ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΤΟΝ ΕΝΑ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΟ ΘΕΟ. ΑΥΤΩ Η ΔΟΞΑ ΚΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΑΙΩΝΑΣ ΤΩΝ ΑΙΩΝΩΝ. ΑΜΗΝ

Σάββατο 26 Απριλίου 2008

ΤΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ ΤΗΣ ΡΕΝΤΙΝΑΣ

Γενικά.

Στο δημο Ρεντίνας, σε μια δασώδη πλαγιά της ΝΑ οροσειράς της Πίνδου, στο δρόμο Καρδίτσας Καρπενησίου και σε απόσταση πέντε χιλιόμετρα από το ομώνυμο χωριό είναι κτισμένο το μοναστήρι της Ρεντίνας. Τιμάται στο όνομα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, καθώς αναφέρει και σχετική επιγραφή, και πανηγυρίζει στις 15 Αυγούστου. Επειδή όμως το μοναστήρι κατέχει την κάρα του αγίου Βασιλείου Αγκύρας, αργότερα πήρε το όνομα του αγίου και πανηγυρίζει και στις 22 Μαρτίου.

Το μοναστήρι κτίστηκε γύρω στα 1550 μ.Χ., όπως συμπεραίνουμε από ανέκδοτο φιρμάνι του Σουλτάνου Μαχμούτ Α’ του 1754. Τοπική παράδοση αναφέρει πως είναι κτίσμα του Θ’ αιώνα.

Στα 1657 εν τω πανσέπτω ναώ της Υπεραγίας Θεοτόκου του μοναστηριού Ρεντίνης της επισκοπής Θαυμακού έγινε η εκλογή του Ιακώβου (1657-1678), ως επισκόπου Λιτζάς και Αγράφων, καθώς αναφέρεται στον κώδικα της Λάρισας.

Κατά τα χρόνια της τουρκοκρατίας γνώρισε μεγάλη ακμή, ειχε 50 μοναχούς και πολλά μετόχια στην περιφέρεια της Ρεντίνας(το τσιφλίκι Ιστανός, τρεις μύλουτς, δέκα στρέματα αμπέλια), στην περιφέρεια της Υπάτης (αλώνια, μύλους, δέκα στρέμματα αμπέλια, τέσσερα σπίτια), στην περιφέρεια Φαρσάλων(δυο σπίτια στο χωριό Τσούκα, ένα σπίτι στο χωριό Αμός(;) και πολλά άλλα στο, Δομοκό, Κατάχλωρο κ.λ.π. Επίσης ειχε μετόχι στη Μόσχα, γιαυτό πήρε και το όνομα το Ρωσικό.

Χρυσόβουλλο του τσάρου Αλεξίου, που το προκάλεσε ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιωακείμ Β’ το 1861 επέτρεπε να πηγαίνουν στη Ρωσία κάθε δυο χρόνια τρεις μοναχοί του μοναστηριού για τη συλλογή ελεημοσυνών. Διατηρούσε αξιόλογη βιβλιοθήκη και πολλά κειμήλια μεγάλης αξίας από δωρεές ντόπιων και ξένων.

Από τον 18ο αιώνα διατηρούσε σχολή και νοσοκομείο για τους απόρους. Ο Λήκ ονομάζει το μοναστήρι Σταυροπήγι η μοναστήρι της Ρεντίνας, ήταν ασφαλώς σταυροπηγιακό.

Τούτο φαίνεται και από το σιγίλλιο του οικουμενικού Πατριάρχη Σαμουήλ του ετους αψζδ’ (1764) που αναφέρεται στο μοναστήρι της Ρεντίνας, το οποίο υπαγόταν τότε στην επισκοπή Θαυμακού, (ως γνωστό για να μετατραπεί ένα μοναστήρι από ενοριακό σε σταυροπηγιακό χρειαζόταν και η συγκατάθεση του οικείου επισκόπου). Για το μοναστήρι της Ρεντίνας ομολόγησε και αυτός ο Θαυμακού στο σιγίλλιο, δέν υπογράφει όμως ο Σεραφείμ Θαυμακού, γιατί υπέγραφαν συνήθως μόνο οι μητροπολίτες. Αργότερα όμως βρίσκουν το σιγίλλιο και υπογράφουν οι δυο διάδοχοι του Σεραφείμ, ο Θαυμακού Ιάκωβος και ο Θαυμακού Κύριλλος, γιατί ήταν συνήθεια, οι επίσκοποι να υπογράφουν τα σιγίλλια που έβρισκαν στα αρχεία τους.

Στους κώδικες 704-705 του SUPPLEMENT GREC Εθνικής Βιβλιοθήκης Παρισιού υπάρχει το σιγίλλιο που σε βραχεία περιγραφή ο Σπυρίδων Λάμπρος γράφει: του μοναστηριού της Ρεντίνης εν τη επισκοπή Θαυμακού του αυτού πατριάρχου Σαμουήλ, εν ετει αψξδ’’ (26 Ιουνίου 1764). Μετά των υπογραφών των συνοδικών. Αρχίζει: Τά κατά του καιρού ανωμαλίαν και περιστατικήν σύγχυσιν κρίμασιν οις οιδε Θεός επισυμβαίνοντα δυστυχή συμπτώματα.

Στο φιρμάνι όμως του σουλτάνου Μουχάμετ Α’, ονομάζεται Ατάρη μοναστήρι, αγνωστο από πού προέρχεται το ονομα και τι σημαίνει. Στο ίδιο φιρμάνι βλέπουμε ότι τα πολλά αυτά μετόχια του μοναστηριού διεκδικούνται και από μοναχούς γειτονικού μοναστηριού, που δέν το ονομάζει, υποθέτουμε, όμως πως είναι το μοναστήρι της Βράχας ή του Αγάθωνα. Επίσης το γεγονός ότι τόσοι μοναχοί υπογράφουν (οκτώ) στους κώδικες της Λάρισας (κτηματολόγιο) μας ωθεί να υποθέσουμε ότι οι μοναχοί του μοναστηριού ήταν πολύ περισσότεροι και κατά συνέπεια το μοναστήρι εξακολουθούσε να βρίσκεται σε κατάσταση ανθηρή. Εντονη είναι στη μνήμη των κατοίκων της Ρεντίνας η παράδοση ότι το μαναστήρι είχε μεγάλες αποθήκες με πελώρια βαρέλια κρασιών (βαγεναρία), όπου το κρασί μεταφερόταν με σωλήνες από τά πατητήρια. Μετά τη μεγάλη Ελληνική Επανάσταση και τα κινήματα που ακολούθησαν στη Θεσσαλία το μοναστήρι περιέπεσε στην ερ’ημωση, πολλά κτίρια καταστράφηκαν και τα κτήματα διαρπάγησαν.

Το 1907 συγχωνεύεται με το μοναστήρι της Πέτρας και αποτελεί μετόχι της. Το 1926 με διάταγμα επανίδρυσε το μοναστήρι ο μητροπολίτης Θεσσαλιώτιδος Ιεζεκιήλ. Το 1931 συγχωνεύεται στο μοναστήρι Κορώνας. Το 1967 με Β.Δ. κρίθηκε ιστορικό και διατηρητέο μνημείο. Πρίν από λίγα χρόνια αναστηλώθηκε το ερειπωμένο καθολικό του μοναστηριού από τη διεύθυνση αναστηλώσεως του Υπουργείου Παιδείας. Τά αναφερόμενα στα Πεπταγμένα της μητροπόλεως Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφερσάλων, για ανακαίνιση επί μητροπολίτου Κυρίλλου και με δωρεά του ομογενούς Χ.Ν. Κουτή δέν ανταποκρίνεται στην πταγματικότητα. Το σωστό είναι, κατά κοινή ομολογία των ντόπιων κατοίκων, ότι ούτε δωρεά ποτέ έγινε, ούτε καμία ανακαίνιση μέχρι το 1974. Το 1974 με αρχιτεκτονική μελέτη του Ρεντινιώτη αρχιτέκτονα Ευαγγέλου Χαϊδά άρχισαν οι εργασίες αναπαλαίωσης των κελιών, του εξωνάρθηκα και του γύρω από το καθολικό του μοναστηριού χώρου. Επίσης έγινε ανακεράμωση του ναού. Οι εργασίες αυτές είναι πολύ σωστές και θα ήταν ευχής έργο να αρχίσουν και σε άλλα μοναστήρια. Όλα αυτά έγιναν με εισφορές και δωρεές των προσκυνητών και κυρίως των Ρεντινιωτών, με πρωτοβουλία των εκτός Ρεντίνας συλλόγων Ρεντινιωτών. Με κρατική επιχωρήγηση(Αρχαιολογική υπηρεσία Λάρισας) άρχισε πρόσφατα καθαρισμός και συντήρηση των τοιχογραφιών.

Τελευταία το μοναστήρι μεταβλήθηκε σε γυναικείο και έχει δυο μοναχές. Με ηγουμένη την Φιλοθέη. Σήμερα είναι εύκολο να επισκεφθεί κανείς το μοναστήρι με λεωφορείο από την Καρδίτσα, σε λιγότερο από δυο ώρες φθάνει στη Ρεντίνα και από εκεί με μικρό αυτοκίνητο του μοναστηριού σε δέκα λεπτά βρίσκεται στο μοναστήρι, όπου και μπορεί να διανυκτερεύσει, Το χωριό επίσης διαθέτει ξενοδοχείο και τουριστικό περίπτερο με εστιατόριο κ.λ.π.

Δεν υπάρχουν σχόλια: