρώπης. Αυτής που γέννησε τον Καρλομάγνο, τον Ναπολέοντα και τον Χίτλερ.

Μάλιστα είναι κωμική η αγανάκτηση του αριστοκράτη συντάκτη του βιβλίου, επειδή ένας τιποτένιος γεωργικής προέλευσης νέος μπορεί να φθάσει μέχρι του αξιώματος του Πατριάρχη. Κωμικά αλλά και ουσιώδη είναι επίσης τα λάθη που διατυπώνονται περί της οργάνωσης και λειτουργίας της Ορθόδοξης Εκκλησίας (την οποία αντιλαμβάνεται σαν όμοια με την Παπική), μέσα στην Οθωμανική αυτοκρατορία. Αγνοώντας το συνοδικό μας σύστημα, θεωρεί ότι οι Πατριάρχες Αλεξανδρείας, Αντιοχείας και Ιεροσολύμων "υπόκεινται" στον Οικουμενικό Πατριάρχη, γι' αυτό γράφει: «ο γελοιώδης τίτλος οικουμενικός φανερώνει, ότι οι άλλοι τρεις Πατριάρχαι υπόκεινται εις αυτόν. Αυτός λοιπόν διαμοιράζει εις όλας τας επαρχίας του Οθωμανικού κράτους». Καθόλου δεν υποπτεύεται ο συντάκτης ότι στον χώρο της εν λόγω Αυτοκρατορίας υπάρχουν αυτοκέφαλες και αυτόνομες Εκκλησίες, η κάθε μία των οποίων έχει τη δική της σύνοδο προεδρευομένη από του Πατριάρχη, Μητροπολίτη ή Αρχιεπισκόπου, και ότι εκλέγει τους επισκόπους της αυτόνομα. Ισχυρίζεται ακόμα ο συντάκτης του βιβλίου, ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης «πολλάκις πέμπει εις όλην την Οθωμανικήν επικράτειαν και εκεί που δεν είναι Χριστιανοί τόσας εκατοντάδας αρχιεπισκόπους, εξ ων ο καθείς έχει τέσσαρες ή πέντε επισκοπάς, εις τας οποίας πέμπει και αυτός τόσους επισκόπους». Ο Φράγκος νομίζει ότι μόνο η Κωνσταντινούπολις έχει σύνοδο, στην οποία ο Πατριάρχης είναι δέσμιος, όπως ακριβώς στην Curia ο Πάπας της Ρώμης. Μία φορά αναφέρει το όνομα "μητρόπολις" αλλά ουδέποτε "μητροπολίτες", ενώ είναι γνωστό ότι κατά την εποχή εκείνη, ο Μητροπολίτης προήδρευε συνήθως συνόδου. Ο δε Αρχιεπίσκοπος ως μέλος αυτής της συνόδου, ήταν ο πρώτος κατά πρεσβεία επίσκοπος, όπως ο Αρχιδιάκονος μεταξύ των διακόνων.

Η σύγχυση του συντάκτη όσον αφορά θέματα οργάνωσης της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ασφαλώς οφείλεται στις πηγές από τις οποίες αντλεί τις πληροφορίες του, που βρίσκονταν στα αρχεία κατασκοπίας. Στα αρχεία αυτά, βρίσκονταν κατατεθειμένες οι αναφορές των "περιηγητών", οι οποίοι συνέλεγαν πληροφορίες κατά τη διάρκεια των ταξιδιών τους, μη μπορώντας όμως να κατανοήσουν ορθά όσα έβλεπαν και άκουγαν. Είναι χαρακτηριστικό το ότι μιλάει ο συντάκτης για «κλάσιν της ιερωσύνης», ακριβώς επειδή έχει υπ' όψιν του τη δική του Φράγκικη παράδοση, κατά την οποία ο κλήρος αποτελούσε ιδιαίτερη τάξη (classe). Σε αυτή ηγούνταν οι Φράγκοι επίσκοποι, και ήταν διαφορετική από την classe των ευγενών στην οποία ανήκαν οι Φράγκοι, και της τρίτης κατάστασης στην οποία ανήκαν οι Γαλλορωμαίοι.

