ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΤΟΝ ΕΝΑ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΟ ΘΕΟ. ΑΥΤΩ Η ΔΟΞΑ ΚΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΑΙΩΝΑΣ ΤΩΝ ΑΙΩΝΩΝ. ΑΜΗΝ

Δευτέρα 16 Ιουνίου 2008

Ποιούς κανόνες παραβιάζει ἡ συμφωνία μὲ τὸ Φανάρι

17ος ΚΑΝΩΝ Δ’ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ

Τς κθ’ ‘εκάστην παρχίαν γροικικς παροικίας, γχωρίους, μένειν παρασαλεύτους παρ τος κατέχουσιν ατς πισκόποις, κα μάλιστα ε τριακονταετ χρόνον ταύτας βιάστως διακατέχοντες κονόμησαν. Ε δ ντς τν τριάκοντα τν γεγένηται τίς, γένοιτο περ ατν μφισβήτησις, ξεναι τος λέγουσιν δικῆσθαι, περ τούτων κινεν παρ τ συνόδω τς παρχίας. Ε δ τις δικοτο παρ το δίου μητροπολίτου, παρ τ ξάρχ τς διοικήσεως, τ Κωνσταντινουπόλεως θρόνω δικαζέσθω, καθ’ προείρηται. Ε δ κα τις κ βασιλικς ξουσίας καινίσθη πόλις, αθις καινισθείη, τος πολιτικος κα δημοσίοις τύποις, κα τν κκλησιαστικν παροικιν τάξις κολουθείτω.

Ἒ ρ μ η ν ε ί α.

Ἀγροικικαὶ παροικίαι εἶναι ἐνορίαι μικραί, αἳ ὁποιαι καὶ εἰς τὰ ἄκρα καὶ μακρυνὰ μέρη εὐρίσκοντο, καὶ ἀπὸ ὀλίγους ἀνθρώπους ἐκατοικούντο, μονοίκια ὀνομαζόμεναι. Ἐγχώριοι δὲ παροικίαι, εἶναι ἐνορίαι, αἳ ὁποῖαι καὶ εἰς ἀγροὺς καὶ χωρία ἐπλησίαζον, καὶ περισσοτέρους εἶχον τοὺς ἐγκατοίκους. Αὗται λοιπὸν αἳ παροικίαι τῆς κάθε ἐπαρχίας, προστάζει ὁ παρὼν κανών, νὰ μένουν ἀναφαίρετοι καὶ ἀναπόσπαστοι ἀπὸ τοὺς κατέχοντας αὐτάς Ἐπισκόπους, καὶ μάλιστα, ἀνίσως εἰς τριάκοντα χρόνους εἶχον αὐτάς εἰς τὴν ἐξουσίαν αὐτῶν πίστει καλή, καὶ ἀβιάστως, δήλ. χωρὶς νὰ βιάσουν τινά, καὶ νὰ τᾶς ἁρπάσουν μὲ ἄδικον αἰτίαν. Εἰ δὲ ἀνάμεσα εἰς τοὺς τριάκοντα χρόνους, ἔγινε καμμία διαφορὰ περὶ τούτων, ἤ μετὰ τὸν παρόντα Κανόνα ἤθελε γένει, εἶναι ἀδεία εἰς ἐκείνους ὅπου λέγουσιν ὅτι ἀδικοῦνται δι’ αὐτάς, νὰ θεωροῦν τὴν διαφορὰν αὐτῶν εἰς τὴν Σύνοδον τῆς ἐπαρχίας. Ἐὰν δὲ τίνας ἤθελε ἀδικῇται δι’ αὐτάς ἀπὸ τὸν Μητροπολίτην του, ἂς θεωρῆ τὴν κρίσιν του εἰς τὸν Ἔξαρχον καὶ προτεύοντα τῆς Διοικήσεως, (τοῦ ὁποίου τὸ ἔργον ἔγινεν ἀνενέργητον μετὰ τὴν δ΄. ταύτην Σύνοδον, ὡς εἰπομεν), ἤ εἰς τὸν Κωνσταντινουπόλεως, καθὼς προερρρέθη. Εἰ δὲ ἕως τώρα ἐκτίσθη καμμία πόλις ἀπὸ ἐξουσίαν Βασιλικήν, ἤ εἰς τὸ ἑξῆς ἔχει διὰ νὰ κτισθῆ, τότε δὲν θέλει ζητήσει νὰ ὑποτάξη αὐτὴν ὁ γειτονεύων Ἐπίσκοπος, ὡς ἐνορίαν του, ἐπειδὴ ἡ τάξις τῶν τῆς ἐκκλησίας ἐκείνης ἐνοριῶν ἔχει νὰ ἀκολουθῆ εἰς τοὺς πολιτικοὺς νόμους καὶ προστάγματα, ὅπου ἤθελε διορίσει περὶ τῆς νεοκτισθείσης πόλεως ὁ Βασιλεύς, καὶ ὄχι τὸ ἀνάπαλιν.
Οἱ ἄλλοι δυὸ εἶναι οἱ κάτωθι:
Καν
ν ΛΗ΄ ΠΕΝΘΕΚΤΗΣ
ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΛΔ’ ΚΑΝΩΝ

Πέμπτη 12 Ιουνίου 2008

ΓΕΡΟΝΤΕΣ ΚΑΙ ΓΕΡΟΝΤΙΣΕΣ ΑΣ ΕΙΣΤΕ ΕΤΟΙΜΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΙΩΝΙΑ ΖΩΗ

Ἴσως αὐτὸ τὸ ποίημα νὰ ξενίσει ἀρκετοὺς ἀπό μας , ἀλλὰ τὰ πράγματα δὲν ἀλλάζουν, ἔτσι εἶναι ὅπως τὰ λέει τὸ παρακάτω ποίημα.

************

Γερόντοι Γερόντισες τί καθόσαστε καὶ τί χασομερᾶτε

καὶ δὲν ἑτοιμαζόσαστε ταξίδι ποῦ θὰ πάτε;

***

Τὰ χρόνια σας ἐπέρασαν κι’ ἡ ὥρα πλησιάζει

ὁ χάρος ἔρχεται κοντὰ κι’ ἕναν ἕναν κράζει.

***

Τὰ νιάτα σας τὰ φάγατε κι’ ἦλθαν τὰ γειρατειά σας

μὰ σήμερα, μὰ αὔριο, θὰ πάτε στὴ «δουλειά» σας.

***

Δὲν βλέπετε τὰ πόδια σας πὼς τρέμουν, πὼς λυγίζουν

τὰ μάτια σας ἐθάμπωσαν δὲν βλέπουν δὲν γνωρίζουν;

***

Σκεφθῆτε πόσοι πέθαναν καὶ σ’ ἄλλο κόσμο πάνε,

καὶ οὔτε γράμμα στέλνουνε οὔτε μᾶς ἀπαντᾶνε.

***

Φεύγουν καὶ πᾶνε μακρυά καὶ πίσω δὲν γυρίζουν,

τὸ σῶμα καὶ τὰ κόκκαλα ἀπ’ τὴν ψυχὴ χωρίζουν.

***

Μὴ νοσταλγεῖτε τὰ παληά κι’ ὅλα τὰ περασμένα,

σὰν ὄνειρα ἐφύγανε καὶ πᾶν ὅλα χαμένα.

***

Σὰν τοὺς διαβάτες στὸ χωριό περνοῦν νερὸ ζητᾶνε,

καὶ πίνουνε καὶ φεύγουνε καὶ πίσω δὲν γυρνᾶνε.

***

Ὅσα καλὰ κι’ ὅσα κακὰ κάνατε στὴ ζωή σας,

ὅταν θὰ ἀποθάνετε τὰ πέρνετε μαζί σας;

***

Στὸ τελωνεῖο τοῦ Θεοῦ αὐτὰ θὰ τὰ ζυγίσουν

γιὰ νὰ παρθῆ ἀπόφασι τὴν τύχη σας νὰ κρίνουν.

***

Ἐσεῖς θὰ πάτε σὰν μπροστὰ κι’ ἐμεῖς σὰν παραπίσω,

ἤθελα κάτι νὰ σᾶς πῶ κάτι νὰ σᾶς μιλήσω.

***

Πρωτοῦ νὰ ξεκινήσετε καλὰ νὰ ἑτοιμασθῆτε,

τὴ γέφυρα τοῦ στεναγμοῦ ἀφόβως νὰ διαβῆτε.

***

Ἐὰν καταλαβαίνετε πῶς πέρα δὲν θὰ βγῆτε,

τρεχάτε στὸν Πνευματικὸ νὰ ἐξομολογηθῆτε.

***

Διαβάστε ἅγια χαρτιὰ καὶ ἅγια Βιβλία

καὶ μὴν ἀπουσιάζετε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία.

***

Τηλεφωνήστε στὸ Θεὸ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία,

ὅτι τυγχάνετε παρών, δὲν πήρατ’ ἀπουσία.

***

Καὶ ἂν κανένας ἀπό σας δὲν ξέρει νὰ διαβάση,

ὅ,τι ἀκούει ἀπὸ τὸν παπά, ποτέ μὴν τὸ ξεχάση.

***

Καὶ ἂν ὑβρίσατε πότε τὰ ἅγια καὶ θειὰ

κι' ἂν ἀδικήσατε πότε κάνα συνανθρωπό σας,

νὰ τοῦ τὸ ξεπληρώσετε ἀπὸ τὸ ἐσοδό σας.

***

Ὅταν πεθάνης γέροντα καὶ γερόντισα πικρὰ θὰ μετανοιώσης,

μὰ τώρα ποὺ ’σαι στὴ ζωή, δὲν θέλης νὰ τὸ νοιώσης;

***

Ἀφίσατε τὴν πρόφασι ὅτι δῆθεν δὲν μπορεῖτε,

ὅταν κτυπάη ὁ παπάς στὴν Ἐκκλησιὰ νὰ μπῆτε.

***

Μετανοεῖτε Χριστιανοὶ νὰ εἶσθε κερδισμένοι,

γιατί ὅταν πεθάνετε θὰ εἶσθε κολασμένοι.

***

Ὅταν θὰ μάθετε ἄρρωστο νὰ τὸν ἐπισκεφθῆτε,

μὴν ἀποθάνει αὔριο καὶ δὲν τὸν ξαναδῆτε.

***

Νὰ τὸν παρηγορήσετε, γλυκὰ νὰ τοῦ μιλῆστε,

καὶ κάνα δῶρο ἂν ἔχετε στὴν κλίνη τοῦ ἀφῆστε.

***

Κυττάξτε πόσοι πέθαναν καὶ σ’ ἄλλον κόσμο πᾶνε,

τὰ κόκκαλα καὶ οἱ σταυροὶ αὐτὸ τὸ μαρτυρᾶνε.

***

Ποτέ μὴν τὸ ξεχνᾶμε καὶ μὴν τὸ λησμονᾶμε,

ὅτι κι’ ἐμεῖς θὰ φύγωμε κοντά τους θὲ νὰ πᾶμε.

***

Ρωτῆστε σ’ ὅλα τὰ χωριά, καὶ σ’ ὅποια πολιτεία,

θὰ μάθετε ὅτ’ εἶν’ θάνατος ὅτι εἶν’ νεκροταφεῖα.

***

Συγκεντρωθῆτε γέροντες γερόντισες ὅλοι στὴν Ἐκκλησία,

καὶ καντ’ ἐξομολόγησι μὲ συντριβὴ καρδιᾶς.

***

Νὰ φύγη ὅλη ἡ βρωμιὰ καὶ ὅλ’ ἡ ἁμαρτία,

καὶ πάρετε εἰσιτήριο λευκό, διὰ τὴν Αἰωνία.

Σάββατο 7 Ιουνίου 2008

Κυριακή 1 Ιουνίου 2008

8ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΕΚΛΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ

Δοξαστικό.

Προκαθάρωμεν εαυτούς αδελφοί………

Μ. Τρίτη εσπέρας

Ήχος γ΄. (Την ωραιότητα)

Πόρνη προσήλθέ σοι* μύρα σύν δάκρυσι* κατακενούσά σου* ποσί, φιλάνθρωπε,* και δυσωδίας των κακών* λυτρούται τη κελεύσει σου·* πνέων δε την χάριν σου* μαθητής ο αχάριστος* ταύτην αποβάλλεται* και βορβόρω συμφύρεται,* φιλαργυρία απεμπολών σε.* Δόξα, Χριστέ, τη ευσπλαγχνία σου.




Μ. Δευτέρα εσπέρας.

Ιωάννου μοναχού. Ηχος β΄.

Ο της ψυχής ραθυμία νυστάξας* ού κέκτημαι, Νυμφίε Χριστέ,* καιομένην λαμπάδα την έξ αρετών* και νεάνισιν ωμοιώθην μωραίς,* εν καιρώ της εργασίας ρεμβόμενος·* τά σπλάγχνα των οικτιρμών σου* μη κλείσης μοι, Δέσποτα·* αλλ’ εκτινάξας μου τον ζοφερόν ύπνον* εξανάστησον* και ταίς φρονίμοις συνεισάγαγε παρθένοις* είς νυμφώνα τον σόν,* όπου ήχος καθαρός* εορταζόντων* και βοώντων απαύστως·* Κύριε, δόξα σοι.




Μ. Τρίτη εσπέρας

Βυζαντίου. Ήχος πλ. β΄

Προσήλθε γυνή* δυσώδης καί βεβορβορωμένη,* δάκρυα προχέουσα* ποσί σου, Σωτήρ,* τό πάθος καταγγέλουσα·* Πως ατενίσω σοι τω Δεσπότη;* αυτός γάρ ελήλυθας σώσαι πόρνην.* Εκ βυθού θανούσάν με ανάστησον,* ο τόν Λάζαρον εγείρας* εκ τάφου τετραήμερον.* Δέξαι με τήν τάλαιναν,* Κύριε, καί σώσόν με.




Κυριακή των Βαΐων εσπέρας.

Κοσμά μοναχού. Ήχος πλ. Α΄.

Κύριε,* προς τό μυστήριον το απόρρητον* της σής οικονομίας* ούκ εξαρκούσα* η τών εκ Ζεβεδαίου μήτηρ,* ητείτό σε προσκαίρου βασιλείας τιμήν* τοίς εαυτής δωρήσασθαι τέκνοις·* αλλ’ αντί ταύτης* ποτήριον θανάτου* επηγγείλω πιείν τοίς φίλοις σου·* ό ποτήριον πρό τούτων* πιείν ό αυτός έλεγες,* αμαρτημάτων καθαρτήριον.* Διό σοι βοώμεν·* Ή σωτηρία των ψυχών ημών, δόξα σοι.




Κυριακή των Βαΐων εσπέρας.

Κοσμά μοναχού. Ήχος πλ. Α΄.

Φθάσαντες, πιστοί,* το σωτήριον πάθος* Χριστού του Θεού,* την άφατον αυτού* μακροθυμίαν δοξάσωμεν·* όπως τη αυτού ευσπλαγχνία* συνεγείρη και ημάς* νεκρωθέντας τη αμαρτία* ως αγαθός και φιλάνθρωπος.


Μ. Τρίτη εσπέρας

Βυζαντίου. Ήχος πλ. Β΄.

Σήμερον ο Χριστός παραγίνεται* εν τη οικία του Φαρισαίου* και γυνή αμαρτωλός προσελθούσα* τοίς ποσίν εκυλινδούτο βοώσα·* Ίδε την βεβυθισμένην τη αμαρτία,* την απηλπισμένην διά τάς πράξεις,* την μη βδελυχθείσαν* παρά της σής αγαθότητος·* και δός μοι, Κύριε,* την άφεσιν των κακών και σώσόν με.