Ισχυρίζεται επίσης ότι ο ιερέας του χωριού, που φέρει «φόρεμα ιερωσύνης», αναγορεύεται σε αρχιμανδρίτη «με γρόσια», και με τον ίδιο τρόπο μπορεί να ανέλθει μέχρι τον πατριαρχικό θρόνο. Αγνοεί εμφανώς ότι οι Ιερείς των χωριών, (όπως μέχρι σήμερα), ήταν έγγαμοι και επομένως δεν προβιβάζονταν σε αυτούς τους βαθμούς. Φανταζόταν εσφαλμένα ότι οι Ιερείς και οι Επίσκοποι όλων των βαθμίδων άρχιζαν τη σταδιοδρομία τους ως Ιερείς χωριών, λόγω των πληροφοριών του περί χωρικής προελεύσεως. Συγχέει τους Ιερείς των χωριών με τους άγαμους κληρικούς και αγνοεί ότι μόνο οι άγαμοι αποκτούν τα ανωτέρω οφφίκια. Η προέλευση των μοναχών από τα χωριά, που ανέβαιναν μέχρι τη θέση του Πατριάρχη, τον οδηγεί στο εσφαλμένο συμπέρασμα ότι αυτοί είναι απαίδευτοι. Και αυτό επειδή στη δική του πατρίδα μόνο οι αριστοκράτες σπουδάζουν στις ανώτερες σχολές για να αποκτήσουν νευραλγικές θέσεις στην Εκκλησία. Και είναι γνωστό ότι εκεί η "Εκκλησία" κυβερινόταν κυρίως από Φράγκους ευγενείς, όπως ακριβώς και το κράτος. Αγνοεί ο συντάκτης ότι από αυτούς τους χωρικούς αναδείχθηκαν μέγιστες φυσιογνωμίες της Ορθόδοξης Θεολογίας, λόγω ακριβώς της σπουδής χειρογράφων των ιερών μονών, μέσα στις τεράστιες βιβλιοθήκες. Γι' αυτό ακριβώς γνώριζαν καλύτερα από τους Λατίνους τους πατέρες και την ιστορία της αυτοκρατορίας. Γιατί οι Λατίνοι τους μελετούσαν με κλειδί ερμηνείας μόνο τον Αυγουστίνο και τους σχολαστικούς. Είναι γνωστό ότι ο εκ γενετής αριστοκράτης δεν μπορεί να αποκρύψει την απέχθειά του για όσους γίνονταν ηγέτες χωρίς να είναι αριστοκράτες. Γι' αυτό και ο συντάκτης της "Ελληνικής Νομαρχίας" γράφει: «όθεν όλοι οι αρχηγοί της Εκκλησίας κατάγονται από την ιδίαν ποταπότητα και οι περισσότεροι είναι αμαθέστατοι». Φαίνεται μάλιστα να αγνοεί ο αριστοκράτης αυτός, ότι οι Απόστολοι ήταν "ποταποί" και ο κορυφαίος Πέτρος "αγράμματος".

Επαναλαμβάνοντας ο συντάκτης τις θέσεις του Ναπολέοντα και του Κοραή, διατείνεται ότι οι Ελλαδικοί, μετά από τόσους αιώνες δουλειάς στην Κωνσταντινούπολη, λησμόνησαν ότι είναι Έλληνες και έλαβαν το όνομα Ρωμαίοι. Γιατί όμως ο συντάκτης χρησιμοποιεί το όνομα: "Έλλην"; Στη Δύση μας γνώριζαν ως «Greci», ενώ στην ανατολή το όνομα σήμαινε "ειδωλολάτρης". Οι Χριστιανοί κάτοικοι του ελλαδικού θέματος λέγονταν "Ελλαδικοί", ενώ πολλοί Ρωμαίοι είχαν συνηθίσει από την εποχή της Φραγκοκρατίας να ονομάζονται Greci από τους Φράγκους. Το 1801 ο Ναπολέων έστειλε στο Ελλαδικό το "Σάλπισμα πολεμιστήριον" του οποίου συντάκτης ήταν ο Κοραής, για να προκαλέσει επανάσταση κατά των Τούρκων και να πετύχει την αποστολή επανδρωμένου στόλου στην Αίγυπτο για βοήθεια του στρατού του εναντίον των Τούρκων και των Άγγλων. Μέσω του "Σαλπίσματος" προσπαθεί πρώτα να πείσει τους Ελλαδικούς ότι δεν είναι Ρωμαίοι αλλά Έλληνες, οι οποίοι ξέχασαν το όνομά τους μετά τόσους αιώνες δουλείας στην Κωνσταντινούπολη.

...

Ήδη στις 5.2.1801, σαράντα έξι μήνες πριν από τη στέψη του Ναπολέοντα, ως imperator, o Κοραής δηλώνει σε επιστολή του το κωδικό όνομα του κυρίου του: "Ο «Καραοσμάνογλου» (= Carolus Magnus, κατά τουρκική εκφορά του ονόματος), έχει την ελπίδα να κατακτήση την Ιωνία και να καταστρέψει το θρόνο του Βυζαντίου, γενόμενος βασιλεύς δηλαδή imperator".

Δεν υπάρχουν σχόλια: